Προειδοποιήσεις προς Αθήνα απευθύνει η Μόσχα, σχετικά με την ενδεχόμενη μεταβίβαση οπλικών συστημάτων ρωσικής κατασκευής στην Ουκρανία.

Για τη Ρωσία η μεταβίβαση οπλικών συστημάτων και όπλων ρωσικής κατασκευής στην Ουκρανία είναι κόκκινη γραμμή και επικαλείται μεταξύ άλλων και το πιστοποιητικό τελικού χρήστη.

Με τη Μαρία Ζαχάροβα να εκμεταλλεύεται και σχετική ερώτηση που της τέθηκε. Σε μία περίοδο μάλιστα που τόσο οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ζητούν από την Αθήνα να συνεχίσει την ενίσχυση του Κιέβου, κάτι που κάνει και η ΕΕ, προς όλα τα κράτη – μέλη της.

Πιο συγκεκριμένα η εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρία Ζαχάροβα ερωτηθείσα για το ενδεχόμενο παρά τις επίσημες δηλώσεις να ενδώσει στις αμερικανικές πιέσεις και να παραδώσει στο Κίεβο συστήματα όπως οι S-300, απαντά πως η Ρωσία καταγράφει όλες ανεξαιρέτως τις «εχθρικές ενέργειες».

Είτε πρόκειται για την Ελλάδα είτε για οποιαδήποτε άλλη χώρα. Η απάντηση της Μόσχας, όπως ανέφερε η εκπρόσωπος είναι ξεκάθαρη «όπως λέει ο στρατός μας, “συντρίβουμε’ με επιτυχία όλο τον εξοπλισμό που προμηθεύουν οι χώρες του ΝΑΤΟ. Έτσι θα γίνεται και στη συνέχεια. Δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες. Εμείς σχετικά μ’ αυτό κάναμε την επιλογή μας».

Έχουμε προειδοποιήσει

Αναφερόμενη ειδικά στην Ελλάδα η Ζαχάροβα επισημαίνει ότι «έχουμε επανειλημμένα προειδοποιήσει για την παραβίαση των διατάξεων της Ρωσοελληνικής Διακυβερνητικής Συμφωνίας για τη στρατιωτική-τεχνική συνεργασία της 30ης Οκτωβρίου 1995. Περιλαμβάνει αυστηρές υποχρεώσεις να μην μεταφερθούν σε τρίτες χώρες όπλα και στρατιωτικός εξοπλισμός, που αποκτήθηκαν βάσει της διμερούς συμφωνίας στρατιωτικο-τεχνικής συνεργασίας, χωρίς αμοιβαία γραπτή συγκατάθεση».

Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του ρωσικού ΥΠΕΞ, η Μόσχα θα συνεχίσει να απαιτεί από την Ελλάδα, όπως και από όλες τις άλλες χώρες οι οποίες προμηθεύτηκαν ρωσικά όπλα και τεχνικό εξοπλισμό, την «αυστηρή συμμόρφωση μ’ αυτό το εξαιρετικά σημαντικό διμερές έγγραφο».

Η ελληνική διασπορά

Στο αν θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι ο στρατός του Κιέβου χρησιμοποιεί επίσης ελληνικά όπλα εναντίον πολιτών και μελών της ελληνικής διασποράς, η Ζαχάροβα υποστήριξε ότι η Μόσχα έχει επιστήσει επανειλημμένα την «προσοχή των ελληνικών αρχών σ’ αυτό ακριβώς το θέμα.

Είπαμε ότι η έμμεση συμμετοχή στην ουκρανική σύγκρουση, μέσω της προμήθειας όπλων και στρατιωτικού εξοπλισμού στο καθεστώς του Κιέβου, δημιουργεί απειλές για τον άμαχο πληθυσμό».

Αναφορά έκανε η Ζαχάροβα και στο Κυπριακό με αφορμή τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου που οδήγησαν το 1960 στην ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το Κυπριακό

Κατήγγειλε τους Βρετανούς για την επιθετική συμπεριφορά τους στην περιοχή, υποστήριξε ότι αγνοούν το διεθνές δίκαιο και χρησιμοποιούν ένοπλη βία χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για να υποστηρίξει πως «όλα αυτά, χωρίς αμφιβολία, υπονομεύουν την περιφερειακή σταθερότητα, τροφοδοτούν την ένταση στο νησί και στην περιοχή γύρω από αυτό και δεν συμβάλλουν στη διευθέτηση του μακροχρόνιου κυπριακού ζητήματος».

Επανέλαβε δε ότι η Ρωσία ως «υπεύθυνος συμμετέχων στη διεθνή κοινότητα και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, εμμένει σταθερά και αμετάβλητα στην αρχή σύμφωνα με την οποία πρέπει να επιτευχθεί συμβιβασμός για τη διευθέτηση του Κυπριακού, όπως προβλέπεται από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ,  μέσω εθελούσιων διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινοτήτων στην Κύπρο, υπό την προϋπόθεση να ληφθούν υποχρεωτικά υπόψη  οι θεμιτές ανησυχίες και τα συμφέροντά τους, χωρίς εξωτερική πίεση, χρονοδιαγράμματα και “συνταγές”. Από την πλευρά μας, είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε ειλικρινά και ουσιαστικά σ’ ένα τέτοιο έργο».

Καμπανάκι

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ρωσία δεν έχει αλλάξει τις θέσεις της στο Κυπριακό, ωστόσο κάποιες κινήσεις που δεν έκανε στο παρελθόν, όπως η παροχή προξενικών υπηρεσιών στα κατεχόμενα για τους ρώσους πολίτες που ζουν εκεί, αν και σε καμία περίπτωση δεν θεωρούνται αναγνώριση του ψευδοκράτους, εντούτοις οι διπλωμάτες τα βλέπουν ως ένα καμπανάκι προς τη Λευκωσία. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που η Κυπριακή Δημοκρατία ευθυγραμμίστηκε με τις κυρώσεις που επέβαλε η ΕΕ στη Μόσχα, αλλά και ενίσχυσε τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ.