Σε όλες τις οικονομίες του κόσμου χωρίς εξαίρεση, η επιχειρηματικότητα αποτελεί τη δημιουργική δύναμη που συνδυάζει τους άλλους τρεις συντελεστές παραγωγής (κεφάλαιο, εργασία και γη), στο πλαίσιο μιας επιχείρησης, για τη δημιουργία πλούτου. Χωρίς επιχειρηματικότητα δεν μπορεί να αναληφθεί το «ρίσκο», ο κίνδυνος, δηλαδή, μιας μικρής ή μεγάλης επένδυσης που θα αυξήσει την παραγωγή και την παραγωγικότητα, θα ενισχύσει τα εισοδήματα των εργαζομένων και θα τονώσει τελικά το ΑΕΠ μιας χώρας.

Προφανώς, η κατεύθυνση που θα πάρει η επένδυση, αν θα είναι δηλαδή σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας ή όχι, εξαρτάται από το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, όπου εκδηλώνεται η επιχειρηματικότητα. Προφανώς, ο επιχειρηματίας θα ενδιαφερθεί να επενδύσει σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας μόνον αν βρίσκεται σε χώρα με εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό υψηλών δεξιοτήτων. Συνεπώς, η υψηλής ποιότητας εκπαίδευση μπορεί σε σημαντικό βαθμό να προσανατολίσει τις επενδύσεις, εφόσον βεβαίως υπάρχει διαθέσιμο κεφάλαιο από το τραπεζικό σύστημα ή την εγχώρια και διεθνή κεφαλαιαγορά.

Ομως, για να είναι διατεθειμένες οι τράπεζες ή οι εγχώριοι και διεθνείς επενδυτές να χρηματοδοτήσουν μια επιχείρηση ώστε να μπορέσει να υλοποιήσει μια επένδυσή της, χρειάζεται εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη αρχικά από την πλευρά των τραπεζών προς την επιχείρηση και τη βιωσιμότητα του επενδυτικού της σχεδίου και βέβαια προς το μέλλον μιας οικονομίας. Αλλά και εμπιστοσύνη από την πλευρά της επιχείρησης, στη δυνατότητα μιας οικονομίας να προοδεύσει με την κατάλληλη οικονομική πολιτική που θα εφαρμόσει οποιαδήποτε κυβέρνηση.

Χωρίς την ύπαρξη αυτής της διπλής εμπιστοσύνης, δύσκολα εκδηλώνεται η επιχειρηματικότητα σε τομείς αιχμής με αξιοποίηση της υψηλής ποιότητας ανθρωπίνου δυναμικού. Αντί γι’ αυτό, η επιχειρηματικότητα στρέφεται μόνο σε επενδύσεις χωρίς ιδιαίτερες προοπτικές και πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.

Στη χώρα μας, δεν φαίνεται να υπάρχει έλλειμμα επιχειρηματικότητας. Αντίθετα, τα τελευταία χρόνια η επιχειρηματικότητα αφθονεί, αν κρίνει κανείς από το πλήθος των «start-ups» που έχουν προταθεί από νέους φιλόδοξους έλληνες επιχειρηματίες. Επίσης, δεν φαίνεται να λείπει και το υψηλά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο μάλιστα «περισσεύει» και αναζητά απασχόληση στο εξωτερικό.

Ομως, το τραπεζικό σύστημα δείχνει διστακτικό στη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων, όχι μόνο λόγω έλλειψης κεφαλαίων (μειωμένες καταθέσεις, κόκκινα δάνεια) αλλά και λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Την ίδια έλλειψη εμπιστοσύνης επιδεικνύουν και οι ξένοι επενδυτές, προκειμένου να πραγματοποιήσουν άμεσες επενδύσεις στη χώρα μας.

Το μεγάλο ζητούμενο συνεπώς για την Ελλάδα προκειμένου να γίνουν επενδύσεις, δεν φαίνεται να είναι ούτε η επιχειρηματικότητα ούτε η εκπαίδευση, αλλά η έλλειψη εμπιστοσύνης. Αυτό ακριβώς το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως με την έγκαιρη τήρηση των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων έναντι των δανειστών μας, αλλά και με την άσκηση οικονομικής πολιτικής, σταθερά προσανατολισμένης στη διατήρηση της ισορροπίας στον δημοσιονομικό τομέα και στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών της χώρας μας.

Ο Ναπολέων Μαραβέγιας είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και αντιπρύτανης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών