Υπάρχει κάτι το εξαιρετικά σύγχρονο στην ίδια την τραγωδία του Ευριπίδη «Ιππόλυτος» (428 π.Χ.) και στον τρόπο που ο ποιητής διαχειρίζεται το θέμα και τους ήρωές του. Γραμμένη μέσα στις αναταραχές της εποχής του, κοινωνικές και πολιτικές, με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο να έχει ήδη αρχίσει και τον λοιμό να έχει κάνει πια την εμφάνισή του στην Αθήνα, ο ποιητής θέτει στο επίκεντρο την εκδίκηση. Ολοι οι ήρωες αποδεικνύονται υποχείρια των θεών, και ειδικά της θεάς Αφροδίτης, με κύριο στόχο τον Ιππόλυτο, που όμως θα συμπαρασύρει και τη Φαίδρα αλλά και τον Θησέα. Ολοι πέφτουν στην παγίδα της θεάς, χωρίς να καταφέρουν να γλιτώσουν.

Προσκολλημένος στην αγνότητα και αρνούμενος να αποδώσει τιμές στη θεά Αφροδίτη, ο Ιππόλυτος γίνεται εν αγνοία του θύμα της. Η θεά γεννά στη μητριά του τη Φαίδρα έναν απαγορευμένο έρωτα και την οδηγεί στην αυτοκτονία, αφού πρώτα η Τροφός έχει μοιραστεί το μυστικό της Φαίδρας με τον ίδιο τον Ιππόλυτο. Πεθαίνοντας όμως η Φαίδρα κατηγορεί τον Ιππόλυτο μέσα από το γράμμα που αφήνει στον Θησέα. Η επιστροφή του Θησέα θα οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, καθώς η οργή του πατέρα προς τον γιο θα τον οδηγήσει στην εκδίωξή του και ουσιαστικά στον θάνατό του. Λίγο πριν ξεψυχήσει ο Ιππόλυτος, θα επιστρέψει για τη συγχώρεση.

Η παράσταση

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου συνάντησε αυτή τη ματιά του Ευριπίδη και τη μετουσίωσε σε μια σύγχρονη παράσταση με εξαιρετικό ρυθμό, δύναμη, υψηλή αισθητική και άρτια δουλεμένο θίασο. Μέσα στο οργιώδες τοπίο – από τα πιο ευφάνταστα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη, όπου το βαλτώδες τοπίο προειδοποιεί εξαρχής για τους κινδύνους που ελλοχεύουν -, η θεά Αφροδίτη έρχεται για να δημιουργήσει την αίσθηση της απειλής. Και θα ολοκληρώσει το σχέδιό της. Με μια κάμερα στο χέρι κι ένα σχεδόν διαστημικό κοστούμι, με την ευλυγισία και την εκφραστικότητά της, η Ελενα Τοπαλίδου καταγράφει τα τεκταινόμενα ενώ δεν παραλείπει να εστιάσει (προκλητικά) και στον εαυτό της. Τα πλάνα αποτυπώνονται σε μεγέθυνση στο Παλάτι (οθόνη) που δεσπόζει στο βάθος της σκηνής. Και είναι η ίδια που ως θεά Αρτεμις έρχεται, εις μάτην, να προστατεύσει τον νεαρό Ιππόλυτο.

Η Στεφανία Γουλιώτη είναι μια Φαίδρα εμποτισμένη από έρωτα και πάθος, διαλυμένη ψυχικά, με ενσωματωμένο το δράμα της, καθώς πνίγεται μεταφορικά και αληθινά. Η Χριστίνα Μαξούρη, με ένταση και σχολιαστική, σχεδόν, ειρωνική διάθεση, φέρει στη σκηνή την Τροφό στην πλήρη εκδοχή της. Μέσα σε αυτό το ισχυρό πλαίσιο, ο Γιάννης Τσορτέκης/Θησέας και ο Ορέστης Χαλκιάς/Ιππόλυτος διαχειρίζονται μεστά, ο πρώτος με όχημα την εκδίκηση και ο δεύτερος με όχημα τη νεότητα και την αλαζονεία, τους ρόλους τους. Ο Εξάγγελος του Δημήτρη Παπανικολάου διαθέτει στιβαρότητα, αίσθημα ευθύνης και συναίσθημα – εξαιρετικός. Τέλος, ο οκταμελής Χορός των Κυνηγών πάλλεται και συγχρονίζεται με τον τετραμελή των κοριτσιών, και όλοι μαζί συμμετέχουν σε αυτόν τον οργασμό της φύσης και της επιθυμίας, όπου οι ήχοι και η μουσική (ζωντανά στην παράσταση) του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη τον καθορίζουν.

