Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Το Μαξίμου μετακινείται ταχέως σε θέση αντεπίθεσης στο πολιτικό τερέν. Αναθεωρήσεις προτεραιοτήτων, ανασύνταξη αφηγημάτων και διλημμάτων προς τους πολίτες, πιθανοί ελιγμοί και σίγουρα πάντως μια στρατηγική μετωπικής σύγκρουσης σε όλα τα επίπεδα με την αξιωματική αντιπολίτευση έρχονται πλέον μπροστά. Η κυβέρνηση φαίνεται να ανασχεδιάζει την τακτική της μετά τον εγκλωβισμό της (πολιτικά, επικοινωνιακά, διαχειριστικά) στην πίεση της «Ελπίδας», έπειτα από το σφυροκόπημα για την αποτυχημένη διαχείριση του χιονιά στην Αττική, αλλά και ύστερα από τους ήπιους τόνους που πρόκρινε απέναντι στην κριτική των πολιτικών αντιπάλων της, συγκριτικά με τα ντεσιμπέλ που έχει ανεβάσει εξαρχής σε παλιότερες περιόδους ισχυρής αμφισβήτησης της επιτελικότητάς της. Με την ίδια ταχύτητα που δημοσίως ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειχνε έως τώρα ότι αφήνει κάτω το γάντι Τσίπρα για πρόωρες εκλογές και το επίμονο συριζαϊκό σύνθημα «παραιτηθείτε», αποφάσισε να σηκώσει το γάντι της πρότασης δυσπιστίας. Τη στροφή Μαξίμου δείχνουν τόσο η γρήγορη επίσημη αντίδρασή του αμέσως μόλις αποκαλύφθηκαν οι προθέσεις του Αλέξη Τσίπρα, το περιεχόμενό της και η συμφωνία για άμεση έναρξη της τριήμερης διαδικασίας στη Βουλή. Επιπλέον ανεβάζει τους τόνους απέναντι στον αρχηγό του Κινήματος Αλλαγής Νίκο Ανδρουλάκη, χρεώνοντάς του «επιδερμική προσέγγιση» απέναντι σε σοβαρά θέματα αλλά και «αντιφατική στάση» και «στροφή στα αριστερά» σε ό,τι αφορά τις πρώτες τοποθετήσεις του για την πρόταση δυσπιστίας.
Είναι σαφές ότι τόσο τα… απόνερα της «Ελπίδας», που εξακολουθούν να παρασύρουν αρνητικά την κυβέρνηση, όσο και η απόφαση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να τραβήξει το συγκεκριμένο κοινοβουλευτικό «όπλο» λειτουργούν ως επιταχυντές πολιτικών εξελίξεων. Αλλωστε και μόνο με το γύρισμα των προβολέων στη Βουλή, όπου συνεχίζεται σήμερα η συζήτηση, ο δημόσιος διάλογος και η πολιτική αντιπαράθεση των τελευταίων ημερών θα ξεφύγουν από το στενό πλαίσιο της διαχειριστικής επάρκειας του κράτους στην κακοκαιρία και θα μεταφερθούν σε ευρύτερη και αμιγώς πολιτική ατζέντα. Στο πλαίσιο αυτό και με το βλέμμα όλων προφανώς στον εκλογικό ορίζοντα, τα επιτελεία… ξανακοιτάζουν έναν έναν τους στρατηγικούς στόχους τους και τα περιθώρια κινήσεών τους.
