Πώς τα καταφέρατε με δύο περιοδείες να τρέχουν αυτό το καλοκαίρι, «Θεσμοφοριάζουσες» και «Πέτρες στις τσέπες του»;

Είμαι ανάμεσα σε τρεις παραστάσεις γιατί προετοιμάζομαι και για ένα ακόμη έργο που θα σκηνοθετήσει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος και θα παιχτεί στο θέατρο Τζένη Καρέζη για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Το «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα » του Μαρκ Χάντον. Ενας έφηβος ο οποίος πάσχει από τη νόσο Ασμπεργκερ – είναι τζίνιους στα μαθηματικά, ξέρει να φτιάχνει σχεδιαγράμματα και χάρτες, αλλά δεν του αρέσει το κίτρινο και το καφέ και δεν μπορεί να πει ψέματα – αρχίζει να ψάχνει για να βρει ποιος σκότωσε τον σκύλο της γειτόνισσάς του. Εχει ενδιαφέρον γιατί παρατηρεί κανείς πώς μια απλή ιστορία γίνεται αφορμή για να διεισδύσει ο συγγραφέας σε δύσβατα ψυχολογικά μονοπάτια.

Θα κρατήσω το «δύσβατα ψυχολογικά μονοπάτια» για να σας ρωτήσω πώς συνδέεστε με αυτό.

Εχω περάσει πολύ δύσκολα στη ζωή μου. Αντιμετώπισα αδυσώπητες καταστάσεις οι οποίες χαράχτηκαν μέσα μου και διαμόρφωσαν τον ψυχισμό μου με ανελέητο τρόπο. Από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι και σήμερα η ζωή μου ήταν και είναι ένας συνεχής αγώνας επιβίωσης.

Δεν υπήρξατε ευτυχισμένο παιδί;

Οχι καθόλου. Ηταν τόσο σκληρή εκείνη η περίοδος της ζωής μου, που σήμερα έχω αποκτήσει συνήθειες τελείως παιδικές. Μου βγαίνουν απωθημένα τα οποία άλλοι προσπαθούν ίσως να τα αποβάλουν.

Για παράδειγμα;

Ξυπνάω το πρωί, τρώω κορν φλέικς και βλέπω παιδικά. Ο,τι δεν έζησα στην ηλικία που έπρεπε το κάνω τώρα που μπορώ. Δεν έζησα κανονικά ως παιδί με ανεμελιά, παιχνίδια και ξενοιασιά. Πολλές φορές ευχόμουν να μην έρθουν οι διακοπές τα Χριστούγεννα, το Πάσχα ή το καλοκαίρι. Προτιμούσα να πηγαίνω στο σχολείο. Εκεί μόνο ήμουν παιδί.

Γιατί;

Από μικρό παιδί δούλευα, όπως και όλα τα αδέλφια μου. Οταν όλα τα παιδιά περίμεναν να κλείσουν τα σχολεία για να παίξουν ή να κοιμηθούν λίγο παραπάνω, εμείς έπρεπε να ξυπνάμε ακόμη πιο νωρίς για να πηγαίνουμε στα χωράφια να κόβουμε καρπούζια ή να κάνουμε άλλες δουλειές αγροτικές. Αυτό μου έχει στοιχίσει πολύ και είναι δύσκολο να το ξεπεράσω. Την Κυριακή, επίσης, πολύ πρωινό ξύπνημα γιατί έπρεπε να πάμε στην εκκλησία! Ζούσα στη Ρόδο και δεν έκανα μπάνιο το καλοκαίρι γιατί το χωριό μας ήταν μακριά από τη θάλασσα και φυσικά, όπως σας είπα, δούλευα. Δεν θέλω ούτε να τη σκέφτομαι εκείνη την εποχή. Ισως είμαι από τους λίγους ανθρώπους που δεν αναπολούν την παιδική τους ηλικία. Ηταν εφιαλτικό για μένα να μην μπορώ να χαρώ ό,τι δικαιούται ένα παιδί.

Αυτό επηρέασε τις επιδόσεις σας στο σχολείο; 

Οχι. Ημουν καλός μαθητής κυρίως στα Aρχαία. Βέβαια δεν εκμεταλλεύτηκα αυτή μου την έφεση. Επηρεάστηκα από τους φίλους μου και αντί να πάω τρίτη δέσμη – ήμασταν η τελευταία φουρνιά που έδωσε δέσμες – και να εκμεταλλευτώ την κλίση μου στα φιλολογικά μαθήματα, πήγα τέταρτη δέσμη και φυσικά δεν κατάφερα και πολλά πράγματα. Δεν έκανα φροντιστήριο, αφού δεν υπήρχαν χρήματα και δεν μπόρεσα να περάσω κάπου.

Και η υποκριτική πώς προέκυψε;

Είχα ήδη μπει κρυφά σε μια θεατρική ομάδα στην αρχή στο νησί για να ξεφεύγω από το σπίτι. Τότε έγιναν ομηρικοί καβγάδες για να το αποδεχθούν. Ηταν η πρώτη επαφή με το θέατρο και είχα αρχίσει να σκέφτομαι τον τρόπο που θα φύγω από τη Ρόδο. Πώς θα ξεφύγω από εκείνο το περιβάλλον που δεν άντεχα. Οταν είπα στους γονείς μου ότι θέλω να γίνω ηθοποιός, εννοείται ότι μου απάντησαν πως δεν πρόκειται να με στηρίξουν οικονομικά. Δεν μπορούσαν άλλωστε. Ετσι έδωσα εξετάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και ευτυχώς πέρασα.

Αρχισε η ζωή να σας χαμογελά; 

Οχι, αλλά είχα κερδίσει την ανεξαρτησία μου και σπούδαζα κάτι που αγαπούσα. Τότε φάνταζε σωτήριο, αλλά δεν ήταν. Φυσικά δούλευα και σπούδαζα παράλληλα. Ετσι άρχισα το πρωί να πηγαίνω στα μαθήματα και το βράδυ να εργάζομαι σε μπαρ. Εζησα τη νύχτα και μάλιστα από τη δύσκολη πλευρά της. Αυτό συνεχίστηκε και στην Αθήνα, όταν κατέβηκα και άρχισα να εργάζομαι ως ηθοποιός. Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους: αν δεν έχεις στήριξη οικονομική π.χ. από την οικογένειά σου, δεν γίνεται να επιβιώσεις αναίμακτα σε αυτόν τον χώρο.

Είναι ένα ταξικό επάγγελμα δηλαδή…

Απολύτως. Πώς μπορείς να ζήσεις από τις αμοιβές του θεάτρου όταν είναι ελάχιστες, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δεν πληρώνονται οι πρόβες; Αναγκαστικά άρχισα να εργάζομαι τη νύχτα ως κλόουν ή ως DJ σε μαγαζιά. Αυτό φυσικά είχε τις επιπτώσεις του. Δεν είναι δύσκολο και ξεφύγει κάποιος και να κάνει ακρότητες να ζήσει στα όρια. Είχα εξαντληθεί γιατί έπρεπε να στηρίξω την απόφασή μου να είμαι ηθοποιός με πολλές ώρες εργασίας κάπου που θα μου έδιναν τα προς το ζην. Δεν γινόταν αλλιώς.

Η τηλεοπτική επιτυχία σας με το σίριαλ «LAPD» δεν διευκόλυνε καθόλου τη ζωή σας;

Μάλλον τη δυσκόλεψε. Οι προτάσεις που έρχονταν μετά την επιτυχία αυτή ήταν σχεδόν στην ίδια φιλοσοφία. Ολοι οι ρόλοι που μου πρότειναν μετά τη συγκεκριμένη σειρά ήταν πάνω-κάτω οι ίδιοι. Προτίμησα να μην το κάνω γιατί δεν έβλεπα τον λόγο να επαναλάβω κάτι το οποίο είχε κάνει τον κύκλο του. Αλλωστε, όπως είπα, ζούσα δουλεύοντας τη νύχτα, οπότε τουλάχιστον το βιοποριστικό κομμάτι το είχα λύσει. Εκείνη την εποχή κατάλαβα ότι η τηλεοπτική επιτυχία δεν είναι πάντα διαβατήριο για τη σκηνή. Δεν σου ανοίγουν οι πόρτες του θεάτρου, τουλάχιστον για το είδος που με ενδιέφερε εμένα να κάνω. Δέχθηκα από συναδέλφους μπούλινγκ.

Τι εννοείτε; Για ποιον λόγο;

Οσοι έχουν κάνει τηλεόραση, για τους λεγόμενους ποιοτικούς του θεάτρου είσαι δακτυλοδεικτούμενος. Δεν είχα προτάσεις για πολλά χρόνια ούτε από το θέατρο. Επρεπε να υπομείνω πολλά για να καταφέρω τελικά να ζω χωρίς να κάνω μεροκάματα τη νύχτα. Και σε αυτή τη σκοτεινή περίοδο της ζωής μου ήρθε το χέρι που με τράβηξε πάνω. Αρχισα να έχω εμπιστοσύνη ξανά στον εαυτό μου και να δίνομαι με περισσότερο πάθος στη δουλειά που αγαπώ.

Ποιος σας άπλωσε το χέρι;

Ο Μάκης Παπαδημητρίου, τον οποίο θεωρώ σανίδα σωτηρίας. Βρισκόμουν σε μια κατάσταση απελπισίας και μου πρότεινε να παίξουμε και να σκηνοθετήσουμε το «Πέτρες στις τσέπες του». Του είπα κατευθείαν ναι.

Γιατί ήταν σωτήρια αυτή η πρόταση;

Είναι πάμπολλοι οι λόγοι. Κατ’ αρχάς μου θύμισε τους λόγους που με έκαναν να γίνω ηθοποιός. Μου έδειξε εμπιστοσύνη, με απελευθέρωσε πάνω στη σκηνή, με απενοχοποίησε από τη σοβαροφάνεια. Αρχισα να επανέρχομαι στην φάση του παιχνιδιού – σε σχέση με το θέατρο – και όχι ότι είναι κάτι τρομερό και μακριά από τον κόσμο. Μου άνοιξε την επικοινωνία μου με τον κόσμο και με εμπιστεύτηκε ως καλλιτέχνη. Με είδε ισότιμα και όχι ως κατώτερο. Ηταν σαν όνειρο.

Αλλο όνειρό σας θα μου πείτε;

Βλέπω συνέχεια στον ύπνο μου ότι τρέχω και δεν φτάνω κάπου. Υπάρχει και ένα άλλο όνειρο που σκέφτομαι συνέχεια: που φτάνω χωρίς να τρέχω. Ονειρεύομαι ν’ αγοράσω έναν φάρο και να ζήσω για πάντα εκεί!

Ευχομαι να το εκπληρώσετε σύντομα.

Σας ευχαριστώ πολύ!