Εκλογές αύριο στη Σουηδία κι όλες οι παραλλαγές της άκρας δεξιάς ενισχύονται -από την «παλαβή», ultra-επιχειρηματική του Ντόναλντ Τραμπ, μέχρι τον προκατακλυσμιαίο συντηρητισμό του Τζουζέπε Κόντε και του Βίκτορ Ορμπαν- και απειλούν την ενότητα της Ευρώπης. Σ’ αυτό θα συμφωνήσουμε, λίγο-πολύ, όλοι. Οι διαφωνίες αφορούν την ανάλυση του φαινομένου· του γιατί συμβαίνουν όσα συμβαίνουν. Η πρώτη αιτία είναι το Ισλάμ· η τρομοκρατία, η μετανάστευση, οι βλέψεις των μουσουλμανικών χωρών έναντι της Δύσης και η ζημιά έχουν κάνει στην ποιότητα της ζωής: η Σουηδία έγινε η χώρα με τα περισσότερα εγκλήματα τιμής στην Ευρώπη. Η σοσιαλδημοκρατία, το by default ευρωπαϊκό καθεστώς επί σαράντα χρόνια, έσφαλε θλιβερά σε αυτό το μείζον ζήτημα· δεν εκτίμησε σωστά την καταστροφική επίδραση της πολυπολιτισμικότητας, ευνόησε τον κοινοτισμό, αμέλησε την αφομοίωση, διευκόλυνε τις ανεξέλεγκτες μετακινήσεις πληθυσμών -που δεν είναι πάντοτε αυθόρμητες· αντιθέτως, εντάσσονται σε στρατηγικές- και συνεχίζει να μην παραδέχεται την εθελοτυφλία της και να πιέζεται από την άκρα αριστερά. Για τη φιλελεύθερη δεξιά, μολονότι τα τελευταία χρόνια έχει ξεθαρρέψει και δεν μιμείται πια τη σοσιαλδημοκρατία, είναι αργά· πολύ αργά. Πολίτες χωρίς ιδιαίτερο ηθικό ανάστημα, μόρφωση, ψυχραιμία και άλλες αρετές που καθώς φαίνεται είναι απαραίτητες, στρέφονται σε κάτι παλιό και γνώριμο: στο χώμα και το αίμα της πατρίδας. Και σ’ αυτό συναντιούνται, σε μια αρχέγονη διαλεκτική, με την άκρα αριστερά.

Η δεύτερη αιτία είναι ότι στα χρόνια της σοσιαλδημοκρατίας οι Ευρωπαίοι δεν ενημερώθηκαν για τα οφέλη της ευρωπαϊκής ιδέας και της ενιαίας ταυτότητας: το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Όταν τα συστήματα άρχισαν να δυσλειτουργούν, αυτοί οι απρόθυμοι Ευρωπαίοι εξεγέρθηκαν, ανεβασμένοι σε τρακτέρ υψηλής τεχνολογίας, εναντίον της ΕΕ και, à propos, εναντίον του καπιταλισμού. Αν η φιλοκέρδεια, ο καταναλωτισμός και η στενοκεφαλιά του λεγόμενου μικρού ανθρώπου ανέδειξαν τον Ντόναλντ Τραμπ, την ακροδεξιά στην Ευρώπη αναδεικνύουν το Ισλάμ και η ευρωπαϊκή παράδοση των ολοκληρωτισμών. Η άνοδος της άκρας δεξιάς δεν ταυτίζεται με την άνοδο του λαϊκισμού: ο λαϊκισμός είναι ένα συνονθύλευμα που περιέχει την άκρα αριστερά και τις εθνικοσοσιαλιστικές ιδεολογίες.

Οι οπαδοί της άκρας δεξιάς εχθρεύονται τη φιλελεύθερη δημοκρατία: ο ιδανικός τους κόσμος περιλαμβάνει κοινωνικό κράτος, εθνικισμό, θρησκεία, καθαρότητα της φυλής. Οι Ιταλοί που στηρίζουν τη Λέγκα του Βορρά και οι Δανοί του Κόμματος του Λαού είναι προσκολλημένοι στους σοσιαλιστικούς θεσμούς -τη δωρεάν παιδεία, τη δωρεάν υγεία, τις παροχές· απλώς, διαμαρτύρονται, με τον τρόπο που ξέρουν (τραμπουκισμούς, τρομοκρατία) για το ότι αυτοί οι θεσμοί προεκτείνονται στους ξένους. Επίσης, αν και ακούγεται λογικό το να διαμαρτύρονται για τις παρενέργειες της σοσιαλδημοκρατίας (κρατικό συνδικαλισμό, προνομιούχα επαγγέλματα, επιδόματα σε χρονίως αέργους) και πάλι η έμμονη ιδέα τους είναι μήπως αυτές αφορούν τους μετανάστες.

