Γράψαμε για τα ΕΛΤΑ και την κοινωνική διάσταση του λουκέτου τους στην επαρχία. Τώρα ήλθε η ώρα να πούμε και για τα περίπτερα και τα μικρά παντοπωλεία. Και αφορμή έχουμε την ετήσια έρευνα Census της NielsenIQ. Από τα 9.130 περίπτερα που λειτουργούσαν σε όλη την Ελλάδα το 2011, έχουν μείνει 4.200 το 2024. Πάμε και στα παραδοσιακά παντοπωλεία (που δεν εγγράφονται σε αλυσίδες).

Από 29.551 το 2011, έχουν απομείνει 21.536 (2024). Το περίπτερο πέραν του μεταπρατισμού του ήταν πάντα και ένας «φάρος» της πόλης, της συνοικίας. Ενας κόμβος σχέσης του ιδιοκτήτη ή υπαλλήλου του με τον κόσμο, ένας μικρότοπος ειδήσεων και κοινωνικής συνοχής. Το ίδιο και το μικροπαντοπωλείο που σχεδόν πάντα έχει και ρόλο συνεχούς ροής της ζωής σε επαρχία και πόλη.

Προφανώς οι συνήθειες μεταβάλλονται. Μαζί με τα νέα καταναλωτικά και αγοραστικά ήθη και το πόσο το πορτοφόλι συρρικνώνεται. Τα περίπτερα όμως πέραν των λεγόμενων καπνικών προϊόντων, παραδοσιακά έτσι λέγονταν τα είδη του καπνού, ήταν και (είναι με τα ζόρια σήμερα) τα σημεία όπου υπάρχουν κρεμασμένες οι εφημερίδες και άρα οι πρώτες τους σελίδες. Είναι και ήταν ένα σημείο συμφωνίας για την ατζέντα της ημέρας.

Σήμερα οι ειδήσεις και τα σχόλια κατακερματίζονται στις ψηφιακότητες των οθονών. Ακόμη και τα άλλα είδη που αγοράζαμε από το περίπτερο έχουν αλλάξει. Κάποτε εδώ υπήρχε σταθερό τηλέφωνο. Σήμερα ούτε κατά διάνοια. Τα ίδια τα περίπτερα ως σημεία πώλησης, ήταν και μια χειρονομία πρόνοιας μεταπολεμικά για τους τραυματίες πολέμου και τους συγγενείς τους.

Σήμερα ακόμη και η αδειοδότηση έχει μεταβληθεί ενώ γιγαντώνεται ένα δίκτυο απρόσωπων συχνά μικρομάγαζων που δεν έχουν σχέση με το παλιό περίπτερο ή το μίνι παντοπωλείο αλλά περισσότερο μοιάζουν με παραρτήματα μεγάλων εταιρειών. Μιλάμε συχνά, οι κυβερνώντες συχνότερα για το μικροεμπόριο, τον εμποράκο, τη ραχοκοκαλιά της αγοράς. Μιλάμε συχνά για το πόσο σημασία έχει να μην ξεχνάμε την επαρχία ή τις λαϊκές συνοικίες.

Βέβαια η διατήρηση του κλάδου της λιανικής – με άξονα το περίπτερο ή το παντοπωλείο και δη αποκεντρωμένα – δεν πρέπει να λογίζεται στο πώς θα σώσουμε «παραδοσιακά επαγγέλματα που χάνονται». Περισσότερο η κουβέντα αυτή εγγράφεται στο τι αγοραστική δύναμη έχουμε και τι προσανατολισμό έχει η αγορά. Αν ας πούμε αντιλαμβάνεται τον όποιο κοινωνικό της συχνά ρόλο. Ο μεταπρατισμός, η ενσώματη πράξη της ανταλλαγής και πώλησης, επιτελεί και κάτι πέραν μιας εγχρήματης στιγμής. Αλλιώς πάμε σε κοινωνίες της πλατφόρμας, ολοκληρωτικά. Και σε καταναλωτές του Σαββατοκύριακου, ή της πρώτης εβδομάδας μετά τον μισθό. Νομίζω κανείς δεν ονειρεύεται κάτι τέτοιο.