Σε μείζον στρατηγικό λάθος της Τουρκίας εξελίσσεται, όπως ήταν αναμενόμενο, η στάση της να αναλάβει ρόλο υποστηρικτή και προπαγανδιστή της Χαμάς μετά την πρωτοφανή τρομοκρατική της επίθεση της 7ης Οκτωβρίου στο Ισραήλ. Λάθος, που φαίνεται να έχει και μία ακόμα διάσταση: ότι η χώρα αντιμετωπίζεται πλέον και ως κύριος κόμβος μέσω του οποίου οι τρομοκράτες της οργάνωσης διακινούν τα κεφάλαιά τους, ζήτημα το οποίο φαίνεται ότι ερευνάται σε βάθος από αρκετές πλευρές.

Το βαρύ αυτό λάθος του Ερντογάν εδράζεται κυρίως στο ότι μάλλον δεν είχε μετρήσει σωστά το πόσο έντονα θα ενοχλούσε αυτή του η στάση υπέρ της πιο ειδεχθούς τρομοκρατίας όχι μόνον το Ισραήλ, που ήταν αυτονόητο, αλλά και πολλές άλλες ισχυρές χώρες, που πλέον αντιμετωπίζουν την Τουρκία με μακράν πιο παγερό τρόπο απ’ ό,τι στο παρελθόν. Ενα άγριο «χτύπημα» ήρθε από τη Γερμανία, χώρα με την οποία η Αγκυρα διατηρούσε πάντοτε προνομιακές σχέσεις οι οποίες και ενεργοποιήθηκαν αρκετές φορές τα προηγούμενα χρόνια στο ευρωπαϊκό πλαίσιο ως ασπίδα της Τουρκίας σε σειρά ζητημάτων, των ελληνοτουρκικών συμπεριλαμβανομένων. Ομως αυτή η εποχή φαίνεται να έχει παρέλθει: τώρα το Βερολίνο απαντά με ένα ξερό «όχι» στο τουρκικό αίτημα για προμήθεια μαχητικών τύπου Eurofighter.

Η άρνηση αυτή συνιστά ραγδαία επιδείνωση, ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς ότι η αμυντική βιομηχανία αναζητά μανιωδώς συμβόλαια και, ιδίως για το Eurofighter, μία τέτοια συμφωνία θα ήταν πολύτιμη: το αεροσκάφος με τη μακρά και πολύπλοκη ιστορία πολυεθνούς παραγωγής ουδέποτε πέτυχε τους φιλόδοξους στόχους με τους οποίους είχε ξεκινήσει πριν από αρκετές δεκαετίες. Αλλωστε, ούτε για την Τουρκία ήταν η πρώτη επιλογή. Προσέφυγε σε αυτό μετά την αυτοκαταστροφική αγορά των ρωσικών πυραύλων S400 που την οδήγησαν τελικά εκτός του προγράμματος του αμερικανικού F35 του οποίου υπήρξε ένα από τα (ελάχιστα) ιδρυτικά μέλη. Και, όλα αυτά, στη σκιά της αμερικανικής στάσης αναμονής σχετικά με την αναβάθμιση των F16 που προδήλως έχει εκνευρίσει πολύ την Αγκυρα και που ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί. Πάντως μέχρι στιγμής δεν έχει βγει άσπρος καπνός.

Από την ώρα που η Τουρκία αυτοανακηρύχθηκε συνήγορος και άσυλο της Χαμάς σε ρόλο συμπληρωματικό με εκείνον του Ιράν, μετράει «όχι» για πρώτη φορά εδώ και τόσο πολύ καιρό ώστε είναι πλέον δύσκολο να τον υπολογίσει κανείς. Εισπράττει αρνήσεις από χώρες που παραδοσιακά διαγκωνίζονταν για την εκπλήρωση των εξοπλιστικών προγραμμάτων της, τα οποία σήμερα έχει πια ανάγκη όσο ποτέ στο παρελθόν. Πληρώνει τώρα μία πολιτική αμετροέπειας και ασυνέπειας με τρόπο που δεν μπορούσε να τον φανταστεί. Και αυτό επειδή είχε κακομάθει η συμπεριφορά της να μην έχει συνέπειες.

Κάπως έτσι ήρθε τελικά η στιγμή που ο Ερντογάν, εθισμένος στην αλαζονεία μιας ισχύος την οποία δεν διαθέτει πραγματικά και μιας βεβαιότητας που αποδείχθηκε εντελώς κενή, πέρασε την πιο κόκκινη γραμμή, πιθανότατα χωρίς καν να το αντιληφθεί. Τώρα πια βέβαια σίγουρα το κατάλαβε. Ομως τίθεται νέο ερώτημα: τώρα «τζογάρει» για να ανακάμψει; Με άλλα λόγια: είναι σήμερα ο Ερντογάν σε θέση να διαπραγματευτεί ακόμα τη στάση της χώρας του εκβιάζοντας στα ελληνοτουρκικά; Γιατί όσο από παντού χάνει έδαφος, όπως τώρα δραματικά για την Τουρκία συμβαίνει, δεν μένουν και πολλά που να μπορούν να διασώσουν τη σχέση της με τη Δύση από το κακό τέλος, αν υποτεθεί ότι κάποιοι εντός της θέλουν ακόμα να γίνει παν δυνατό ώστε αυτή να διασωθεί. Και παρά τα όσα έχουν συμβεί, υπάρχουν ακόμα όσοι πιστεύουν ότι δεν πρέπει να κοπούν όλες οι γέφυρες, επισείοντας το φόβητρο ενός «νέου Ιράν» ή / και μιας ανοικτής πια συμμαχίας με τη Ρωσία. Και ως νέο στοιχείο επικαλούνται ακριβώς τη στάση του έναντι της Χαμάς. Και αν πράγματι «τζογάρει», μπορεί να του βγει; Ή, αντίθετα, υποδύεται τον καλό γείτονα επειδή απλώς είναι γυμνός; Απλώς εμπαίζει χωρίς αιδώ την ελληνική κυβέρνηση: μπορεί να μη σκούζει, αλλά ενεργοποιεί το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Και ο Μητσοτάκης πρέπει να μετάνιωσε πικρά για την ήδη κουρελιασμένη «Διακήρυξη των Αθηνών»…