«Η μνήμη είναι ένα τέρας που λέει ψέματα»
Η χιλιανή συγγραφέας μιλάει για την πολιτική αλλαγή στη γενέτειρά της, ύστερα από την εκλογή του αριστερού Γκαμπριέλ Μπόριτς, και το μυθιστόρημά της «Η ζώνη του λυκόφωτος» για τα εγκλήματα επί Πινοτσέτ
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Η συγγραφέας και ηθοποιός Νόνα Φερνάντες από τη Χιλή διερευνά σε σχεδόν όλο το έργο της τη σύνδεση της κρυμμένης συλλογικής μνήμης με τα κομμάτια της ατομικής ιστορίας. Ανασύρει από τα αρχεία της αιματηρής πινοτσετικής περιόδου μαρτυρίες που συμπληρώνουν σιγά σιγά το παζλ του παραλογισμού. Αφορμή στο μυθιστόρημα «Η ζώνη του λυκόφωτος» (μτφ. Κώστας Αθανασίου, Gutenberg) δίνεται από ένα πραγματικό γεγονός: το 1984 ένας μυστηριώδης άνδρας, που αποδεικνύεται μέλος της διαβόητης μυστικής αστυνομίας, μπαίνει σ' ένα ημιπαράνομο περιοδικό της αντιπολίτευσης και αρχίζει να καταδίδει τις μεθόδους του καθεστώτος. Ηταν η πρώτη φορά που κάτι ανάλογο έβλεπε το φως της δημοσιότητας και τότε δημιούργησε πραγματικό σοκ στην κοινωνία.
Πώς μπορούμε να οικοδομήσουμε την κοινή μνήμη απέναντι στην επιλεκτική μνήμη και τη λήθη; Τι είδους τραύματα μπορεί να αφήσει ο έλεγχος της μνήμης;
Η μνήμη και η λήθη είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος και η χρήση ή η αχρησία τους καθορίζεται από το πλαίσιο κάθε κοινότητας. Κάθε λαός γνωρίζει πόσα οφείλει να θυμάται και πόσα οφείλει να ξεχάσει. Αυτή η άσκηση όμως δεν μπορεί να επιβληθεί με μια εντολή, δεν υπάρχει κανόνας, δεν υπάρχει θεσμός που να το οργανώνει, δεν μπορεί να επισημοποιηθεί. Η ανάγκη για θύμηση είναι εγγενής στον άνθρωπο, όπως και αυτή για λήθη. Κάθε κοινότητα, με τρόπο φυσικό και αρμονικό, οφείλει να οργανώνει αυτά τα όρια. Ωστόσο, η Ιστορία μάς διδάσκει πως αυτοί που την αφηγούνται είναι πάντα οι νικητές που επισημοποιούν τη μνήμη και μας επιβάλλουν τι να θυμόμαστε και τι να ξεχνάμε. Πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι είναι αδύνατον να εγκαθιδρυθεί μια μνήμη μονοσήμαντη. Μία και μόνη εκδοχή των γεγονότων, μια εκδοχή επίσημη, είναι ο χειρότερος εχθρός της μνήμης. Πρέπει να είμαστε δύσπιστοι μπροστά στη μνήμη που καθιερώνεται ως ένας τρόπος να μας καθησυχάζει. Η άσκηση της μνήμης πρέπει να μας φέρνει σε αντιπαράθεση και να μας αφυπνίζει, όχι να μας κατευνάζει, όχι να μας αφήνει στην ησυχία μας. Η αληθινή μνήμη είναι παρούσα και πρέπει να είναι ζωντανή, όχι αγκυλωμένη, όχι κρυπτογραφημένη σε διάσημες φράσεις ή σε κάποιο ράφι ή σε εγχειρίδια Ιστορίας. Η μνήμη είναι ένα τέρας που λέει ψέματα και ασάφειες και το οποίο κατασκευάζεται με πολλές εκδοχές, με πολλά βλέμματα. Μόνο γνωρίζοντάς το είναι δυνατόν να τα πας καλά μαζί του. «Τη γραπτή μνήμη πρέπει να την επινοήσει κανείς», έλεγε ο Χόρχε Σεμπρούν, ο ισπανός συγγραφέας που έγραψε πολλά για την παραμονή του σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εγώ υιοθετώ αυτή την ιδέα. Οι αναμνήσεις είναι θραυσματικές, ασταθείς και παραπλανητικές, και μόνο η φαντασία τις συμπληρώνει. Αυτό που δεν ξέρουμε, αυτό που δεν θυμόμαστε, αυτό για το οποίο δεν έχουμε πληροφορίες, αυτό για το οποίο μας έκλεψαν τη μνήμη, μπορούμε να το φανταστούμε. Νομίζω ότι όλα μου τα βιβλία μιλούν γι' αυτό, για το ότι είναι αδύνατον να θυμάται κανείς και για την ανάγκη να φανταζόμαστε μια αφήγηση που να μας περικλείει.
