Σε ποια φάση βρίσκονται τα ελληνοτουρκικά; Υστερα από τρεις συναντήσεις κορυφής μέσα σε έναν χρόνο και μια τέταρτη να προετοιμάζεται πυρετωδώς από τα εκατέρωθεν επιτελεία, στην Αθήνα αρκετοί διερωτώνται εάν υπάρχει μια αλλαγή ουσίας που θα οδηγήσει σε μια διαφορετική κατεύθυνση τις διμερείς σχέσεις και θα διαρκέσει. Επιφυλακτικός εμφανίζεται και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς δεν τρέφει υψηλές προσδοκίες από το ραντεβού με τον Ερντογάν στο Ακ Σαράι, στις 13 Μαΐου. Περισσότερο φαίνεται να θεωρεί ότι θα αφήσει ένα θετικό αποτύπωμα στις δύο πλευρές του Αιγαίου το ταξίδι στην Καππαδοκία που θα προηγηθεί μια ημέρα νωρίτερα. Εάν Ελλάδα και Τουρκία λειτουργήσουν ως ανοικτές κοινωνίες που μπορούν να συμβιώνουν και να προσεγγίζουν η μία την άλλη, τότε θα μπορούσαν να επηρεαστούν και οι ηγεσίες. Οι Ελληνες μπορούν να αναζητήσουν περιπέτειες και διαφορετικές εικόνες στην τουρκική ενδοχώρα, όπως μπορούν μαζικότερα εδώ και μερικές εβδομάδες να προγραμματίσουν ξεναγήσεις στα ελληνικά νησιά οι τούρκοι πολίτες. Οσο κι αν η επιφυλακτικότητα συντηρείται, το ποτήρι πρέπει να δείχνει μισογεμάτο και οι προοπτικές να είναι θετικές.

Οχι τυχαία, αυτός ο ανοικτός χώρος που διαμορφώνεται είναι μια πτυχή που αναδεικνύουν και στο Μαξίμου. Οι διευκολύνσεις με τη βίζα για επισκέψεις σε δέκα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου έχει ήδη οικονομικό αντίκτυπο, αλλά διευκολύνει ως κίνηση και άλλους χειρισμούς. Κυρίως γιατί η Αθήνα φρόντισε εγκαίρως να καμφθούν και οι όποιες ευρωπαϊκές αντιδράσεις, παρέχοντας μια νέα διαβεβαίωση στην Αγκυρα ότι παραμένει σταθερά υπέρ του ευρωπαϊκού δρόμου της Τουρκίας. Τα άλλα δύο σημεία στα οποία στέκεται το πρωθυπουργικό επιτελείο, συνεπώς και ο Μητσοτάκης, είναι οι μηδενικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου σχεδόν επί έναν χρόνο – μια κατάσταση που ενδέχεται να μην έχει προηγούμενο –, όπως και οι εξαιρετικά περιορισμένες μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο από το περασμένο φθινόπωρο. Σε σημείο που το τελευταίο διάστημα η Αθήνα να προβληματίζεται περισσότερο από τη δράση των διακινητών που ξεκινούν από τα αιγυπτιακά παράλια. Οι μηδενικές παραβιάσεις και μηδενικές αερομαχίες πάνω από το Αιγαίο δεν έχουν μόνον εξαλείψει τον κίνδυνο ατυχήματος και, συνακόλουθα, μιας υπερθέρμανσης, αλλά αφήνουν και οικονομικό αποτύπωμα, αφού κάθε ώρα πτήσης των μαχητικών κοστίζει ακριβά.

Το βασικό ζητούμενο για την εξέλιξη των διμερών σχέσεων, ωστόσο, είναι οι στρατηγικές που έχουν χαράξει και υπηρετούν οι δύο πλευρές. Και δεν περιορίζονται μόνον στα εκατέρωθεν ανοικτά ζητήματα, πρωτίστως στο θέμα της υφαλοκρηπίδας και των θαλάσσιων ζωνών, αλλά και στις γεωπολιτικές επιδιώξεις –είναι ξεκάθαρο ότι η Αγκυρα, αν και μετέχει των νατοϊκών σχεδιασμών, κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος. Το παράδειγμα της ανοικτής στήριξης της Χαμάς από τον Ερντογάν είναι ένα από εκείνα που αναδεικνύει ο έλληνας Πρωθυπουργός, κινούμενος με τη βεβαιότητα ότι η Τουρκία δεν θα αλλάξει πολιτική, αλλά δεν είναι το μόνο. Οι κινήσεις αυτονομίας της τουρκικής διπλωματίας από το πλάνο της Δύσης και οι μεγαλύτερες οικονομικές διασυνδέσεις της Αγκυρας με τη Μόσχα που επιδιώκει ο τούρκος πρόεδρος ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επίσης δικαιολογούν μια γενικευμένη καχυποψία για τις πραγματικές στοχεύσεις του τούρκου προέδρου.

Ενδεχομένως αυτή η καχυποψία να εξηγεί και τα ερωτήματα που έχουν δημιουργηθεί σχετικά με το ταξίδι του Ερντογάν στην Ουάσιγκτον, μόλις τέσσερις ημέρες πριν συναντηθεί με τον Μητσοτάκη στην Αγκυρα. Εάν οι πόρτες του Λευκού Οίκου δεν ανοίξουν ούτε αυτή τη φορά, το μήνυμα θα είναι ότι ο Ερντογάν παραμένει ουσιαστικά υπό επιτήρηση – και το σκηνικό δεν θα μεταβληθεί πριν από τις αμερικανικές εκλογές. Αλλά σε Αθήνα και Αγκυρα δεν υπάρχουν αυταπάτες: Η αμερικανική στάση δεν επηρεάζεται από το σκηνικό που επικρατεί στο Αιγαίο, αλλά από όσα εκτιμά η Ουάσιγκτον ότι εξυπηρετούν τα δικά της συμφέροντα. Το αποδεικνύουν και οι αποφάσεις για τα ελληνικά F-35 και τα αναβαθμισμένα τουρκικά F-16. Ας αποφασίσουν σε Ελλάδα και Τουρκία τι θα κάνουν με τόσα αεροπλάνα…