Μέσα στη γενική απαξίωση των πάντων, ευτυχώς υπάρχουν και μικρές, φευγαλέες, αναλαμπές που σου δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν χάθηκαν όλα. Είναι οι ελπιδοφόρες εκείνες ενδείξεις ότι τελικά δεν έχουν καταστραφεί τα πάντα σε αυτή τη χώρα, ότι υπάρχουν ακόμη αναχώματα στη λαίλαπα της βαρβαρότητας. Για παράδειγμα, εμείς στον Τύπο «εμπνεόμαστε» από ορισμένους «συναδέλφους» μας, ταγούς της …αντικειμενικότητας και της …δεοντολογίας στην ενημέρωση. Και οπλιζόμαστε με θάρρος και ελπίδα για ένα …καλύτερο αύριο από τη στάση τους.

Είναι αυτοί που μας τραβούν από χθες το αφτί διότι δεν κάναμε εξάστηλο, πρώτο θέμα, την άθλια σκευωρία που στήνεται μήπως και η κυβέρνηση καταφέρει –εντέλει –να βάλει χέρι στον ΔΟΛ και να επικρατήσει η τόσο απαραίτητη σε εκείνη και τους σχεδιασμούς της μαδούρειας έμπνευσης «ομοιομορφία» στον Τύπο. Είναι η «ομοιομορφία» την οποία υπηρετούν ήδη εκείνοι με τόση πιστότητα, αλλά προφανώς αυτό δεν είναι αρκετό στην κυβέρνηση: τι να τους κάνεις αυτούς που σε λιβανίζουν, όταν όλοι γνωρίζουν πως «εκδίδονται»;

Αλλά, φευ, ούτε εκείνοι, οι τιμητές, αποτόλμησαν αυτό για το οποίο εγκαλούν εμάς. Μικρά μονόστηλα χτυπήματα στην πρώτη σελίδα ή στην καλύτερη κάποιο ζωνάρι πρωτοσέλιδο και αυτή ήταν όλη κι όλη η αξιολόγηση του τρομερού «θέματος» Μαρινάκη.

Γιατί άραγε; Ψυχανεμίζονται ότι η σκευωρία μετ’ ολίγον θα καταρρεύσει; Φοβούνται την αυτογελοιοποίηση και τον εξευτελισμό; Αντιλαμβάνονται ότι κάποια στιγμή θα κληθούν να αναμετρηθούν με την αλήθεια και τότε θα πρέπει να αποδείξουν όλα όσα σήμερα άκριτα υιοθετούν; Αγνωστο.

Η ουσία είναι ότι το αναγνωστικό κοινό δεν φαίνεται να επιβραβεύει ούτε την «αντικειμενικότητα» ούτε τη «δεοντολογία» τους, και δικαίως. Οταν στάζουν σάλια αυτά τα «μέσα» από το πολύ γλείψιμο στον Τσίπρα και τους υπουργούς του, ποιος καταδέχεται να δώσει έστω και ένα ευρώ να τα αγοράσει;

Τουτέστιν, μαθήματα δημοσιογραφίας από τους δακτυλοδειχτούμενους κατ’ επάγγελμα «γλείφτες» του συστήματος Τσίπρα – Καμμένου δεν δεχόμαστε…

(Θα περιμένω να δω πώς θα παρουσιάσουν σήμερα το σκάνδαλο με τα «στημένα» στο ποδόσφαιρο –που μέχρι τον Αρειο Πάγο έφτασαν την υπόθεση κυβερνητικά στελέχη και παρακρατικά μέσα, μήπως και επιτύχουν την παραπομπή του και επ’ αυτού, αλλά ο ΑΠ δεν τους έκανε τη χάρη…).

Το μεγάλο λάθος

Τα αναφέρω όλα τα προηγούμενα διότι μετά την κατάπτωση της σκευωρίας για τα «στημένα» στο ποδόσφαιρο εις βάρος του Β. Μαρινάκη, έχω την αίσθηση ότι πολλοί από τον χώρο των media αλλά και εκτός αυτών, που είχαν σπεύσει άκριτα, αλλά και επιπόλαια, θα προσθέσω, να υιοθετήσουν τις κατηγορίες (και να επιβάλουν και καταδίκες φυσικά), θα κληθούν σύντομα, πολύ σύντομα δε, να καταβάλουν τα επίχειρα της απρονοησίας τους. Διότι είναι μέγα λάθος να σε τυφλώνει το πάθος, η εμπάθεια και ο παρορμητισμός και να υιοθετείς αβασάνιστα τέτοιες κατηγορίες επειδή αναφέρονται σε μια δικαστική –υποθετικά… –έρευνα.

Σελίδες επί σελίδων έχουν γραφεί για τον Β. Μαρινάκη κυρίως ως αρχηγό της εγκληματικής οργάνωσης που έστηνε ποδοσφαιρικούς αγώνες. Και άπειρα έχουν ειπωθεί στο ίδιο πλαίσιο. Μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου, πραγματικά θέλω να δω όλους αυτούς τους αρουραίους σε τι λαγούμια θα τρέχουν να κρυφτούν…

Το έγραφα και χθες: «μηδενί δίκην δικάσης πριν αμφοίν μύθον ακούσης»…

Ξεχνούν τον όρκο τους

Το ίδιο ισχύει και για την υπόθεση του εισαγγελικού πορίσματος της κυρίας Τζίβα. Γράφονται, γράφτηκαν, και θα γραφούν πολλά ακόμη σε σχέση με την υπόθεση. Αυτοί που ασχολούνται με επιμονή με την υπόθεση αυτή, media και πολιτικοί, έχουν κάτι κοινό: εμφανίζονται να γνωρίζουν λεπτομέρειες και στοιχεία τα οποία αγνοεί η πλευρά των κατηγορουμένων.

Δείτε το καλύτερα από μακριά: κατηγορείται ένας για ένα πλήθος αδικημάτων αλλά, όταν οι δικηγόροι του προσέρχονται στην κατηγορούσα Αρχή, εκείνη αρνείται να τους ενημερώσει ποια είναι αυτά τα στοιχεία επί τη βάσει των οποίων άσκησαν τις διώξεις κατά του κατηγορουμένου. Την ίδια ώρα όμως, στοιχεία (;) τα οποία υποτίθεται ότι βαρύνουν τον κατηγορούμενο δημοσιοποιούνται. Και πολιτικοί, του Πρωθυπουργού και του υπουργού του της Αμυνας συμπεριλαμβανομένων, τα χρησιμοποιούν στον δημόσιο λόγο τους.

Αν αυτό δεν αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της νομικής τάξεως της χώρας, τότε νομίζω ότι οι όροι έχουν χάσει τη σημασία τους. Και οι θεσμοί την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τους νόμους ανεξαρτησία και αντικειμενικότητά τους…

Φίλος δικηγόρος, δε, μου θύμισε χθες την περίπτωση του κυρίου Σανιδά, πανίσχυρου εισαγγελέως του Αρείου Πάγου επί κυβερνήσεως ΝουΔου, ο οποίος μετά πάθους «αφιερώθηκε» επί των ημερών του στην εξάρθρωση παραδικαστικού «κυκλώματος». Το τι κάνει σήμερα, που είναι ένας απλός συνταξιούχος δικαστικός, ίσως αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για όλους εκείνους που παραγνωρίζουν την προσωρινότητα των θέσεων που κατέχουν και της εξουσίας που ασκούν κατά το δοκούν, και όχι κατά πώς οφείλουν έναντι του όρκου που έχουν δώσει…

Ηταν δίκαιο, δεν έγινε πράξη

Με τυμπανοκρουσίες και με μπόλικη προσπάθεια να εμφανιστεί ότι «ήταν δίκαιο, έγινε πράξη», παρέλαβε η κυβέρνηση προ διετίας την περίφημη λίστα Μπόργιανς, εκείνου του τυπάκου, του υπουργού Οικονομικών του κρατιδίου της Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Και μάλιστα τον είχαν βάλει να δηλώσει, μετ’ επιτάσεως δε, αυτοί οι νεότεροι «αρχάγγελοι της κάθαρσης», ότι την ίδια λίστα την είχε προσφέρει στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, αλλά αυτή αρνήθηκε να την παραλάβει –έτσι δόθηκε μία ακόμη ευκαιρία στον πρόεδρο Τσίπρα να αποδείξει ότι είναι ο τιμωρός πάσης ανομίας.