Σε Μαξίμου και Πειραιώς έχει εμπεδωθεί η πεποίθηση ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγούνται από «πανικό» λόγω του «πολιτικού αδιεξόδου και της δημοσκοπικής πίεσης», αναζητώντας παντού «σωσίβια». Εξ ου και στο πρωθυπουργικό γραφείο είναι ειλημμένη η απόφαση να διατυπωθεί άμεσα προς τους πολίτες το… ανανεωμένο κυρίαρχο δίλημμα της κάλπης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιστρατεύει κατά διαστήματα φράσεις όπως «σταθερότητα ή περιπέτειες» προκειμένου να φωτίσει τη γραμμή της αυτοδυναμίας, ωστόσο ο δρόμος φαίνεται να επαναχαράσσεται με νέα αφετηρία την παρέμβαση του Πρωθυπουργού την Κυριακή. Και αυτός καταλήγει στο ερώτημα «με το σήμερα ή με το χθες;». Με αυτό θα πάει σε εκλογές ο Μητσοτάκης, επιχειρώντας ήδη από αυτό το τριήμερο - και με προδιαγεγραμμένους τους υψηλούς τόνους του - συγκρίσεις εφ' όλης της ύλης μεταξύ της διακυβέρνησής του και της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια στιγμή είναι πολλοί - και στο γαλάζιο στρατόπεδο και όχι μόνο στην αντιπολίτευση που βλέπουν το 2022 ως εκλογικό έτος - οι οποίοι αντιλαμβάνονται την αυριανή κορύφωση της κόντρας και την καθιέρωση πια του κλίματος πόλωσης ως επίσημη αφετηρία προεκλογικής περιόδου. «Τώρα θα αναδειχθούν ανάγλυφα οι τεράστιες διαφορές μας από τον ΣΥΡΙΖΑ, το σκοτεινό παρελθόν και οι προοπτικές του αύριο» σημείωναν νεοδημοκρατικές πηγές. Είναι ενδεικτικό ότι και προ των δύο… πυροκροτητών εξελίξεων, της κακοκαιρίας και της μομφής δηλαδή, και παρά τις δημόσιες αναφορές Μητσοτάκη για «εκλογές στο τέλος της τετραετίας», δεν έλειπαν στο παρασκήνιο οι γαλάζιες φωνές που δεν απέκλειαν (ή ακόμα και εισηγούνταν στο πρωθυπουργικό περιβάλλον) ανάληψη πρωτοβουλίας εντός του 2022. Με εκτιμήσεις σε κάθε περίπτωση για κάλπες το αργότερο την άνοιξη του 2023.
Αλλαγές στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς
Οπως πιστεύουν κομματικά στελέχη, τα «απόνερα» της «Ελπίδας» που εξακολουθούν να κρατούν την κυβέρνηση σε θέση απολογίας και διαχείρισης του πολιτικού κόστους, μαζί με την κινητικότητα στην Κεντροαριστερά και τις «κινήσεις απόγνωσης» που χρεώνουν στην Κουμουνδούρου, εντείνουν την προοπτική για αλλαγές στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, άμεσους ή σε μεταγενέστερο χρόνο μετά την υπέρβαση της διπλής κρίσης ακρίβειας και πανδημίας. Προς «ανασχεδιασμούς» έδειξε επίσημα και ο Πρωθυπουργός στην πρώτη παρέμβασή του για τις επιπτώσεις του χιονιά και τις ανεπάρκειες του κρατικού μηχανισμού, όσο και αν μέχρι χθες δεν εστίαζε σε υπουργούς, προτίμησε συνολικά τις αποστάσεις από πρόσωπα και μίλησε αποκλειστικά για παρεμβάσεις σε δομές και διαδικασίες συντονισμού. Ειδικά για την Πολιτική Προστασία, το πλάνο Μητσοτάκη προβλέπει τη συγκρότηση κεντρικής δομής με ειδικές επιτροπές διαχείρισης κρίσεων που θα έχουν μεταβλητή σύνθεση (και απαραίτητη φυσική παρουσία κάθε εμπλεκομένου σε μια «αίθουσα πολέμου») καθώς και ειδικά πρωτόκολλα ανάλογα με την περίπτωση. Στόχος, ένα πρόσωπο να έχει την απόλυτη ευθύνη την ώρα της κρίσης για τη σύνδεση και την αδιάκοπη διά ζώσης συνεννόηση υπουργών, δημάρχων, περιφερειαρχών, υπηρεσιών, ιδιωτών κ.ο.κ.