Το μυθιστόρημά σας έχει ως βάση τη μαρτυρία του «άνδρα που βασάνιζε». Ποιος ήταν στην πραγματικότητα και τι πυροδότησε αυτή η ιστορία;
Ο Αντρές Βαλενσουέλα Μοράλες ή ο άνδρας που βασάνιζε ήταν ένας πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών του Πινοτσέτ που αποφάσισε να μιλήσει στους εχθρούς του και να διηγηθεί όλα όσα ήξερε μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, όταν το να μιλήσει και να λιποτακτήσει κανείς σήμαινε θάνατο. Υπήρχε κάτι εκεί, μια χειρονομία ανθρωπιάς, διαύγειας, μέσα στην καταστροφή και τη φρίκη, που με γοήτευε να τη διηγηθώ. Η πρόσφατη ιστορία της Χιλής είναι οργανωμένη σε άσπρο και μαύρο, με πολύ λίγα γκρίζα, κι εκεί είναι εύκολο να βολέψει κανείς τη συνείδησή του και να πάρει απόσταση από το κακό, να το δει ως κάτι εξωτερικό, ως κάτι που υπάρχει σε κάποιον μακρινό άλλο, κι αυτό είναι τόσο βολικό, έτσι δεν είναι; Αυτός ο άνθρωπος είναι ένα γκρίζο, είναι ένας τόπος άβολος, θύμα και θύτης, κάθαρμα και ήρωας, ένα ον αταξινόμητο, μισό τέρας, μισό άγγελος. Αυτή η συνθήκη μού φαίνεται πως έχει ενδιαφέρον να τη συλλογιστεί κανείς. Στη Χιλή διατηρούνται ακόμη πολλές συμφωνίες σιωπής ανάμεσα στους στρατιωτικούς κι αυτό έχει μπλοκάρει τη Δικαιοσύνη και τη ζωή των οικογενειών των θυμάτων. Είναι ένα τρομακτικό τραύμα που δεν έχει κλείσει εξαιτίας της ατιμωρησίας. Το να επικεντρωθώ στην απόφαση του Αντρές Βαλενσουέλα ήταν κάτι που μου φάνηκε ενδεδειγμένο.
