Μέχρι τώρα οι δολοφονίες δημοσιογράφων που κάλυπταν την εγκληματικότητα και τη διαφθορά ήταν ένα πρόβλημα που αφορούσε κυρίως άλλες περιοχές του πλανήτη: Ρωσία, Μεξικό, Ονδούρα, Φιλιππίνες. Κι όμως με τη διαφθορά να είναι σήμερα περισσότερο εξαπλωμένη από ποτέ και την έρευνα για την αποκάλυψη σκανδάλων να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας, η ελευθερία του Τύπου δείχνει να απειλείται ακόμα ακόμα και στο προπύργιο των ελευθεριών που είναι η Ευρώπη.

Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τρεις βίαιοι θάνατοι δημοσιογράφων τον τελευταίο χρόνο συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με φαινόμενα διαφθοράς. Η πιο πρόσφατη περίπτωση, εκείνη της Βουλγάρας Βικτόρια Μαρίνοβα, που μόλις είχε αποκαλύψει διασπάθιση ευρωπαϊκών κονδυλίων, δεν έχει διαλευκανθεί ακόμα, όμως οι συμπατριώτες της θεωρούν πολύ πιθανό πως και σε αυτή την περίπτωση ήθελαν να της κλείσουν στο στόμα.

Οι υποθέσεις της Μαλτέζας Δάφνης Καρουάνα Γκαλίζια, του Σλοβάκου Γιαν Κούτσιακ και της Μαρίνοβα δείχνουν πόσο δύσκολη αλλά και επικίνδυνη είναι η διερεύνηση του περίπλοκου ιστού της διαφθοράς στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Κι όμως το έργο και των τριών συνεχίζεται. Οι συνάδελφοί τους είναι αποφασισμένοι να τιμήσουν τη μνήμη τους και να παλέψουν με το μοναδικό όπλο που διαθέτουν: τη δημοσιογραφική έρευνα. Μέσω της αλληλεγγύης. Ολο και περισσότερες ομάδες ερευνητών διαμορφώνονται τόσο μέσα σε μεγάλους δημοσιογραφικούς οργανισμούς όσο και ανεξάρτητα.

Ατιμώρητοι δολοφόνοι. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: περισσότεροι από το 1/3 των 821 δημοσιογράφων που δολοφονήθηκαν τα τελευταία 25 χρόνια κάλυπταν θέματα εγκληματικότητας ή διαφθοράς, σύμφωνα με έρευνα της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο σοβαρό αν λάβουμε υπόψη την ατιμωρησία. Οι δολοφόνοι και οι ηθικοί αυτουργοί σπανίως προσάγονται στη δικαιοσύνη. Μάλιστα, στο 86% των περιπτώσεων δεν συλλαμβάνεται κανείς. Και βέβαια δεν είναι μόνο οι δολοφονίες. Οι δημοσιογράφοι που εξαγριώνουν τους ισχυρούς αντιμετωπίζουν τεράστιους κινδύνους – από τη φυλάκιση και τον ξυλοδαρμό έως την οικονομική καταστροφή μέσω αλλεπάλληλων δικαστικών διώξεων ή την απώλεια της δουλειάς τους.

«Δεχόμαστε επιθέσεις σε όλο τον κόσμο, ακόμα και σε μέρη που νομίζαμε ότι είμαστε σχετικά ασφαλείς, μέρη όπως η Δύση», εξηγεί ο Ντέιβιντ Κάπλαν, εκτελεστικός διευθυντής του Παγκόσμιου Δικτύου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας. «Τα προβλήματα είναι τεράστια όταν ερευνάς το πλέγμα οργανωμένου εγκλήματος και κυβερνήσεων», λέει ο Ντριου Σάλιβαν, στέλεχος μιας μεγάλης ερευνητικής πλατφόρμας. «Η διαφθορά είναι μπίζνες του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων και σπανίως βρίσκονται ένοχοι και τιμωρούνται. Ενας δημοσιογράφος είναι πολύ εύκολος στόχος».

