Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Στο χθεσινό του χρονογράφημα στην El Paίs, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα ασχολείται με έναν συγγραφέα που έφυγε νωρίς από την πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στη Σουηδία. Εκεί παντρεύτηκε, εκεί απέκτησε παιδιά, εκεί έγραφε, εκεί πέτυχε. Ωσπου μια μέρα κόλλησε. Δεν μπορούσε πια να γράψει. Το σύνδρομο της λευκής σελίδας κράτησε μέρες, εβδομάδες, μήνες, ώσπου αποφάσισε να γυρίσει στο χωριό του. Και εκεί, αφού συνάντησε γνωστούς και φίλους που τον αναγνώρισαν, του τραγούδησαν και τον τίμησαν, ξύπνησε ένα πρωί και, τρέμοντας από συγκίνηση και φόβο, άρχισε και πάλι να γράφει.
Ο συγγραφέας είναι ο Θοδωρής Καλλιφατίδης. Το χωριό στο οποίο επέστρεψε είναι οι Μολάοι Λακωνίας. Και το βιβλίο που εκθειάζει ο διάσημος περουβιανός συνάδελφός του είναι το «Μια ζωή ακόμα», που κυκλοφόρησε το 2016 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης αλλά μόλις μεταφράστηκε στα ισπανικά. Δεν είναι μόνο η ίδια η ιστορία, γράφει. Είναι και ο τρόπος που την περιγράφει ο Καλλιφατίδης, λες και ήταν κάτι απλό και καθημερινό, όχι ο ψυχολογικός κατακλυσμός που πρέπει να αποτέλεσε γι' αυτόν η εκ νέου ανακάλυψη της γλώσσας της νιότης του, της γλώσσας που είχε αντικαταστήσει για δεκαετίες στο γράψιμό του μ' εκείνη του μετανάστη.
Ο Βάργκας Λιόσα αναγνωρίζει ότι εκείνος δεν είχε τέτοια τύχη. Από την Αρεκίπα του Περού όπου γεννήθηκε έφυγε σε ηλικία ενός έτους, πριν ξεκινήσουν οι αναμνήσεις του. Και τη Λίμα, όπου κατέληξε στα έντεκα, τη σιχαινόταν, γιατί ήταν μακριά από τους παππούδες και τους θείους του. Ομως πάντα πίστευε ότι το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί είναι να είσαι πολίτης του κόσμου. Οτι τα σύνορα αποτελούν την πηγή όλων των κακών. Και ότι όσο ο εθνικισμός δεν σηκώνει το φρικτό του κεφάλι, είναι καλό να νοσταλγείς τη γλώσσα που έχασες, τις γειτονιές όπου έπαιζες μικρός, το σχολείο όπου σπούδασες, την καθημερινότητα στο πατρικό σου σπίτι.
Η πρόκληση είναι βέβαια να μπορείς να το κάνεις αυτό ακόμη κι όταν ο εθνικισμός σηκώνει κεφάλι. Να αγαπάς την πατρίδα σου χωρίς να τη θεωρείς ανώτερη από τις άλλες. Και ταυτόχρονα να πονάς τους ανθρώπους που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη δική τους πατρίδα, να θαλασσοδέρνονται για μέρες και να γίνονται στο τέλος παιχνίδι εθνικιστών όπως ο Σαλβίνι και υποκριτών όπως ορισμένοι άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες που εναποθέτουν τις ελπίδες για επίλυση του Προσφυγικού στην Τουρκία και τη Λιβύη.
Ο Καλλιφατίδης επέστρεψε στους Μολάους για να ανακτήσει την έμπνευσή του και να ζήσει «μια ζωή ακόμα». Οι απελπισμένοι του Open Arms ξέρουν ότι αν επιστρέψουν στους δικούς τους Μολάους, τους περιμένουν ο πόλεμος, η φτώχεια και όλων των ειδών οι εξευτελισμοί. Η μετανάστευση έχει πολλά πρόσωπα, κανένα δεν είναι ευχάριστο. Και για κάθε success story υπάρχουν χίλια ανθρώπινα δράματα.