Την είχα συναντήσει για μια συνέντευξη για το περιοδικό «Ταχυδρόμος» όταν, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, είχε έρθει στην Ελλάδα. Η Πάμελα Αντερσον ήταν τότε «επιθετικά σέξι». Ας πούμε μια Μπάρμπι που φλέρταρε με πορνογραφικούς όρους αισθητικής. Αυτό άλλωστε πουλούσε και γι’ αυτό ακριβώς πληρωνόταν. Το κορίτσι με το κόκκινο μαγιό που τόνιζε τις υπερχειλίζουσες καμπύλες της και με το ηδυπαθές πρόσωπο που πυροδοτούσε ερωτικές φαντασιώσεις. Η «ναυαγοσώστρια» του τηλεοπτικού “Baywatch” που στοίχειωνε τις «φουσκοθαλασσιές» των εφήβων. Αλλωστε καλλιεργούσε και η ίδια αυτόν τον μύθο με τις «διαρροές» προσωπικών της στιγμών (όπως λέμε στην επίσημη γλώσσα τα σεξουαλικά στιγμιότυπα).
Ηταν τότε η Πάμελα Αντερσον μια Μέριλιν Μονρόε της εποχής; Δεν θυμάμαι αν της είχα κάνει την ερώτηση ή αν το είχα αναλογιστεί εγώ, πάντως δεν ίσχυε. Η Μέριλιν είχε καταφέρει να δείχνει ότι απολαμβάνει τη σεξουαλικότητα και τον αισθησιασμό της (παρόλο που, όπως λένε τα βιογραφικά της ντοκουμέντα, την πλήγωνε και την «άδειαζε»). Η γυναίκα όμως που καθόταν απέναντί μου στη σουίτα του αθηναϊκού ξενοδοχείου και που ήταν αδύνατον – είτε άνδρας ήσουν είτε γυναίκα – να μη σκαλώσει το βλέμμα σου επάνω της έμοιαζε ήδη παραιτημένη από την εικόνα της. Και όσο κι αν προσπαθώ να αποφύγω κλισέ τύπου «είχε μια μελαγχολία το βλέμμα της», όντως ήταν σαν να κοιτούσε κάτι άλλο, κάτι που δεν υπήρχε. Θυμάμαι ότι ήταν ευγενέστατη αλλά «απούσα» από τη συζήτησή μας. Και θυμάμαι επίσης ότι δεν έκανα με μεγάλο κέφι εκείνη τη συνέντευξη. Τι να ρωτήσω άλλωστε μια bimbo; Μια γυναίκα που έκανε καριέρα ως ερωτική φαντασίωση, χωρίς το ελάχιστο καλλιτεχνικό άλλοθι. Μια «κατασκευή». Που περιέφερε απλώς το φουσκωμένο στήθος της, τα φουσκωμένα χείλη της, τα φουσκωμένα ζυγωματικά της; Ωστόσο, πίσω από αυτή τη «φούσκα» είχα διακρίνει μια πραγματική ομορφιά. Τι κρίμα που δεν την άφησε να ανθήσει χωρίς «λιπάσματα», είχα σκεφτεί.
Και να που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Η Πάμελα Αντερσον, προς το τέλος της δεκαετίας των πενήντα της, είχε σχεδόν ξεχαστεί. Η συγκεκριμένη «βιομηχανία» πρέπει συνεχώς να ανανεώνεται με νέα σάρκα. Τη φανταζόσουν να ποζάρει σε κάποια γκαλά με τα «κουρέλια» της παλιάς της δόξας, μια θλιβερή προσπάθεια να παρατείνει τη σεξουαλικότητά της, να αποδείξει ότι είναι ακόμη επιθυμητή, όπως αυτές που βλέπουμε κατά συρροή και στο εξωτερικό και στη χώρα μας.
Η Πάμελα Αντερσον όμως μας την έκανε. Εβγαλε όλες τις «φούσκες» από επάνω της μαζί με τα εξτένσιον, τις ψεύτικες βλεφαρίδες, τα ζωγραφιστά φρύδια, τα σέξι ρούχα. Σαν να «ξεντύθηκε» όλη τη ζωή της. Δεν είναι εύκολο. Τόσες δεκαετίες αυτή ήταν η σιγουριά της. Οταν την είδα στις φωτογραφίες, στα 58 της χρόνια, εντελώς αμακιγιάριστη αλλά με ένα καθαρό πλέον βλέμμα, ήταν σαν να έβλεπα, παρά τις ρυτίδες που δεν θέλει πια να κρύψει, ένα νέο κορίτσι. Σαν εκείνη η γυναίκα που συνάντησα τότε στην Αθήνα να κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα την ουτοπία προς την οποία κοιτούσε.
Γεια σου, βρε Λίαμ
Και η Πάμελα Αντερσον είναι τώρα ζευγάρι με τον Λίαμ Νίσον, 16 χρόνια μετά τον θάνατο της συντρόφου του Μιράντα Ρίτσαρντσον. Ενα ζευγάρι που πριν από 20 χρόνια θα φαινόταν εντελώς ασύμβατο. Και τώρα σε κάνει να χαμογελάς με την ηρεμία, την ευτυχία και τη συμβατότητα που βλέπεις στις φωτογραφίες. Ενα ζευγάρι που μας προκαλεί έκπληξη διότι είναι… κανονικό. Μακάρι να έχουμε περάσει στην εποχή που η πραγματικότητα βγάζει κι αυτή τα μπιχλιμπίδια και τα φτιασιδώματα.







