Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ἐνἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος. Ο λόγος περί του πράγματος, όχι το πράγμα μέσα στον (ορθό) Λόγο διευθετημένο. «Αυτή η φωνή που ξαναγυρίζει πάντα, χαμηλή» (Raven). Λόγος που μετέχει στην ύπαρξη, στη ζωή τού πράγματος, που σέβεται τους τρόπους του, που εκμαιεύει διακριτικά τις όποιες σημασίες του. Αυτό τον λόγο οφείλει, όσο δύσκολο κι αν είναι, να μιλά εκ μέρους όλων ο ποιητής. «Ο θαλασσινός άνεμος και η δροσιά της αυγής / υπάρχουν χωρίς να το ζητήσει κανένας» (Επί σκηνής). Ο λόγος ως καταφυγή και θύλακoς εμπειρίας, δηλαδή νοήματος. Το μέγα - οντολογικά - ζητούμενο: η ελεύθερη, αυτόβουλη, προσωπική σχέση του καθενός μας, μέσα στις εκάστοτε συνθήκες, με τα πρόσωπα και τα πράγματα. Από εμάς εξαρτάται αν θα αποδεχτούμε και πώς θα διαχειριστούμε τη σχέση μαζί τους.
Η ποίηση, πρωτίστως, είναι εκφώνηση, και δη αισθητικά οργανωμένη. Η υψηλή μοναξιά του ποιητή είναι για να μοιράζεται και να παρηγορεί. Ο ποιητικός λόγος αποκαθιστά τη γλώσσα ως ηδονική ακρόαση. Το ποίημα είναι συμμετοχική απόλαυση: ο ρυθμός, η μουσικότητα, το μέτρο, η ομοιοκαταληξία σε όλα τα είδη τους εξημερώνουν και την πιο ακραία συνθήκη, φέρνουν στα μέτρα του ανθρώπου και το πιο παράδοξο, την πιο δύστροπη και αντίξοη βιωτή. Για να διαπιστώσουμε ότι «ο κόσμος ήταν εύκολος», εν τέλει, «ένας απλός παλμός» (Ερωτικός λόγος).
Μια πατρίδα αποτελείται από μικρές, ατομικές πατρίδες. Το αφήγημα ενός έθνους, το δακτυλικό αποτύπωμά του στον χρόνο, είναι κάτι δυναμικό, κάτι που πλάθεται. Από τον κάθε έναν: συμβάλλων ο κάθε κοινωνός. Συνίσταται από νησίδες οπτικών και στάσεων, και εν τέλει νοήματος: τρόπων και μορφών αντίληψης και έκφρασης, που καθίστανται συλλογικές, κοινόχρηστες, οικείες σε όλους. Χρέος του δημιουργού, πόσω μάλλον του ποιητή, είναι να τις φωτίζει, να τις ανασύρει από τον κοινωνικό θόρυβο προς το συλλογικό συνειδητό, και (ανα)μορφωμένες - τελικά, ξανά - προς το κοινό ασυνείδητο. Χρέος του να βοηθά να κατανοήσουμε αν και σε ποιο βαθμό, ως συλλογικότητα, τις κατέχουμε ήδη. Πρόκειται για μια διαδικασία σχεδόν «φυσικής επιλογής», που συντελείται σε επίπεδο κοινωνικών κοσμοειδώλων και κωδίκων. Παραδόξως, όμως, αποδεικνύεται σε βάθος χρόνου ότι μπορούν να συνυπάρχουν σε αυτή, για παράδειγμα, ο Κάλβος, ο Καβάφης, ο Θεόφιλος κι ο Μακρυγιάννης, δημιουργώντας έναν αιρετικό εθνικό «κανόνα», όχι ως συμπίλημα αλλά ως πολύρριζο οργανισμό.
Καμία δημιουργία, πόσω μάλλον η ποίηση, δεν είναι ιστορικά ή ηθικά αθώα. Η αρχοντιά (ή ο ευτελισμός) της γλώσσας και του ύφους, ο ζήλος των δημιουργών, ο ορίζοντας των σημασιών αναμετριούνται με τη συγκεκριμένη εποχή, τις συγκεκριμένες συνθήκες («Ποιες είναι οι Πλάτρες;») για να τις αποδώσουν και να τις ξεπεράσουν. Και δοκιμάζουν τις αντοχές τους σε θεμελιώδη, αρχετυπικά ηθικά ζητούμενα («Πού είν' η αλήθεια;», Ελένη) προκειμένου να τα εντάξουν γόνιμα στο εκάστοτε παρόν.
Μη διστάζεις να συντάσσεσαι με την εκλεκτή μειοψηφία. «Μιλούσες για πράγματα που δεν τα 'βλεπαν κι αυτοί γελούσαν» (Θερινό ηλιοστάσι). Με κάθε κόστος. Και απαραίτητη προϋπόθεση του ενσυνείδητου, υπεύθυνου βίου είναι μια ορισμένη, θα λέγαμε, υπαρξιακή διαστολή. «Ο δύσκολος πόνος να νιώθεις τα πανιά του καραβιού σου φουσκωμένα από τη θύμηση και την ψυχή σου να γίνεται τιμόνι» (Πάνω σ' έναν ξένο στίχο). Η νοηματοδότηση της ζωής συντελείται ως διαχείριση αυτής ακριβώς της υπαρξιακής αλλοίωσης από τη συνάντησή μας, την τριβή με πρόσωπα και ιδέες - σε συνθήκες που ενίοτε μας ξεπερνούν.
Ασκήσεις, τα παραπάνω, για ν' αναλάβουμε τον πιο μεγαλειώδη ρόλο μας: τη σχέση με την προσωρινότητα. Η καλλιτεχνική δημιουργία ως πράξη συλλαμβάνει το αποτύπωμα του ρυθμού ενός ανθρώπινου βίου. Αυτό που τελικά θα μείνει από «μια ζωή που ήτανε / σωστή κι έγινε σκόνη και βούλιαξε μέσα στην άμμο / αφήνοντας πίσω της μονάχα εκείνο το απροσδιόριστο / λίκνισμα που μας ζάλιζε μιας αψηλής φοινικιάς» (Ενας γέροντας στην ακροποταμιά).
«Μα ποιος ποιητής· ...μήπως ήσουν εσύ; μήπως εγώ;» (Τρίτη, Σημειώσεις για μια εβδομάδα). Ο σεφερικός λόγος είναι τόσο ερεθιστικά συνδηλωτικός, που προκαλεί τον αναγνώστη να προβληθεί στο ποίημα και, ει δυνατόν, να το αναδομήσει. Τότε το σεφερικό έργο, τότε η ποίηση ολοκληρώνει τον σκοπό της. «Εγώ τελείωσα· να γινότανε τουλάχιστο να αρχίσει κάποιος άλλος αποκεί που τελείωσα εγώ... Η μηχανή στο σημείο να ξεκινήσει. Μπορώ μάλιστα να τη φανταστώ σε κίνηση, ζωντανή, σαν κάτι ανυποψίαστα (κι όχι διατυμπανίζοντας "νέους" προσφορότερους, "σεφερικότερους" τρόπους, και μάλιστα για όλους μας) καινούριο» (Αντρας, Ο Στρατής Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο).
Η Δήμητρα Κωτούλα είναι ποιήτρια. Η τελευταία της συλλογή με τίτλο «Θα ήσουν παντελώς ανυπεράσπιστος» κυκλοφορεί από τις εκδ. Πατάκη (2021)