Τα σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόµου
Την ίδια στιγμή που οι εξελίξεις τροφοδοτούν εκ νέου «στοιχήματα» για τις επόμενες πολιτικές κινήσεις Μητσοτάκη, την εκλογολογία τροφοδοτούν εσχάτως τα σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου. Το Μαξίμου δημοσίως απέρριψε προ ημερών το ενδεχόμενο νέας τροποποίησης της νομοθεσίας. Εκτός δημόσιας σφαίρας ωστόσο οι σχετικοί ψίθυροι συνεχίζονται σε πολιτικούς κύκλους, με ανταλλαγή εκτιμήσεων για το πότε το πρωθυπουργικό γραφείο θα ξεκλειδώσει τέτοιες σκέψεις στο φόντο του διακηρυγμένου στόχου του για «σταθερή, μονοκομματική» κυβέρνηση. Η φημολογία σέρνεται επί ημέρες σε μια περίοδο που τόσο η κυβέρνηση και η ΝΔ όσο και η αντιπολίτευση προσπαθούν να «διαβάζουν» συνολικά το πολιτικό σκηνικό, αλλά ο δρόμος για να… φουντώσει άνοιξε προσφάτως από τρεις κυβερνητικές λέξεις. «Αυτή τη στιγμή», είπε ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης, το κυβερνητικό επιτελείο δεν προχωρεί σε καμία τέτοια συζήτηση. Και αυτομάτως ακόμα και σε γαλάζια γραφεία πυροδοτήθηκαν κουβέντες ότι η υπουργική αποστροφή μαρτυρά πως η συζήτηση θα ανοίξει «κάποια άλλη στιγμή» καθ' οδόν προς τις εκλογές.
Η ιδέα αλλαγής του νόμου έχει πράγματι υποστηρικτές, που θέλουν χαμηλότερα, περίπου στο 35%-36%, τον πήχη της αυτοδυναμίας στις μεθεπόμενες κάλπες (μετά την απλή αναλογική του ΣΥΡΙΖΑ), σε σχέση με το ποσοστό της τάξης του 38% του ισχύοντος συστήματος. Και οι ίδιοι κύκλοι επιστρατεύουν πρωτίστως το επιχείρημα της ανάγκης για «πολιτική σταθερότητα» στη χώρα προκειμένου να αποφύγει τον κίνδυνο πισωγυρίσματος ενόσω «αλλάζει οριστικά σελίδα». Ολα αυτά φτάνουν στο πρωθυπουργικό περιβάλλον, το οποίο προσώρας κλείνει τη σεναριολογία ότι σχεδιάζονται αλλαγές προτού εφαρμοστεί ο νόμος της ενισχυμένης αναλογικής. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο δεν θέλουν να εκπέμπουν εικόνα ανασφάλειας, αντίθετα επιδιώκουν να προβάλλουν την αυτοπεποίθησή τους ότι αφενός αναγνωρίζουν και στέκονται στα πραγματικά προβλήματα των πολιτών που ζητούν «μεγάλες αλλαγές», αφετέρου ότι είναι επιτεύξιμος ο υψηλός δείκτης της αυτοδυναμίας. Οπως λένε, στα πρώτα δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης, υπό συνθήκες τεράστιας πίεσης και με την πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «ούτε πείθει ούτε μπορεί να διευρύνει την εκλογική βάση του», η κυβέρνηση διατηρεί ψηλά τα ποσοστά της και μπορεί να τα βελτιώσει χωρίς περαιτέρω ελιγμούς με την υπέρβαση των κρίσεων και με την εφαρμογή του αρχικού πολιτικού σχεδίου της. Το βέβαιο είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπενθυμίζοντας με κάθε ευκαιρία τα πεπραγμένα της διακυβέρνησής του σε σχέση με την τετραετία Τσίπρα, αλλά και τις διαφορές στο ύφος και τα πρόσωπα των δύο περιόδων, δεν δείχνει να υποχωρεί από τη στρατηγική της αυτοδυναμίας.