Στην Ιταλία ο Ματέο Σαλβίνι υποσχέθηκε μείωση των φόρων χωρίς να έχει βρει, απ’ όσο ξέρουμε, άλλες πηγές δημοσίων εσόδων· τουτέστιν, αύριο το δημόσιο χρέος θα είναι μεγαλύτερο από το σημερινό (320 δισ.). Δεν εννοώ ότι το χρέος αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα της οικονομίας, ούτε ότι πρέπει να εξοφληθεί. (Δεν θα εξοφληθεί διότι δεν είναι δυνατό να εξοφληθεί.) Εννοώ ότι η ακροδεξιά, για να ευχαριστήσει τους οπαδούς της, εφαρμόζει ευχάριστη πολιτική που, μεσο-μακροπρόθεσμα, είναι εσφαλμένη.

Η τρίτη αιτία της ανόδου της ακροδεξιάς είναι το αίσθημα ανασφάλειας και ο ενδογενής συντηρητισμός των μαζών. Δεν πρόκειται φυσικά για «προλεταριακές» μάζες -μια ακόμα αριστερή φαντασίωση- πρόκειται όμως για «μάζες» με αγελαίο πνεύμα το οποίο οξύνουν λαϊκιστές ηγετίσκοι. Ο συντηρητισμός τους, διάφορες μορφές πουριτανισμού, έγκειται στο ότι φοβούνται πως κάποιοι, κάπου, ίσως είναι ευτυχισμένοι: έτσι, νιώθουν ότι η σοσιαλδημοκρατία -όπως το Liberal κατεστημένο στις ΗΠΑ- το παράκανε στην αναγνώριση δικαιωμάτων (άμβλωση, γάμος ομοφυλοφίλων, γενική επιτρεπτικότητα) και στην επιείκεια έναντι των παραβατών του νόμου. Από τη δεύτερη διαπίστωση προκύπτει η διαμαρτυρία, εν μέρει δικαιολογημένη, ότι οι σοσιαλδημοκρατικές διοικήσεις δεν ενδιαφέρονται για τη δημόσια τάξη, την κοινωνική συνοχή και προπάντων για τον εξισλαμισμό που τη διαβρώνει.

Οι μάζες, ως μάζες, είναι επιρρεπείς στην προπαγάνδα: τις χαρακτηρίζει η ευπιστία, ο φανατισμός και το πείσμα. Τα τελευταία χρόνια, από την κρίση του 2010 ας πούμε, τα αληθινά προβλήματα -Ισλάμ, κυβερνητικά χρέη, δημόσια ελλείμματα- έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από προπαγανδιστές πολιτικούς. Αλλά ο εθνικισμός και η θρησκεία δεν λύνουν προβλήματα· δημιουργούν: περιττές αναταράξεις, όπως ήταν η υπόθεση της Καταλονίας, ένοπλες συγκρούσεις, όπως ήταν οι βαλκανικοί πόλεμοι στη δεκαετία του 1990, και αστάθεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διασπαστική συμπεριφορά δεν ωφελεί κανέναν: οι Ιταλοί, με το να εμπιστεύονται πολιτικούς που στρέφονται στον Πούτιν, δεν αποκτούν εργαλεία για να διαχειριστούν ούτε τη μετανάστευση, ούτε τις συνέπειες των άδειων ταμείων (μια από τις οποίες είναι η παραμέληση των υποδομών, φαινόμενο που αφορά και τις ΗΠΑ: χαμηλότεροι φόροι σημαίνουν συνήθως υποβάθμιση του δημόσιου χώρου).

Στη Γαλλία, ο Εμμανουέλ Μακρόν έβγαλε, κατά κάποιον τρόπο, νοκ-άουτ τη Μαρίν Λεπέν. Αλλά, αν δεν ξεκαθαρίσει τις αιτίες της επιτυχίας του Εθνικού Μετώπου -μερικές από τις οποίες δεν οφείλονται ούτε στην αμάθεια, ούτε στη χωριατιά των προαναφερθεισών μαζών, αλλά σε υπαρκτά ζητήματα- το ματς θα έχει δεύτερο γύρο. Και δεν εννοώ μόνο τις ευρωεκλογές του 2019, εννοώ την καθημερινότητα. Όσο για τους ψηφοφόρους της εθνικιστικής δεξιάς, τους παροιμιώδεις κομφορμιστές, πρέπει κάποιος να τους ψιθυρίσει ότι σε περίπτωση διάλυσης της Ευρώπης δεν θα καταφέρουν να τη βολέψουν· κανείς -ούτε ο Τραμπ, ούτε ο Πούτιν- δεν θα τους βοηθήσει. Από την άλλη πλευρά, αν αύριο στη Σουηδία, το αντιμεταναστευτικό κόμμα SD αποσπάσει το 20% των ψήφων, καλό θα είναι να μη θεωρήσουμε παράφρονες ενάμισι εκατομμύριο Σουηδούς. Αν και μαζική παραφροσύνη υπάρχει, στη σημερινή συνθήκη βρίσκεται αλλού.