Σήμερα, στην Αττική υπάρχουν χιλιάδες κάμερες. Οι περισσότερες απ’ αυτές, όμως, χρησιμεύουν για την εποπτεία του κυκλοφοριακού προβλήματος και την ασφάλεια των πολιτών. Πολύ λίγες είναι εκείνες που έχουν τη δυνατότητα να βεβαιώσουν τροχαίες παραβάσεις, παρότι ο νέος ΚΟΚ προβλέπει ποινές οι οποίες θα «επιβάλλονται» από συστήματα αυτόματης καταγραφής παραβατικών συμπεριφορών στους οδικούς άξονες.
Για παράδειγμα, η εγκατάσταση των πρώτων 388 καμερών νέας γενιάς στο Λεκανοπέδιο, η οποία έχει υπερδιαφημιστεί, αργεί ακόμη, μια και το έργο, το οποίο περιλαμβάνει την προμήθεια, τοποθέτηση και συντήρηση, δεν ολοκληρώθηκε εντός του αρχικού χρονοδιαγράμματος των 18 μηνών.
Εφόσον η Πολιτεία αποφάσισε να εκσυγχρονίσει τον τρόπο τροχαίου ελέγχου με στόχο να περιορίσει τα ανθρώπινα λάθη και να δώσει έτσι έμφαση στην πρόληψη των ατυχημάτων στους δρόμους – τα οποία κοστίζουν πολλές ανθρώπινες ζωές κάθε χρόνο –, θα έπρεπε να έχει φροντίσει ώστε να υπάρχει η απαραίτητη, για την εφαρμογή του νόμου που ψήφισε, υλικοτεχνική υποδομή.
Η θεσμοθέτηση κανόνων οι οποίοι μετά δεν ισχύουν στην πράξη και επειδή το κράτος δεν παίζει τον ελεγκτικό ρόλο του είναι ένα πάγιο πρόβλημα στη χώρα μας. Τα αρμόδια υπουργεία οφείλουν να κινηθούν με ταχύτερους ρυθμούς προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι ο νέος ΚΟΚ δεν θα έχει την ίδια τύχη με τόσα και τόσα νομοθετήματα. Η διαφορετική κουλτούρα οδικής συμπεριφοράς, την οποία ευαγγελίζεται η κυβέρνηση, δεν θα διαμορφωθεί διαφορετικά.







