Πώς μπορεί να σχετίζονται οι πολιτικές για την ασφάλεια με την ανάπτυξη; Ή με το δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα; Η απάντηση είναι ότι στον σύγχρονο κόσμο σχεδόν όλα σχετίζονται μεταξύ τους.

Η κάθε χώρα και η κάθε πόλη διεκδικεί πλέον με τον τρόπο της τους πολίτες που έχει ανάγκη. Τους επιστήμονες και τους επιχειρηματίες που θα δημιουργήσουν πλούτο με τις ιδέες και τη δουλειά τους, αλλά και τα εργατικά χέρια, όπου αυτά είναι απαραίτητα για μια επένδυση. Γι’ αυτό πέραν της τουριστικής προβολής οι πόλεις αρχίζουν να διαφημίζονται διεθνώς ως τόποι διαμονής και εργασίας. Και μαντέψτε: σε κανέναν πλούσιο ή φτωχό, μορφωμένο ή όχι, δεν αρέσει να ζει, να εργάζεται, πόσω μάλλον να στήσει το σπιτικό του και να μεγαλώσει τα παιδιά του σε μια χώρα ή σε μια πόλη με υψηλή εγκληματικότητα.

Το αίσθημα της ασφάλειας, λοιπόν, αποτελεί απαραίτητη βάση, ώστε πάνω σε αυτή να οικοδομηθούν πολιτικές για την ανάπτυξη, την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας ή μέτρα για την αντιμετώπιση του δημογραφικού. Αυτό πρέπει να έχουν στο μυαλό τους και οι έλληνες δήμαρχοι που οφείλουν να έχουν φωτίσει τις γειτονιές και να συντηρούν αυτό τον φωτισμό πριν κάνουν μεγαλόπνοα αναπτυξιακά σχέδια, αλλά κυρίως οι κυβερνήσεις, που πριν καλέσουν τους ξενιτεμένους νέους Ελληνες να επιστρέψουν στη χώρα ή τους Ελληνες και ξένους να επενδύσουν πρέπει να έχουν φροντίσει να διασφαλίσουν συνθήκες ασφάλειας.

Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες ή τουλάχιστον στις πιο πλούσιες. Η πιο γνωστή περίπτωση παγκοσμίως είναι αυτή της Νέας Υόρκης, που αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα εγκληματικότητας. Προβλήματα τα οποία μεγεθύνονταν ακριβώς λόγω της διασημότητας της πόλης και την ιδιότητά της ως τουριστικού προορισμού. Ο τότε δήμαρχος Ρούντολφ Τζουλιάνι ακολούθησε τη λογική της σκληρής αντιμετώπισης της μικρής εγκληματικότητας, ώστε μ’ αυτόν τον τρόπο να δημιουργηθεί ένα σπιράλ επιβολής του νόμου, καθιστώντας την πόλη του παράδειγμα προς μίμηση στις άλλες αμερικανικές πόλεις.

Η Ελλάδα σήμερα οφείλει να επενδύσει σε ένα νέο μοντέλο αστυνόμευσης, ιδίως για την πρωτεύουσά της, το οποίο βασίζεται στην αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης, της τεχνολογίας και της ενεργού συμμετοχής των πολιτών. Η γενικευμένη αίσθηση ανασφάλειας όχι μόνο κλονίζει αυτή τη βάση που είναι απαραίτητη για την οικοδόμηση άλλων πολιτικών, όπως περιγράψαμε παραπάνω, αλλά ωθεί και άλλους νέους, παιδιά γηγενών ή μεταναστών, να αναζητήσουν άλλες πολιτείες ασφαλέστερες για να ζήσουν.

Δεν αρκεί λοιπόν να φτιάξουμε ασφαλείς πόλεις, που σε συνδυασμό με άλλα χαρακτηριστικά (κλίμα, υποδομές, φορολογικά κίνητρα) θα γίνουν πόλος έλξης για Ελληνες και ξένους, αλλά και να τις προβάλουμε ως τέτοιες.

Ο Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος Επικοινωνίας και Πολιτικής Διαχείρισης και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας