Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Στη σύγχρονη κοινοβουλευτική δημοκρατία η αντιπολίτευση επιτελεί και επιδιώκει τον κυβερνητικό έλεγχο, την παρουσίαση των δικών της προτάσεων για τα ζητήματα που απασχολούν τη χώρα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να πείσει τους πολίτες ότι είναι ικανή να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου.
Τα εργαλεία για τον σκοπό αυτό εκτείνονται από τον κλασικό κοινοβουλευτικό έλεγχο και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες έως τη σύσταση εξεταστικών επιτροπών και την πρόταση δυσπιστίας εντός του κοινοβουλίου, ενώ, πέρα από αυτό, η παρουσίαση των θέσεων στα ΜΜΕ, η διά ζώσης ή απομακρυσμένη λόγω των συνθηκών επαφή με τους πολίτες ενδυναμώνει την αντιπολιτευτική τακτική.
Προχωρώντας, λοιπόν, πέρα από το θεωρητικό υπόβαθρο της συζήτησης, ας προσπαθήσουμε να δούμε με ποιον τρόπο η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση προσεγγίζει τον θεσμικό της ρόλο και με ποια εργαλεία επιδιώκει την επίτευξη των στόχων της.
Οσον αφορά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, αντλώντας στοιχεία από την πρόσφατη έκδοση του ηλεκτρονικού περιοδικού της Βουλής «Επί του Περιστυλίου» για την περίοδο από τον Ιούλιο του 2019 έως και τον Δεκέμβριο του 2020, στον τομέα της κατάθεσης των επίκαιρων ερωτήσεων που ως είθισται υποβάλλονται κυρίως από τους βουλευτές των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τις περισσότερες τις έχει υποβάλλει το Κίνημα Αλλαγής με 346 και ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με 267 κατατεθειμένες επίκαιρες ερωτήσεις και το ΜέΡΑ 25 με 212. Εβδομήντα εννέα (79) λοιπόν λιγότερες ερωτήσεις από ένα κόμμα (ΚΙΝΑΛ) που διαθέτει το 1/4 της κοινοβουλευτικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ και 55 περισσότερες από το ΜέΡΑ 25 που διαθέτει το 1/10 των βουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης που στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αξιοποίησε περισσότερο το κοινοβουλευτικό μέσο των επερωτήσεων, αφού από τις 35 που κατατέθηκαν οι 21 έγιναν από τον ΣΥΡΙΖΑ. (Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος βέβαια δεν σχετίζεται ούτε καθορίζεται αποκλειστικά με ποσοτικά μεγέθη, ο αριθμός ωστόσο των ερωτήσεων και των επερωτήσεων είναι ενδεικτικός της δραστηριότητας και της έντασης με την οποία ασκείται.
Πέρα από τα αριθμητικά δεδομένα όμως η συνολική αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ενός καθαρού εναλλακτικού σχεδίου δράσης για όλα τα μείζονα ζητήματα του τελευταίου ενάμισι έτους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας αποπνέουν μια αίσθηση «μη ετοιμότητας», εκπέμπουν μια εικόνα αδυναμίας που εκκινεί και εδράζεται σε μια εσωτερική αντίφαση σχετικά με τον τελικό στόχο. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να ταλανίζεται από ένα είδος υπαρξιακής αναζήτησης για το αν τελικά θέλει και επιδιώκει να είναι μια κυβερνητική πρόταση ή αρέσκεται στον ρόλο μιας οραματικής πολιτικής δύναμης που αδυνατεί, ωστόσο, να μετουσιώσει αυτά τα οράματα σε κυβερνητικές πρακτικές.
Η απότομη πολιτική ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ και η μετατροπή του από ένα κόμμα διαμαρτυρίας σε κυβερνητική δύναμη είναι σαφές ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Πολλά από τα στελέχη του φαίνεται να μην έχουν αποκτήσει ακόμη απόλυτη συνείδηση του ρόλου που καλούνται να διαδραματίσουν στο πολιτικό περιβάλλον της χώρας.
Ο Αλέξης Τσίπρας αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της διεύρυνσης και ενσωμάτωσης και άλλων πολιτικών δυνάμεων πέραν της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς, ωστόσο μεγάλο μέρος του στελεχικού του δυναμικού συνεχίζει να προτάσσει την ιδεολογική καθαρότητα έναντι της κυβερνητικής προοπτικής. Περισσότερο φαίνεται να έχουν επενδύσει στη λογική του «ώριμου φρούτου» και να αναμένουν τη νομοτελειακή πολιτική φθορά της κυβέρνησης.
Η θέση όμως αυτή έχει σοβαρό αντίκτυπο όχι μόνο στο σύνολο του εκλογικού σώματος, αλλά και στους ίδιους τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι με τη σειρά τους τηρούν μια στάση αναμονής, καθώς δεν αντιλαμβάνονται τις πραγματικές προθέσεις του κόμματος και, ως εκ τούτου, δυσκολεύονται να ταυτιστούν και να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές του αντιπολιτευτικού μηνύματος.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε αυτή τη φάση, πριν απ' όλα καλείται να πείσει την εκλογική του βάση και στη συνέχεια να διευρύνει το μήνυμα και στην υπόλοιπη κοινωνία που, παρά τις κυβερνητικές αστοχίες του τελευταίου διαστήματος, δεν μπορεί να διακρίνει ακόμη την εναλλακτική πρόταση.
Ο Αντώνης Παπαργύρης είναι διευθυντής Ερευνών της GPO