Από την πρώτη στιγμή, η αφηγήτριά σας αναρωτιέται με ένταση γιατί πρέπει να ξαναζήσει όλες αυτές τις φρικαλεότητες του παρελθόντος. Τι επιδιώκει στην πραγματικότητα να διερευνήσει;
Οι αναμνήσεις είναι μια σφραγίδα ταυτότητας. Εκεί βρίσκουμε τον εαυτό μας, σ' αυτόν τον σωρό από σπασμένα και ακατάστατα καθρεφτάκια που περιέχουν τη βιογραφία μας. Εζησα την παιδική μου ηλικία σε ένα πλαίσιο σκοτεινό, παράξενο. Εχω καθρέφτες που αντανακλούν συγκεχυμένες στιγμές από εκείνη την εποχή. Δυσκολευόμουν να καταλάβω γιατί οι ενήλικοι μας προστάτευαν με τη σιωπή τους ή γιατί απλώς δεν ήταν εκεί. Μεγάλωσα νομίζοντας ότι εκείνος ο ατελής χάρτης στον οποίο έζησα θα ξεκαθάριζε με την έλευση της δημοκρατίας, όμως δεν συνέβη έτσι. Μιας δημοκρατίας «στο μέτρο του εφικτού», που για να υπάρξει συμβιβάστηκε σε πολλά πράγματα, μεταξύ των οποίων και για μέρος της μνήμης της. Οπότε ένιωσα την αίσθηση ότι υπήρχαν επεισόδια της ίδιας μου της ζωής που ήταν θεόκλειστα. Αρχισα τότε μια συγγραφική έρευνα για όλα εκείνα που βίωσα, που άκουσα, που είδα και που δεν είχαν βρει θέση στην επίσημη Ιστορία. Ασχολούμαι μ' αυτό είκοσι χρόνια. Γράφοντας, σιγά σιγά συμπλήρωνα τον δικό μου καθρέφτη. Η μεγάλη Ιστορία δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την προσωπική μας. Είμαστε κομμάτι της, είμαστε μπλεγμένοι σ' αυτή και έχουμε την υποχρέωση να συνεισφέρουμε σε αυτό το φωτογραφικό άλμπουμ, να μην αφήσουμε να μας την αφηγούνται άλλοι, να μην αφήσουμε να τη γράψουν άλλοι για μας.
Η αφήγηση βασίζεται σε ντοκουμέντα, θραύσματα ιστοριών τρόμου πραγματικής ζωής. Ποιος είναι ο στόχος αυτής της αφηγηματικής στρατηγικής;
Αρχικά, δεν μου ήταν σαφές τι θα έκανα με όλο το υλικό που συγκέντρωνα. Κάποια στιγμή σκέφτηκα πως θα ήταν ένα μυθιστόρημα στο στυλ του Τζον λε Καρέ, κάτι που πάντα ήθελα να κάνω, με κατασκόπους, προδότες και διώκτες, όμως το υλικό μπροστά στο οποίο βρέθηκα ήταν τόσο ευαίσθητο, που αισθάνθηκα ότι δεν μπορούσε να παραβιαστεί από τη μυθοπλασία. Ολοι οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι πραγματικοί, με ιστορίες που δεν είναι γνωστές και που αξίζουν να εστιάσει κανείς σ' αυτές. Δεν χρειαζόταν να επινοήσω, μόνο να οργανώσω και να παρουσιάσω όλο αυτό το υλικό που είχα συσσωρεύσει. Ακουγα και ύφαινα το υλικό με όλη τη λεπτότητα που χρειαζόταν και με στόχο ο τρόμος τον οποίο εκθέτω να πατάει σε μια όμορφη πλατφόρμα, να είναι περιτυλιγμένος με ένα βάλσαμο που θα επιτρέπει στον αναγνώστη και στην αναγνώστρια να μπαίνει και να θέλει να μείνει εκεί. Ετσι, το βιβλίο άρχισε να παίρνει αυτή την υβριδική μορφή του χρονικού, του δοκιμίου, της βιογραφίας, της μυθοπλασίας και του ντοκουμέντου. Νιώθω όλο και πιο άνετα με τέτοια βιβλία, υβριδικά, χωρίς εφικτή ταξινόμηση, μακριά από κάθε ετικέτα. Ζούμε σε καιρούς τόσο παράξενους, όπου μας επιβάλλεται η σημασία των συνόρων από όλες τις πλευρές, την εδαφική, τη φυλετική, την κοινωνική, την πολιτική, την έμφυλη, επινοήσεις για να ασκείται έλεγχος επάνω μας. Ετσι, το γεγονός ότι αναπτύσσω αυτή την υβριδική γραφή έχει αρχίσει να είναι μια στάση, όχι μόνο αισθητική, αλλά και ηθική. Τουλάχιστον στην επικράτεια των βιβλίων μου δεν υπάρχουν τείχη και σύνορα.
Ευχαριστούμε τον μεταφραστή της Νόνα Φερνάντες, Κώστα Αθανασίου, για τη μετάφραση των απαντήσεων από τα ισπανικά.
«Ανάγκη να σκεφτούμε συλλογικά»
Στις πρόσφατες εκλογές στη Χιλή, η συμμαχία της Αριστεράς έφτασε στην εξουσία. Τι σημαίνει αυτή η αλλαγή και ποιες είναι οι προσδοκίες από τη νέα κυβέρνηση;
Ζούμε όντως εποχή μεγάλων ελπίδων. Μια διαδικασία συγγραφής νέου Συντάγματος με αντιπροσωπευτικότητα και ισοτιμία και με τη συμμετοχή των αυτόχθονων λαών, μια συντακτική διαδικασία που είναι προϊόν μιας κοινωνικής εξέγερσης και κατά την οποία συγγράφεται ένα νέο Σύνταγμα που, επιτέλους, θα αφήσει πίσω του το παράνομο Σύνταγμα της δικτατορίας του Πινοσέτ. Και τώρα η πρόσφατη ορκωμοσία μιας νέας κυβέρνησης που έχει τη διάθεση να εφαρμόσει το νέο Σύνταγμα και τις βαθιές αλλαγές που απαιτεί ο κόσμος. Αν όμως είναι μια στιγμή ιστορική και γεμάτη ελπίδα, συνάμα ξέρουμε ότι για να αντέξει μέσα στον χρόνο θα απαιτήσει πολλή δουλειά και αντίσταση, λόγω της τρομακτικής ισχύος που έχει η οικονομική Δεξιά της Χιλής, που αντιστέκεται στην απώλεια των προνομίων της. Και αρχίζουν ήδη να κάνουν τα δικά τους.
Πρόσφατα είχαμε το ξέσπασμα της πανδημίας, τώρα του πολέμου. Ποιο είναι το μέλλον των δημοκρατιών μας, των ελευθεριών μας κ.λπ. Μήπως μπαίνουμε σε έναν νέο ιστορικό κύκλο;
Μακάρι να είχα μια απάντηση σχετικά με το μέλλον των δημοκρατιών μας. Η πανδημία μάς δίδαξε να συμβιώνουμε με σκληρό τρόπο με την αβεβαιότητα, και πιστεύω πως το μέλλον της ανθρωπότητας είναι αυτό, μια απόλυτη αβεβαιότητα. Ο πόλεμος, η υγειονομική κρίση και ο περιβαλλοντικός συναγερμός μάς στέλνουν σινιάλα για την ανάγκη να σκεφτούμε συλλογικά μια παγκόσμια λύση για να μείνει ζωή πάνω στον πλανήτη. Ομως κατά τα φαινόμενα για τις δημοκρατίες μας είναι πολύ δύσκολο να μας αντιληφθούν όλους τους ανθρώπους σαν ένα μεγάλο σύνολο. Αυτή τη στιγμή προσπαθώ μόνο να αφοσιωθώ στην ορμή αυτού του φρέσκου αέρα, αυτής της αλλαγής που προσπαθούμε να οικοδομήσουμε, σε πείσμα όλων των δυσκολιών.
{1BSYG}Νόνα Φερνάντες{1BSYG}{2BTIT}«Η ζώνη του λυκόφωτος»{2BTIT}{3BEKD}Μτφ. Κώστας ΑθανασίουΕκδ. GutenbergΣελ. 303{3BEKD}{4BTIM}Τιμή 15 ευρ{4BTIM}ώ
