Η ηλεκτρονική του διεύθυνση είναι ο τόπος της καταγωγής του και η χρονολογία της γέννησής του. Δεν τη γράφω ολόκληρη, για ευνόητους λόγους, αν και πιστεύω ότι ο Κώστας Γαβράς θα απαντούσε ευχαρίστως και άμεσα σε μέιλ που θα ερχόταν από την Ελλάδα. Σημειολογικά, και αν μιλούσαμε σε μια γλώσσα κινηματογραφικών τίτλων, αυτή την αναφορά στον γενέθλιο τόπο και χρόνο θα τη λέγαμε «Το αγόρι που άφησε πίσω». Στη «δική μας» πάλι γλώσσα, τη δημοσιογραφική, το λέμε «η χαρά του συντάκτη». Ενας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες της Ευρώπης είναι πάντα εκεί, έτοιμος και πρόθυμος να μιλήσει στα ελληνικά Μέσα είτε πρόκειται για το Μπατακλάν είτε για τις φήμες που τον ήθελαν, κάποτε, να αναλαμβάνει επικεφαλής μεγάλου καλλιτεχνικού οργανισμού. Ή ακόμη για το… αν έχει πεθάνει, όπως κυκλοφόρησε στα τέλη Αυγούστου.

Ο Γαβράς που έφυγε από το αρκαδικό χωριό του σε ηλικία 18 ετών – πάμφτωχος, κυνηγημένος σχεδόν λόγω του αριστερού πατέρα του και ονειροπόλος – κουβαλά την Ελλάδα όχι όμως ως γραφική καρτ ποστάλ, αλλά ως σύγχρονη (σε κάθε εποχή) πραγματικότητα. Θεωρώ ότι περισσότερο ταιριάζει το «τη νοιάζεται» από το «την αγαπάει». Γι’ αυτό και έχει την παρρησία να αναγνωρίσει ότι οι πληγές που άφησε πίσω του το 1951 μπορεί να επιστρώθηκαν με πολλά «χέρια» ευμάρειας, αλλά, με τον «νοτιά», πονάν ακόμη. Ουσιαστικά κοσμοπολίτης – γι’ αυτό και πραγματικά απλός -, άνθρωπος που σκέφτεται με την καρδιά και αισθάνεται με το μυαλό, βαθιά πολιτικοποιημένος χωρίς να είναι δογματικός, ανταποκρίνεται με την ίδια θέρμη είτε αναγορεύεται επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής είτε τον καλούν για να τον τιμήσουν σε ένα χωριό της Αρκαδίας. Ή στο Περιστέρι όπου τον είδα πέρυσι να συμπεριφέρεται σαν να ήταν αυτή η μεγαλύτερη τιμή που του έχει γίνει. Απαλλαγμένος από πολιτικά και ιδεολογικά στερεότυπα, ο Κώστας Γαβράς, στα 85 του, είναι ένας σκηνοθέτης με νεανική ματιά και ένας άνθρωπος με νεανική ψυχή.