Δεν ήταν ούτε η πρώτη και σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία φορά: από το 2022, πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες έχουν (παρα)καλέσει την Κίνα να ασκήσει πίεση στη Ρωσία ώστε να τερματίσει τον πόλεμό της στην Ουκρανία. Ο ίδιος ο Εμανουέλ Μακρόν είχε καλέσει το 2023, κατά την προηγούμενη επίσκεψή του στο Πεκίνο, τον Σι Τζινπίνγκ, να «επαναφέρει τη Ρωσία στη λογική». Μια αντίστοιχη έκκληση έκανε και χθες από την κινεζική πρωτεύουσα ο γάλλος πρόεδρος, προειδοποιώντας μάλιστα για τον κίνδυνο «να διαλυθεί η διεθνής τάξη που έφερε ειρήνη στον κόσμο για δεκαετίες». Σε αυτό το πλαίσιο, είπε στον κινέζο ομόλογό του, «ο διάλογος μεταξύ Κίνας και Γαλλίας είναι πιο απαραίτητος από ποτέ. Μερικές φορές έχουμε διαφωνίες, αλλά έχουμε την ευθύνη να γνωρίζουμε πώς να τις ξεπεράσουμε, για την αποτελεσματική πολυμερή προσέγγιση στην οποία πιστεύουμε. Πρέπει να συνεχίσουμε να κινητοποιούμαστε για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον κόσμο, για την Ουκρανία και για τις διάφορες περιοχές που έχουν πληγεί από τον πόλεμο. Η ικανότητά μας να συνεργαζόμαστε είναι ζωτικής σημασίας». Για ακόμα μια φορά, ωστόσο, ο Σι δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να συνεργαστεί.

Ο κινέζος πρόεδρος δεν παρεξέκλινε από τη συνήθη θέση του: «Η Κίνα υποστηρίζει όλες τις προσπάθειες που προωθούν την ειρήνη και θα συνεχίσει να διαδραματίζει εποικοδομητικό ρόλο στην πολιτική επίλυση της κρίσης», δήλωσε – προσθέτοντας ωστόσο πως το Πεκίνο «αντιτίθεται σθεναρά σε οποιεσδήποτε ανεύθυνες ή συκοφαντικές κατηγορίες», αρνούμενος οποιαδήποτε ευθύνη για την ουκρανική κρίση. Στην πραγματικότητα, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή, το Πεκίνο συνεχίζει να προσφέρει διπλωματική και οικονομική στήριξη στη Μόσχα.

Οι δύο ηγέτες φάνηκαν να βρίσκουν περισσότερο κοινό έδαφος στα οικονομικά ζητήματα, την πρώτη και κύρια πηγή έντασης καθώς η Κίνα περιορίζει τις εξαγωγές σπάνιων γαιών και η Ευρώπη επιβάλλει δασμούς προκειμένου να επιβραδύνει την εισροή φθηνών κινεζικών προϊόντων που απειλούν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Ο γάλλος πρόεδρος πραγματοποιεί την τέταρτη κατά σειρά επίσκεψή του στην Κίνα λίγο πριν αναλάβει, το 2026, την προεδρία της G7, οπότε η αντιμετώπιση των παγκόσμιων οικονομικών ανισορροπιών θα βρεθεί στην κορυφή της ατζέντας του.

Ο Μακρόν δήλωσε ότι έχει έρθει η «ώρα για μια νέα σελίδα» στις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών και κάλεσε την Κίνα να δεσμευτεί σε μεγαλύτερες επενδύσεις στην Ευρώπη μέχρι το 2030, προειδοποιώντας ότι οι σημερινές ανισορροπίες «αρχίζουν να γίνονται μη βιώσιμες». Από την πλευρά του, ο Σι δήλωσε ότι η Κίνα είναι πρόθυμη να εισάγει περισσότερα «γαλλικά προϊόντα υψηλής ποιότητας» και εξέφρασε την ελπίδα ότι η Γαλλία θα παρέχει ένα «δίκαιο περιβάλλον» για τις κινεζικές εταιρείες. Στο τέλος των συνομιλιών, οι δύο ηγέτες υπέγραψαν 12 συμφωνίες συνεργασίας σε τομείς όπως οι φυσικοί πόροι, οι επενδύσεις, η κοινωνική πρόνοια, η γήρανση του πληθυσμού, τα πάντα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα για παιδιά.

Συνοδευόμενος από τη σύζυγό του, Πενγκ Λιγιουάν, ο κινέζος πρόεδρος υποδέχθηκε τον Εμανουέλ και την Μπριζίτ Μακρόν στο μνημειώδες Παλάτι του Λαού, όπου πραγματοποιούνται τα συνέδρια του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Ακουσαν τους εθνικούς ύμνους και επιθεώρησαν τη φρουρά, πριν χαιρετήσουν, κατά το τελετουργικό συνήθειο, ομάδα παιδιών. Οπως και στη Γαλλία το 2024, κατά την επίσημη επίσκεψη που είχε πραγματοποιήσει εκεί ο Σι, τα δύο προεδρικά ζευγάρια αναμενόταν να συναντηθούν σήμερα σε ένα πιο ανεπίσημο πλαίσιο στο Τσενγκντού, στην νοτιοδυτική επαρχία Σιτσουάν, γενέτειρα των γιγάντιων πάντα που έχουν γίνει πρεσβευτές της Κίνας σε όλο τον κόσμο.