Ανάγκη προστασίας. Η αντίδραση της Κομισιόν στις δολοφονίες και οι αντιδράσεις, σε αρκετές περιπτώσεις, των πολιτών δείχνουν πως υπάρχει όλο και μεγαλύτερη κατανόηση των διαστάσεων που έχει πάρει το ζήτημα. Οι δολοφονίες δημοσιογράφων σε χώρες της ΕΕ υπονομεύουν την ίδια την ιδέα της ενωμένης Ευρώπης, σε μια περίοδο που οι απειλές πληθαίνουν. Η προστασία της ελευθερίας του Τύπου είναι σήμερα πιο απαραίτητη από ποτέ.

Βικτόρια Μαρίνοβα (30 ετών)

Βιάστηκε.

Ξυλοκοπήθηκε.

Στραγγαλίστηκε

Η μόνη που μίλησε δημόσια για αυτό που όλοι είχαν κοινό μυστικό

Στην τελευταία της τηλεοπτική εκπομπή στις 30 Σεπτεμβρίου, η Βικτόρια Μαρίνοβα παρουσίασε δύο δημοσιογράφους που ερευνούσαν περιπτώσεις διασπάθισης ευρωπαϊκών κονδυλίων. Και τόνισε πως η εκπομπή της με τίτλο «Detector» θα συνέχιζε παρόμοιες έρευνες. «Ηταν η μόνη δημοσιογράφος που δέχθηκε να παρουσιάσει αυτό το θέμα και να συζητήσει δημόσια τις έρευνες για τη διαφθορά στα υψηλά κλιμάκια της κυβέρνησης και το πού πηγαίνουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια», λέει ο Ασεν Γιορντάνοφ, ιδρυτής της αποκαλυπτικής ιστοσελίδας Bivol.bg, οι ρεπόρτερ της οποίας εμφανίσθηκαν εκείνο το βράδυ στην εκπομπή της. Οι αποκαλύψεις αφορούσαν εταιρείες που συμμετέχουν σε κατασκευαστικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ και σύμφωνα με την έρευνα το 30%-40% των ευρωπαϊκών κονδυλίων δαπανήθηκαν σε μίζες ή απλά «φαγώθηκαν».

Λίγες ημέρες αργότερα το πτώμα της 30χρονης δημοσιογράφου βρέθηκε σε πάρκο της πόλης Ρούσε όπου διέμενε. Το έγκλημα ήταν ειδεχθές. Την είχαν βιάσει, την είχαν ξυλοκοπήσει, της έλιωσαν το πρόσωπο και την στραγγάλισαν. Οι Αρχές, παρά τις αντιδράσεις ακόμα και από την Κομισιόν, επιμένουν πως είναι πιο πιθανό η δολοφονία να μη συνδέεται με το ερευνητικό της έργο. Ενας 20χρονος κάτοικος του Ρούσε, που συνελήφθη στη Γερμανία, θεωρείται ύποπτος. Ο Γιορντάνοφ επιμένει: «Γίνονται σκόπιμες προσπάθειες να θεωρηθεί ένας τυχαίος φόνο και να πεισθεί γι’ αυτό η κοινή γνώμη».

Οπως και να έχει, η δολοφονία της Μαρίνοβα, μητέρας μιας 7χρονης κόρης, εξαγρίωσε πολλούς συμπατριώτες της σε μια χώρα όπου τα φαινόμενα διαφθοράς αφθονούν και η δικαστική τους αντιμετώπιση υστερεί. Ενα θέμα για το οποίο η Σόφια έχει δεχθεί έντονες επικρίσεις και από την Κομισιόν. Η Βουλγαρία βρίσκεται στην 111η θέση από τις 180 χώρες στον κατάλογο που φτιάχνει κάθε χρόνο η οργάνωση Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα για την ελευθεροτυπία. Πρόκειται για τη χαμηλότερη κατάταξη μεταξύ των χωρών της ΕΕ.

