Γιατί χρειάστηκε ένας ολόκληρος χρόνος για να επιτευχθεί ένα προσχέδιο συμφωνίας για το Brexit ανάμεσα στους ευρωπαίους και τους βρετανούς διαπραγματευτές;
Λονδίνο και Βρυξέλλες συμφώνησαν σχετικά γρήγορα για τον επονομαζόμενο λογαριασμό του διαζυγίου και τα δικαιώματα τόσο των ευρωπαίων πολιτών στη Βρετανία όσο και των βρετανών πολιτών στην ΕΕ (αν και με τρόπο μη ικανοποιητικό για πολλούς από αυτούς). Το «αγκάθι» ήταν τα σύνορα ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας που θα γίνουν μετά το Brexit και τα σύνορα ανάμεσα στο ΗΒ και την ΕΕ. Λόγω της ταραγμένης ιστορίας της νήσου, και οι δύο πλευρές θέλουν να αποφύγουν «σκληρά σύνορα» με τελωνειακούς ελέγχους που θα μπορούσαν να γίνουν εστία τριβών. Σε βάθος χρόνου, τα σύνορα αυτά θα γίνουν θεωρητικά μη θέμα με βάση τους όρους της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου που αναμένεται να υπογράψουν οι δύο πλευρές κάποια στιγμή μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, στις 29 Μαρτίου του 2019. Επειδή όμως η συμφωνία αυτή μπορεί να μην έχει επιτευχθεί πριν από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, τον Δεκέμβριο του 2020, η ΕΕ επέμεινε σε μια δικλίδα ασφαλείας (backstop), ώστε να αποφευχθούν τα σκληρά σύνορα μέχρι να τεθεί σε εφαρμογή ια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Ο καβγάς για τη μορφή αυτή της δικλίδας είναι που καθυστερούσε τη συμφωνία.
Πώς επιλύθηκε λοιπόν το ζήτημα;
Σύμφωνα με την «Guardian», με εκατέρωθεν υποχωρήσεις. Από την ευρωπαϊκή πλευρά, ο επικεφαλής διαπραγματευτής Μισέλ Μπαρνιέ αποδέχθηκε την ιδέα μιας τελωνειακής ένωσης όλου του ΗΒ με την ΕΕ, ικανοποιώντας την αξίωση του ΗΒ να προστατευτεί η εδαφική ακεραιότητά του. Σε αντάλλαγμα, όμως, η Βρετανία πρέπει να συμφωνήσει πως δεν θα έχει το δικαίωμα να εγκαταλείψει το backstop εκτός και μέχρις ότου συμφωνήσει η ΕΕ πως δεν υπάρχει προοπτική επιστροφής σε σκληρά σύνορα. Επιπλέον, θα πρέπει να αποδεχθεί μία «βαθύτερη» τελωνειακή και ρυθμιστική ευθυγράμμιση της Βόρειας Ιρλανδίας με την ενιαία αγορά της ΕΕ. Οπως δήλωσαν ευρωπαϊκές πηγές στο Reuters, εάν δεν υπάρξει εμπορική συμφωνία έως το τέλος της μεταβατικής περιόδου, τον Δεκέμβριο του 2020, η Βρετανία θα έχει δύο επιλογές. Μία θα είναι η παράταση της μεταβατικής περιόδου, πιθανώς έως το τέλος του 2021. Η άλλη θα είναι να προχωρήσει σε μια «στοιχειώδη» τελωνειακή ρύθμιση που θα καλύπτει όλο το ΗΒ, αλλά θα αφήνει τη Βόρεια Ιρλανδία πιο στενά ευθυγραμμισμένη με τους τελωνειακούς κανονισμούς και τα πρότυπα παραγωγής της ΕΕ.
Μόνο που στο Λονδίνο φωνάζουν όλοι – και η αντιπολίτευση, και το DUP, και οι σκληροπυρηνικοί Συντηρητικοί. Μπορεί να περάσει η Μέι τη συμφωνία αυτή από το Κοινοβούλιο;
Σε ένα πρώτο στάδιο, την «πέρασε» χθες από το έκτακτο υπουργικό συμβούλιο. Η συμφωνία μπορεί λοιπόν να οριστικοποιηθεί και να επικυρωθεί σε πολιτικό επίπεδο στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ που προγραμματίζεται, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Λέο Βαράντκαρ, για τις 25 Νοεμβρίου. Το κείμενο της συμφωνίας αναμένεται να τεθεί κατόπιν προς ψήφιση, πριν από τα Χριστούγεννα, στη βρετανική Βουλή. Το πώς θα διεξαχθούν η συζήτηση και η ψηφοφορία δεν έχει ακόμη αποφασιστεί και υπάρχουν έντονες διαφωνίες για το θέμα αυτό, καθώς θα μπορούσε να συμβάλει στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Η Μέι θα χρειαστεί σε κάθε περίπτωση περίπου 320 ψήφους για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στην 650μελή Βουλή των Κοινοτήτων -ανάλογα με τις αποχές και τις απουσίες. Οι Τόρις έχουν 315 βουλευτές, μαζί με τους 10 βουλευτές του DUP φτάνουν τους 325. Με τα σημερινά δεδομένα, ωστόσο, η έγκριση της συμφωνίας θεωρείται πολύ δύσκολη. Μία ήττα της Μέι στη Βουλή θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανατροπή της κυβέρνησής της, γενικές εκλογές, ακόμα και σε ένα δεύτερο δημοψήφισμα.