Ο «Ιππόλυτος» ξεκίνησε την πορεία του το καλοκαίρι του 2023 στην Επίδαυρο και περιόδευσε στην Ελλάδα και την Κύπρο. Η παράσταση συμμετείχε την περασμένη άνοιξη στο Hong Kong Arts Festival – ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα της Ασίας, με την ανανεωμένη διανομή που είδαμε και στο Ηρώδειο.

Θέατρο και Ακαδημία

Το πιο σημαντικό είναι το ίδιο το γεγονός:       ότι η θεατρική τέχνη, στην πρακτική της εκδοχή και όχι στη θεωρητική, μπήκε στην Ακαδημία Αθηνών, επισήμως και από τη μεγάλη, κεντρική πόρτα. Η νεοϊδρυθείσα Εδρα «Θεατρικής Τέχνης» έστω και με καθυστέρηση αποτελεί πλέον πραγματικότητα και διορθώνει, ίσως, μια αδικία χρόνων εις βάρος του θεάτρου. Κι αν αναρωτιέται κανείς αν το θέατρο χρειάζεται επισημότητες και τίτλους για να επιβιώσει και να παραμείνει ζωντανό, η διάρκειά του στο διάβα των αιώνων δίνει την απάντηση. Αλλά την ίδια στιγμή αξίζει και τις διακρίσεις και τις τιμές…

Κι αν στερήθηκαν τον τίτλο του ακαδημαϊκού κάποιοι εκ των εργατών αυτής της τέχνης, που, προφανώς, τον δικαιούνταν, ήρθε η ώρα μιας νέας εποχής για το θέατρο. Ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός (φωτογραφία) είναι ο πρώτος που έλαβε τον τίτλο του ακαδημαϊκού στην έδρα αυτή, στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη στο Μέγαρο της οδού Πανεπιστημίου, όπου ακολουθήθηκε όλο το τελετουργικό: τον προσφώνησε ο πρόεδρος Μιχάλης Τιβέριος, για το έργο και την προσφορά του μίλησε ο ακαδημαϊκός Μιχάλης Σταθόπουλος και τέλος ο ίδιος ο σκηνοθέτης έκανε την καθιερωμένη ομιλία της υποδοχής. Μια ομιλία γεμάτη ζωντάνια και γοητεία. Να θυμίσω ότι από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού θεάτρου που εισήλθαν στην Ακαδημία Αθηνών ήταν ο Σπύρος Ευαγγελάτος, το 2005, στην έδρα όμως «Επιστήμη του Θεάτρου: Ιστορία, Φιλολογία, Θεωρία». Εγινε μάλιστα και πρόεδρος το 2013 – αντιπρόεδρος το ’12.

Θέατρο και Ακαδημία λοιπόν: έννοιες παράλληλες ή τεμνόμενες; Η αλήθεια είναι ότι τα παράγωγα της λέξης ακαδημία – ακαδημαϊκός, ακαδημαϊσμός κ.ο.κ. – λειτουργούν ως αρνητικά σχόλια για μια παράσταση και θυμίζουν παρελθοντικές, ίσως και ξεπερασμένες μεθόδους. Πράγματι. Η τέχνη, συν τοις άλλοις, χρειάζεται έμπνευση, πάθος, ενθουσιασμό. Ωστόσο μια ακαδημαϊκή έδρα για το θέατρο, ως «πρακτικός του θεάτρου», όπως τόνισε και ο Στάθης Λιβαθινός, δεν έρχεται για να αλλοιώσει την υφή του. Κάθε άλλο. Ερχεται για να της προσδώσει μια τιμή που της αξίζει και με το παραπάνω…