Και να οι έλεγχοι, και να οι εξαγγελίες, και να τα «τραβήγματα» των αναφερομένων στη λίστα με τις Αρχές –μια κόλαση. Το αποτέλεσμα; Το περιγράφει, σε χθεσινή του συνέντευξη στην Deutsche Welle, ο ίδιος ο Νόρμπερτ-Βάλτερ Μπόργιανς, αδυνατώντας να συγκρατήσει την απογοήτευσή του: «Οταν δίνεις μια βάση δεδομένων με καταθέσεις άνω των 6 (ολογράφως έξι) δισ. ευρώ, πρέπει να γνωρίζεις ότι δεν είναι όλοι παράνομοι σε αυτή τη λίστα. Υπ’ αυτήν την έννοια δεν περίμενα να εισπραχτούν 6 δισ. ευρώ. Ωστόσο τα εισπραχθέντα 16 εκατομμύρια είναι ένας πολύ μικρός αριθμός. Και φυσικά ήλπιζα ότι όλοι εκείνοι που φοροδιέφυγαν θα επέστρεφαν τα χρήματά αυτά στα δημόσια ταμεία. Είναι κάτι που προκαλεί πάντα απογοήτευση».

Δακρύζω, όπως είναι λογικό, με το πόσο απογοήτευσε τον κύριο Μπόργιανς το απίθανο «ντουέτο» των μεγάλων επιτυχιών Τσίπρας – Καμμένος. Αλλά ας πρόσεχε. Δεν ήξερε, δεν ρώταγε (περί τίνος πρόκειται);

Φλερτ με τον ρατσισμό

Οταν το πρωτοδιάβασα την περασμένη εβδομάδα στην εφημερίδα «Δημοκρατία», είπα, δεν μπορεί να ισχύει κάτι τέτοιο, κάποιο λάθος έχει γίνει. Αλλά έχουν περάσει έκτοτε μερικές ημέρες, αναδημοσιεύτηκε και κυρίως ΔΕΝ διαψεύσθηκε. Αρα, θεωρώ, ισχύει. Περί τίνος ομιλώ; Περί του ακολούθου: σε ομιλία της σε κλειστή συγκέντρωση πανεπιστημιακών της φημισμένης Σχολής Φλέτσερ του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης, η dame Γιάννα (Αγγελοπούλου) ισχυρίστηκε και το ξεστόμισε εν πλήρη διανοία ότι την περίοδο που ηγείτο της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ο Ευάγγελος Βενιζέλος την «υπονόμευσε επειδή είναι χοντρός»!!!

Κατά την εφημερίδα, «Οταν κάποιοι (από την ακαδημαϊκή κοινότητα, παρευρισκόμενοι) τής επισήμαναν ότι δεν μπορεί να τον αξιολογεί με τέτοιο κριτήριο ένα άτομο, επανήλθε δριμύτερη λέγοντας: «Και όμως, αυτό είναι το θέμα. Λόγω του βάρους τους μερικοί είναι κομπλεξικοί»!!!

Αντιθέτως, προσθέτω με τη σειρά μου, η dame Γιάννα, η οποία ως γνωστόν είναι νέα, ψηλή, μελαχρινή, εκπάγλου καλλονής, πλουσία και με υπέροχους τρόπους, δεν είναι καθόλου κομπλεξική. Τόσο που της επιτρέπεται καμιά (;) φορά να φλερτάρει με τον ρατσισμό…