Ιδιόμορφη και αξιοσημείωτη μείωση κατά 55% παρουσίασαν οι επίσημες κρατικές συνακροάσεις, με επίκληση σε «λόγους εθνικής ασφάλειας» το 2022, τη χρονιά που αποκαλύφθηκε το μεγάλο σκάνδαλο των υποκλοπών μέσω του παράνομου λογισμικού Predator αλλά και οι «ύποπτες» παρακολουθήσεις από στελέχη της ΕΥΠ.

Το εντυπωσιακό αυτό στοιχείο προκύπτει – όπως αποκαλύπτουν «ΤΑ ΝΕΑ» – από την τελευταία έκθεση της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), στην οποία καταγράφονται οι άρσεις απορρήτου με εισαγγελική εντολή, χωρίς αναλυτική αιτιολόγηση του λόγου των παρακολουθήσεων, με πρόταξη ζητημάτων «εθνικού ενδιαφέροντος».

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το 2021, όταν δεν υπήρχε καμία γνώση της παράνομης ενεργοποίησης του κατασκοπευτικού λογισμικού, είχαν υποβληθεί 22.180 αιτήματα για άρση απορρήτου με την προαναφερόμενη αιτιολόγηση – χωρίς δηλαδή ανάλυση του λόγου παρακολούθησης – έναντι μόλις 10.119 το 2022.

Η μείωση αυτή λοιπόν αποδίδεται από υπηρεσιακούς παράγοντες είτε στις αναστολές, τις «φοβίες» και τις επιφυλάξεις που προέκυψαν στον απόηχο της αποκάλυψης της υπόθεσης Predator είτε σε επιχειρησιακά ή τεχνικά ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία των συστημάτων νόμιμων συνακροάσεων της ΕΥΠ και κατά δεύτερο λόγο της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.

Σημειώνεται ότι το καλοκαίρι του 2022 είχε αποκαλυφθεί η παρακολούθηση από την ΕΥΠ του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη καθώς και δημοσιογράφων, σε παράλληλη υποκλοπή των δεδομένων από τα κινητά τους με το προαναφερθέν παράνομο λογισμικό. Στη συνέχεια, όταν άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι του σκανδάλου, απεδείχθη ότι οι παρακολουθούμενοι από το Predator πολιτικοί, υπηρεσιακοί παράγοντες, δημοσιογράφοι, επιχειρηματίες και ιδιώτες ξεπερνούσαν συνολικά τους 100, ενώ τουλάχιστον 10-15 από αυτούς παρακολουθούνταν παράλληλα και από την ΕΥΠ.

Για «εθνικούς λόγους»

Ωστόσο, το ενδιαφέρον στην τελευταία έκθεση της ΑΔΑΕ είναι ότι για πρώτη φορά γίνεται προσδιορισμός των άρσεων απορρήτου που γίνονται ξεχωριστά από την ΕΥΠ και την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. Ετσι, αναδεικνύεται ότι η τελευταία ασχολείται – εκτός από τη δράση υπόπτων για το εγχώριο «αντάρτικο πόλης» – και με τη δράση υπόπτων (σ.σ.: κυρίως «διερχόμενων» από τη χώρα) για συμμετοχή στον ISIS και σε άλλες ισλαμιστικές οργανώσεις.

Σύμφωνα με τα νέα αυτά στοιχεία, η ΕΥΠ προχώρησε το 2022 σε 4.036 άρσεις απορρήτου για «εθνικούς λόγους» και η Αντιτρομοκρατική σε 6.083. Υπολογίζεται ότι οι αριθμοί αυτοί αντιστοιχούν σε επίσημες παρακολουθήσεις τουλάχιστον 400-500 ατόμων από την ΕΥΠ και 600-700 ατόμων από την Αντιτρομοκρατική. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πολλαπλάσιος (σχεδόν δεκαπλάσιος) αριθμός διατάξεων για την άρση απορρήτου οφείλεται στα αιτήματα ανανέωσης, αφού η κάθε άρση έχει δίμηνη διάρκεια.

Ακόμα, οι υπεύθυνοι της ΑΔΑΕ σημειώνουν ότι το 2022 κατατέθηκαν και 5.988 αιτήματα άρσης απορρήτου από τη συγκεκριμένη υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. που αφορούσαν παρακολουθήσεις του 2021 και δεν είχαν δηλωθεί. Το ίδιο έτος «μεταφέρθηκαν» και 717 άρσεις απορρήτου που είχε πραγματοποιήσει η ΕΥΠ το 2021. Στελέχη των δύο υπηρεσιών πάντως σημειώνουν ότι «δεν πρόκειται για… μετακινήσεις αιτημάτων άρσης από χρόνο σε χρόνο λόγω κάποιων «τρικ» αλλά για συγκεντρωτικά έγγραφα που έχουν δοθεί κατόπιν συνεννοήσεων με την ΑΔΑΕ για την ολοκλήρωση των παρακολουθήσεων».

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, το 2020 ζητήθηκαν 13.751 τέτοιου είδους άρσεις απορρήτου, με τις 10.500 περίπου να προέρχονται από την ΕΛ.ΑΣ. και τις υπόλοιπες 3.200 από την ΕΥΠ. Αντίστοιχα, το 2021 υπήρξαν 8.500 άρσεις απορρήτου από την Αντιτρομοκρατική και περίπου 7.000 από την ΕΥΠ, που εκείνη την περίοδο αύξανε διαρκώς τον κύκλο των παρακολουθούμενων προσώπων. Τέλος, στην έκθεση της ΑΔΑΕ επισημαίνονται προβληματικά σημεία στις λεγόμενες «χωρικές άρσεις» απορρήτου, δηλαδή στις σαρώσεις τηλεφωνικών κλήσεων σε διάφορες περιοχές προκειμένου να εντοπιστεί η λειτουργία κινητών ύποπτων.