Σε πολλές πόλεις της χώρας οι κάτοικοι άναψαν κεριά στις πλατείες και άφησαν τριαντάφυλλα στη μνήμη της Μαρίνοβα. Το θάρρος της και μόνο να πει δημόσια αυτό που θεωρείται κοινό μυστικό την έκανε σύμβολο ενός αγώνα χωρίς τέλος. Ο δράστης μπορεί να πιάστηκε. Λίγοι όμως είναι εκείνοι που πιστεύουν πως πίσω από την πράξη του δεν υπάρχουν ηθικοί αυτουργοί.

Γιαν Κούτσιακ (27 ετών)

Δολοφονήθηκε μαζί με την αρραβωνιαστικιά του μέσα στο σπίτι του, με πολλές σφαίρες

Τον σκότωσαν για να του κλείσουν το στόμα

Ο 27χρονος σλοβάκος δημοσιογράφος Γιαν Κούτσιακ και η αρραβωνιαστικιά του Μαρτίνα βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους, στο Βέλκα Μάτσα, περίπου 50 χλμ. ανατολικά της Μπρατισλάβα, τον Φεβρουάριο. Τους είχαν πυροβολήσει. Ο Κούτσιακ εργαζόταν για την ειδησεογραφική ιστοσελίδα Aktuality.sk και τα τελευταία τρία χρόνια είχε γράψει πολλά άρθρα για τη φοροδιαφυγή και ερευνούσε τους δεσμούς μεταξύ κορυφαίων κυβερνητικών αξιωματούχων και ατόμων του οργανωμένου εγκλήματος. Πριν δολοφονηθεί ετοιμαζόταν να δημοσιεύσει άρθρο για τη διαφθορά σε ανώτατα κλιμάκια, με την εμπλοκή σλοβάκων πολιτικών και της ιταλικής Μαφίας.

Η αστυνομία στην αρχή επέμενε πως οι δολοφονίες δεν είχαν σχέση με τις έρευνες του Κούτσιακ. Ομως πολλοί ήταν εκείνοι που πίστευαν πως τον σκότωσαν για να του κλείσουν το στόμα. Ωστόσο οι φόνοι είχαν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Εστρεψαν τους προβολείς στις κατηγορίες για διαφθορά στα ανώτατα κλιμάκια της κυβέρνησης της Σλοβακίας, συμπεριλαμβανομένου και του γραφείου του πρωθυπουργού Ρόμπερτ Φίτσο. Δεκάδες χιλιάδες πολίτες, ενωμένοι στο πένθος αλλά και την αηδία, γέμισαν πλατείες σε πόλεις και χωριά, τη μία εβδομάδα μετά την άλλη, στις μεγαλύτερες διαδηλώσεις που έγιναν στη χώρα από τη Βελούδινη Επανάσταση του 1989. Ο πρωθυπουργός Φίτσο δεν προσπάθησε καθόλου να καλύψει την απέχθειά του προς τους δημοσιογράφους, αποκαλώντας τους «πόρνες» και «ύαινες». Ομως καθώς όλο και περισσότεροι Σλοβάκοι διαδήλωναν στους δρόμους, τελικά αναγκάστηκε να παραιτηθεί.

Οι συνάδελφοι του Κούτσιακ και πολλοί άλλοι συνέχισαν να σκάβουν στον βούρκο της διαφθοράς και στους μήνες μετά τις δολοφονίες, εκτός από τον πρωθυπουργό, παραιτήθηκαν και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι. Μόλις πριν από λίγες ημέρες η αστυνομία της Σλοβακίας ανακοίνωσε τη σύλληψη οκτώ ατόμων που συνδέονται με τους φόνους. Μεταξύ αυτών και ένας άνδρας, τον οποίο οι Αρχές θεωρούν ως τον εκτελεστή που ανέλαβε να τραβήξει τη σκανδάλη. Η οικογένεια του Κούτσιακ επιμένει πως δεν αρκεί μόνο η σύλληψη εκείνων που διέπραξαν τις δολοφονίες, αλλά και όσων τις διέταξαν.

Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία (53 ετών)

Το αυτοκίνητό της παγιδεύθηκε με μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών. Εξερράγη μόλις έφυγε από το σπίτι της.

Τα κομμάτια της σκορπίστηκαν σε απόσταση 80 μέτρων

«Η βόμβα ήταν σχεδιασμένη να στείλει μήνυμα»

Η Δάφνη Καρουάνα Γκαλίζια είχε ένα μπλογκ για την πολιτική ζωή της Μάλτας που είχε μέσο όρο 300.000 επισκέψεων – σε μια χώρα όπου ο πληθυσμός είναι με το ζόρι 450.000. Περνούσε μέρες ερευνώντας ιστορίες διαφθοράς, που ενέπλεκαν αξιωματούχους της χώρας της σε ξέπλυμα χρήματος, δωροδοκίες και δωροληψίες, νεποτισμό και σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα. Οι πολίτες εμπιστεύονταν τις αποκαλύψεις της. Και την αναγνώριζαν όταν πήγαινε τους τρεις γιους της στο σχολείο ή τον σκύλο βόλτα. Το «να διαβάσουμε τη Δάφνη» έγινε μέρος της καθημερινότητας των Μαλτέζων.

Και μετά, όλα τελείωσαν ξαφνικά. Στις 16 του περασμένου Οκτωβρίου, ακριβώς πριν από έναν χρόνο καθώς έφευγε από το σπίτι της, εξερράγη βόμβα που είχε τοποθετηθεί στο αυτοκίνητό της. Το σώμα της διαλύθηκε και τα κομμάτια σκορπίστηκαν στον λόφο. Ηταν 53 ετών. Η Καρουάνα πίστευε πως η χώρα της ήταν «φωλιά απατεώνων» και «λίκνο ανικανότητας, βίας και διαφθοράς». Τα ρεπορτάζ της αυτό αποκάλυπταν επί χρόνια. Οι αστυνομικοί εξεπλάγησαν από τη μεγάλη ποσότητα των εκρηκτικών που είχαν χρησιμοποιηθεί. «Η βόμβα ήταν σχεδιασμένη όχι μόνο να τη σκοτώσει αλλά να στείλει και ένα μήνυμα» λέει ο Αντονι Μέντιτσι, υπεύθυνος της έρευνας για τη δολοφονία της.

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θα ήθελαν τον θάνατό της. Ηταν εκείνη που με την επίμονη έρευνά της στα Panama Papers είχε ασχοληθεί με πιθανή ανάμιξη του πρωθυπουργού και συγγενών του στο σκάνδαλο της φοροδιαφυγής. Της έκαψαν την εξώπορτα του σπιτιού, έκοψαν τον λαιμό ενός σκυλιού της και άπλωσαν το πτώμα στο κατώφλι, προσπάθησαν να βάλουν φωτιά στο σπίτι ενώ ήταν μέσα τα παιδιά της, ένας άλλος σκύλος δηλητηριάστηκε και το τρίτο σκυλί της οικογένειας πυροβολήθηκε. Δεχόταν καθημερινά απειλές θανάτου – τηλεφωνήματα, γράμματα, σημειώματα στην μπροστινή πόρτα, e-mails, μηνύματα στο κινητό. Δεχόταν και πολλές αγωγές και μηνύσεις. Οταν δολοφονήθηκε βρισκόταν στα δικαστήρια με 20 άτομα, οι περισσότεροι κρατικοί αξιωματούχοι. Τον Δεκέμβριο ανακοινώθηκε ότι συνελήφθησαν τρία άτομα από τον χώρο του οργανωμένου εγκλήματος. Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι λίγες ημέρες νωρίτερα είχε επισκεφθεί το νησί ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου και είχε ζητήσει να επισπευσθούν οι έρευνες. Για να βρεθούν και εκείνοι που έδωσαν την εντολή.