Είμαστε ενδιαφέρων λαός, όπως και να το κάνουμε. Εξω καρδιά: σύμφωνα με τη χθεσινή έκθεση του ΟΟΣΑ για την υγεία, το ποσοστό αυτοκτονιών είναι μόλις 5 ανά 100.000, έναντι μέσου όρου 11 στον ΟΟΣΑ. Μέσα στην γκρίνια: μόλις το 27% δηλώνουν ικανοποιημένοι για τη διαθεσιμότητα ποιοτικής περίθαλψης, έναντι 64% στον ΟΟΣΑ. Η πρόληψη είναι άγνωστη λέξη: μόλις το 15% των Ελληνίδων κάνουν ψηφιακή μαστογραφία για τη διάγνωση καρκίνου του μαστού, έναντι 55% στον ΟΟΣΑ.

Από την άλλη τρελαινόμαστε για αντιβίωση: οι γιατροί μας γράφουν 27 ημερήσιες δόσεις αντιβιοτικών ανά 100.000 κατοίκους, έναντι 16 για τον ΟΟΣΑ. Οσο για την παχυσαρκία, μάλλον κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο: το δηλωμένο ποσοστό της είναι μόλις 12%, έναντι 19% στον ΟΟΣΑ, κι ας φτάνει το 40% το ποσοστό των Ελλήνων που δεν αθλούνται επαρκώς, έναντι 30% στον ΟΟΣΑ.

Εχουμε κι άλλες σημαντικές αποκλίσεις από τους ξένους. Είμαστε εκτεθειμένοι, για παράδειγμα, σε 14,2 μικρογραμμάρια σωματιδίων ανά κυβικό μέτρο, έναντι 11,2 στον ΟΟΣΑ. Το πεδίο όμως στο οποίο σημειώνεται η πιο δραματική καθυστέρηση είναι το κάπνισμα.

Σύμφωνα με την έκθεση, καπνίζουν καθημερινά ένας στους τέσσερις Ελληνες (24,9%), έναντι 14,8% στον ΟΟΣΑ. Το ποσοστό είναι πιθανότατα υψηλότερο: έρευνα του ΕΟΔΥ ανέβαζε τον περασμένο Μάιο το ποσοστό των Ελλήνων που καπνίζουν συμβατικό τσιγάρο στο 31% (+7% που καπνίζει ηλεκτρονικό). Εκείνη η έρευνα έδειξε επίσης ότι η τάση μείωσης του καπνίσματος που είχε παρατηρηθεί την προηγούμενη δεκαετία έχει αντιστραφεί. Αλλά το υπουργείο Υγείας αδιαφορεί. «Εχουμε πόλεμο με το κάπνισμα», δήλωνε τον Μάιο του 2014 ο τότε υπουργός, που κατά σύμπτωση είναι ο ίδιος με τον σημερινό. Το ποιος κερδίζει και ποιος χάνει σε αυτόν τον πόλεμο είναι προφανές.

Ο Άδωνις Γεωργιάδης είχε πει τότε ότι το βασικό πρόβλημα με τη μη εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου είναι η νοοτροπία των Ελλήνων. Εντάξει, το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για τους οδηγούς αυτοκινήτων που έχουν πιει τον άμπακο ή για τους οδηγούς μοτοσικλετών που δεν φορούν κράνος, αλλά οι έλεγχοι εκεί είναι αυστηροί και τα πρόστιμα τσουχτερά.

Γιατί στο θέμα του καπνίσματος, που ευθύνεται για έναν στους πέντε θανάτους, είναι τόσο δύσκολα τα πράγματα; Πώς γίνεται και εν έτει 2025 τα περισσότερα μπαρ ύστερα από κάποια ώρα ντουμανιάζουν; Είναι δυνατόν υπουργείο, αστυνομία και δήμοι να ρίχνουν ο ένας την καυτή πατάτα στον άλλο;

Η κυβέρνηση εξαντλεί την αυστηρότητά της στην αύξηση της τιμής των τσιγάρων. Εκτός του ότι όμως ένα τέτοιο μέτρο θα οδηγήσει στην αύξηση του παραεμπορίου, δεν μπορεί να δεχόμαστε ότι θα καπνίζουν οι πλούσιοι και όχι οι φτωχοί. Μήπως λοιπόν ο υπουργός να πάψει να ασχολείται με την οπλοκατοχή και να κοιτάξει στα σοβαρά ένα θέμα της αρμοδιότητάς του;