Η σχέση της παρούσας κυβέρνησης με τα δικαιώματα και τη Δικαιοσύνη είναι γνωστή και αποδεδειγμένη: στήριξη στα λόγια, υπονόμευση με πράξεις. Παρακύκλωμα, παρεμβάσεις, μη ανοχή στην ανεξαρτησία, ιδεολογήματα και επιλεκτική αντιμετώπιση. Μια διπλή σειρά από πρόσφατα περιστατικά μάς δίνει το μέτρο της κυβερνητικής υποκρισίας.

Από τη μια, η ιδεολογική πρόσληψη της επιείκειας. Η τραυματική για το κοινό αίσθημα «υπόθεση Φλώρου» έφερε στην επιφάνεια τις αλλαγές που επιχειρήθηκαν, ιδίως μέσω του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, επί υπουργίας Νίκου Παρασκευόπουλου. Ο καθηγητής αυτός Ποινικού Δικαίου φαίνεται ότι πέρασε σε όλη την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μια αντίληψη περί «αδικημάτων δύο τύπων», εκείνων που έχουν πολιτικά κίνητρα, εμφανή ή επινοημένα (με βάση αυτό το επιχείρημα είχε τοποθετηθεί και στη δίκη της 17Ν) και δικαιούνται επιεικέστερης αντιμετώπισης, και όλων των άλλων. Από αυτή την αντίληψη πήγασε μια γενικότερη πολιτική «ελάφρυνσης των φυλακών», που βρήκε το απόγειό της στη με διάφορους τρόπους διευκόλυνση της εξόδου από τα σωφρονιστικά καταστήματα πριν από την ολοκλήρωση έκτισης της ποινής. Με τα γνωστά αποτελέσματα «απέλασης» επικίνδυνων κακοποιών και εγκληματιών λευκού κολάρου.

Στην «ιδεολογία» αυτή προσχώρησε σύσσωμη η κυβέρνηση με τη διατήρηση, ακόμα και στην εξουσία, του «κινηματικού» λόγου της, την έμμεση πλην σαφή στήριξη στα «δικαιώματα» κρατουμένων τύπου Κουφοντίνα, την ιδιαίτερα χαλαρή στάση της απέναντι σε φαινόμενα ανομίας (φύλαξη δημόσιων χώρων, ναρκωτικά, Εξάρχεια). Επίνευση έδωσε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός – χαρακτηριστικό το τιτίβισμα ικανοποίησής του μετά την απελευθέρωση γνωστής πολιτικής κρατουμένης, ιδίως αν συσχετισθεί με την εκ διαμέτρου αντίθετη στάση του στο ζήτημα των τούρκων αξιωματικών που ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα.

Από την άλλη, η ίδια κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί, πλέον και ανοικτά, για να εμποδίσει τη Δικαιοσύνη να κάνει το έργο της, όταν αυτό φαίνεται να συγκρούεται με τις αντιλήψεις της ομάδας εξουσίας:

χωρισμός και κριτική δικαστικών αποφάσεων σε «μνημονιακές» και μη, «λαϊκά αποδεκτές», δηλαδή θετικές για κυβερνητικές επιλογές, ή όχι, σπίλωση και προσεταιρισμός δικαστών, μεγάλη καθυστέρηση και αλλαγή κανόνων για την πλήρωση θέσεων ανώτατων δικαστικών λειτουργών, τώρα και εμφανής προσπάθεια επηρεασμού του καταμερισμού ευθυνών για τις φονικές πυρκαγιές. Καμία επιείκεια εδώ, ούτε καν ανοχή, για όλα όσα συνιστούν το κράτος δικαίου.

Η κυβέρνηση θα έλεγε ίσως ότι πασχίζει να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και να προωθήσει τις αντιλήψεις της. Αλλά η επιλεκτική αντιμετώπιση δικαστικών υποθέσεων υπό το προπέτασμα μιας δήθεν «ιδεολογίας» συνιστά άρνηση δικαίου. Είτε το αγνοεί η κυβέρνηση είτε, όπως είναι και το πιθανότερο, ουδόλως την ενδιαφέρει.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος