Φτερό στον άνεμο των αγορών μοιάζουν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, αλλά και οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο. Οι τραπεζικές μετοχές δέχονται ανελέητο σφυροκόπημα με κάθε αφορμή ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων κάθε άλλο παρά ανταποκρίνονται σε σκηνικό καθαρής εξόδου.

Την ίδια ώρα, κόντρα στα βαρίδια της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας, ο προϋπολογισμός καταρρίπτει κάθε ρεκόρ πρωτογενούς πλεονάσματος. Η κυβέρνηση προετοιμάζεται για τη διανομή κοινωνικού μερίσματος και τα πρώτα βήματα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής το 2019 επιδιώκοντας να στηρίξει το αφήγημα επιστροφής στην κανονικότητα.

Τα μηνύματα από τις αγορές όμως δείχνουν σε διαφορετική κατεύθυνση ενώ μετά τις προειδοποιήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, χθες και το Δημοσιονομικό Συμβούλιο σήμανε τον κώδωνα κινδύνου.

Η αφορμή για το χθεσινό σφυροκόπημα των τραπεζικών μετοχών στο Χρηματιστήριο ήταν η έξοδος τριών τραπεζικών μετοχών (Εθνική, Eurobank και Πειραιώς) από τον δείκτη MSCI. Η υποχώρηση της κεφαλαιοποίησής τους κάτω ή στις παρυφές του ορίου του 1 δισ. ευρώ εμφανίζεται ως η βασική αιτία.

ΟΙ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ. Πίσω από την κατρακύλα της κεφαλαιοποίησης κρύβονται οι ανησυχίες της επενδυτικής κοινότητας αναφορικά με την υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος υπό το βάρος κόκκινων δανείων (88,6 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα), σε περιβάλλον αδυναμίας φθηνής χρηματοδότησης από την ΕΚΤ ή τις αγορές και με την πιστωτική επέκταση στα τάρταρα όσο ο ρυθμός ανάπτυξης δεν καταγράφει εντυπωσιακές επιδόσεις.

Η πορεία του τραπεζικού δείκτη στο Χρηματιστήριο από το καλοκαίρι και μετά είναι ενδεικτική. Μετά την απόφαση του Eurogroup τον Ιούνιο, ο τραπεζικός δείκτης προσεγγίζει τα υψηλά έτους, στις 926 μονάδες. Η «καθαρή» έξοδος της 20ής Αυγούστου συμπίπτει με βουτιά στις 715 μονάδες και ακολουθεί πτώση στη ζώνη των 450 μονάδων. Χθες ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε με απώλειες 7,10% (484,21 μονάδες) και ο γενικός δείκτης στις 634,64 μονάδες με απώλειες 1,45%.

Στο ίδιο διάστημα, οι αποδόσεις των δεκαετών ελληνικών ομολόγων κινούνται αντίστροφα. Είχαν υποχωρήσει έως το 3,8% στο τέλος Ιουλίου, αλλά από τις αρχές Αυγούστου κινούνται σταθερά πάνω από το 4% και χθες ξεπέρασαν ακόμα και το 4,5%. Το οικονομικό επιτελείο υποστηρίζει πως η βασική αιτία της ανόδου των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων είναι η ιταλική κρίση, αλλά οι διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν και άλλους παράγοντες. Η ασθενική επίδοση των ρυθμών ανάπτυξης, οι ανησυχίες σχετικά με τον τραπεζικό κλάδο, ο φόβος αναστροφής μεταρρυθμίσεων και η είσοδος σε προεκλογική τροχιά με ό,τι κινδύνους συνεπάγεται βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη των αναλύσεων.

ΕΣΤΙΕΣ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ. Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο χθες επισήμανε πέντε εστίες αβεβαιότητας για το 2019. Κωδικοποιημένα αφορούν την πορεία εξομάλυνσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, τις συνθήκες δανεισμού του Δημοσίου από τις αγορές, τις επιπτώσεις του δημογραφικού και του brain drain, το διεθνές περιβάλλον (Ιταλία, εμπορικοί πόλεμοι, γεωπολιτικές εντάσεις) και «το αρνητικό ιστορικό προηγούμενο ενός εκλογικού δημοσιονομικού κύκλου με διαχρονικά αποσταθεροποιητική δυναμική».

Ειδικά στο τελευταίο ζήτημα το Δημοσιονομικό Συμβούλιο προσθέτει πως «οι κοινωνικές πιέσεις οι οποίες πηγάζουν από τη μακρόχρονη εφαρμογή μέτρων δημοσιονομικής λιτότητας και διεγείρονται από θεμιτές ή μη προσδοκίες που μπορεί να στηρίζει η λήξη της περιόδου μνημονιακής εποπτείας σηματοδοτούν μια περίοδο εύλογης ανόδου των κοινωνικών εντάσεων. Το γεγονός ότι η περίοδος αυτή συμπίπτει με ένα εκλογικό έτος θα αποτελέσει μια ισχυρή δοκιμασία για τις νέες δομές και τις δυνάμεις υποστήριξης της συνεπούς εκτέλεσης της δημοσιονομικής πολιτικής όπως έχει σχεδιαστεί και πρόκειται να εγκριθεί σε ευρωπαϊκό και εθνικό πλαίσιο».

Οι προειδοποιήσεις, έρχονται σε μία περίοδο όπου η εκτέλεση του προϋπολογισμού εκπέμπει το μήνυμα «λεφτά υπάρχουν» και το πολιτικό προσωπικό εμφανίζεται έτοιμο να τα δώσει όλα. Τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δείχνουν πρωτογενές πλεόνασμα 6,460 δισ. ευρώ στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου όταν ο στόχος ήταν για πλεόνασμα μόλις 3,584 δισ. ευρώ.

ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ. Πίσω από την εκρηκτική υπεραπόδοση κρύβονται δραματική υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (υστέρηση 1,3231 δισ. ευρώ στις δαπάνες), υστέρηση 717 εκατ. ευρώ στις πρωτογενείς δαπάνες, μειωμένες επιστροφές φόρων κατά 770 εκατ. ευρώ (το υπουργείο υποστηρίζει ότι έχουν πληρωθεί περισσότερα από το πρόγραμμα εξόφλησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων), αλλά και σημαντική υπέρβαση στα φοροέσοδα κατά 860 εκατ. ευρώ.

Με τα ίδια «υλικά», της υπερφορολόγησης και της υστέρησης των δημοσίων επενδύσεων το πρωτογενές πλεόνασμα πέρυσι ξεπέρασε το 4% του ΑΕΠ. Ανεπίσημες εκτιμήσεις οι οποίες είδαν το φως της δημοσιότητας ανεβάζουν το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης έως το 4,5% του ΑΕΠ. Μια τέτοια εξέλιξη θα σήμαινε υπερπλεόνασμα 1,8 δισ. ευρώ, δίνοντας στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να παίξει τα ρέστα της με κοινωνικό μέρισμα και επιδόματα έως και 1,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο.

Πηγές του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους έσπευσαν χθες να χαμηλώσουν τον πήχη των προσδοκιών. «Τα μεγέθη αυτά είναι εκτός πραγματικότητας» σημειώνουν, προδικάζοντας σημαντική υπέρβαση του στόχου (3,5% του ΑΕΠ), θέτοντας όμως τον πήχη του υπερπλεονάσματος πολύ χαμηλότερα από 1,8 δισ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση όμως, άλλες πηγές εκτιμούν πως στο τέλος του έτους το κοινωνικό μέρισμα θα είναι μεγαλύτερο από το περσινό (700 εκατ. ευρώ).