Ενα μεγάλο μέρος του θαυμάσιου μέχρι σήμερα έργου του ιάπωνα σκηνοθέτη Χιροκάζου Κόρε Εντα είναι αφοσιωμένο στην παιδική ψυχολογία και ψυχοσύνθεση, κάτι που παρατηρεί κανείς σε ταινίες όπως «Κανείς δεν ξέρει» και «Κλέφτες καταστημάτων». Και πράγματι, ένα παιδί (Σόγια Κουροκάβα) μοιάζει να βρίσκεται στην καρδιά και της τελευταίας ταινίας του «Το τέρας» (Monster, Ιαπωνία, 2023), ένα παιδί που το μεγαλώνει η χήρα μάνα του (Σακούρα Αντο), ένα παιδί που δείχνει να έχει κάποια «παράξενα», ανεξήγητα ψυχολογικά προβλήματα, ένα παιδί που έχει θέματα και στο σχολείο εξαιτίας της «ηλεκτρισμένης» σχέσης του με ένα νεαρό δάσκαλο (Εϊτα Ναγκαγιάμα).

Ομως με τις κεραίες του τεντωμένες τσίτα ώστε να έχει τον θεατή εγκλωβισμένο σε μια κατάσταση μόνιμης ανησυχίας, ο Κόρε Εντα δεν αρκείται στη γραμμική αφήγηση μιας φαινομενικά συνηθισμένης «κοινωνικής» ιστορίας. Το ενδιαφέρον του είναι ευρύτερο, οι χαρακτήρες του πολύ πιο σύνθετοι (και πολύ πιο μυστηριώδεις) απ’ όσο νομίζουμε. Ενίοτε δε η ταινία μοιάζει κυρίως με στοχασμό πάνω στην έννοια της αλήθειας και του ψέματος. Ο σκηνοθέτης εξερευνά διαφορετικές πλευρές πάνω στο ίδιο επεισόδιο, είτε αυτό είναι κάτι που συνέβη στην τάξη, στο σπίτι του παιδιού, ή κάτι άλλο. Η αφήγηση, με άλλα λόγια, αλλάζει «πρώτο πρόσωπο», τη μια βλέπουμε τη δράση από τα μάτια του παιδιού, την άλλη βλέπουμε τι έκανε ο δάσκαλος στο ίδιο χρονικό διάστημα, την τρίτη το ίδιο από την πλευρά της μάνας.

Και πού βρίσκεται η αλήθεια; Κανείς δεν μπορεί να είναι απολύτως σίγουρος, γιατί άλλα νομίζουμε ότι βλέπουμε και άλλα στην πραγματικότητα συμβαίνουν, τη μια στιγμή είμαστε προσηλωμένοι κάπου, την άλλη κάπου αλλού. Ολο αυτό το ψυχολογικό «παιχνίδι», ένα παζλ συναισθηματικών διακυμάνσεων κατά βάθος, από το οποίο δεν θα λείψει το στοιχείο του θρίλερ και του μυστηρίου, λειτουργεί οργανικά και αβίαστα χάρη κυρίως στο δαντελένιο σενάριο του Γιούζι Σακαμότο για το οποίο, πολύ δίκαια, ο σεναριογράφος της ταινίας βραβεύτηκε στο τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών.

Μουρ και Πόρτμαν

Φανταστείτε δύο γυναίκες εντελώς διαφορετικές στον χαρακτήρα, στον τρόπο σκέψης και στην ηλικία να «καθρεφτίζονται» βλέποντας η μία τον εαυτό της στην άλλη – κάτι σαν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Και θα έχετε τον καμβά της επίσης πολύ ενδιαφέρουσας ταινίας «May December» (ΗΠΑ, 2023), τελευταίας δημιουργίας του αμερικανού σκηνοθέτη Τοντ Χέινς, οι ταινίες του οποίου (ενδεικτικά οι «Carol», «Ο παράδεισος είναι μακριά», «Safe»), είναι ακτινογραφίες του μυστηρίου της γυναικείας ψυχοσύνθεσης.

Εδώ, η νεότερη, η Ελίζαμπεθ (Νάταλι Πόρτμαν) είναι μια διάσημη ηθοποιός και η μεγαλύτερη, η Γκρέισι (Τζούλιαν Μουρ) είναι μια σταρ με την αρνητική έννοια εξαιτίας του «βεβαρημένου» παρελθόντος της σχετικού με ένα σεξουαλικό σκάνδαλο που έγινε πρώτο θέμα στα ΜΜΕ. Η πρώτη έχει αναλάβει να υποδυθεί τη δεύτερη σε μια πολλά υποσχόμενη, arthouse ταινία, μέσω της οποίας ελπίζει να αναγνωριστεί το ταλέντο της. Αλλά για να τα καταφέρει θα πρέπει να μελετήσει το αντικείμενό της, τη γυναίκα που θα υποδυθεί, η οποία τη δέχεται στο σπίτι της.

Και έτσι, ο Τοντ Χέινς δημιουργεί ένα καρπερό πεδίο για την καλλιέργεια μιας δαιδαλώδους, σύνθετης και εξαιρετικά «γαργαλιστικής» σχέσης ανάμεσα σε δύο διαφορετικής νοοτροπίας γυναίκες του σήμερα. Παράλληλα και με πολύ εύστοχο, ρεαλιστικό τρόπο ο σκηνοθέτης σχολιάζει τη σχέση πραγματικής – εικονικής ζωής, αλήθειας – ψευδαίσθησης, ζωής – θεάματος. Διανθίζοντας την ιστορία με διάφορα «πικάντικα» περιστατικά, ο Χέινς οξύνει την περιέργειά μας· ορισμένες φορές παρακολουθώντας την ταινία νιώθεις ότι τη βλέπεις μέσα από την κλειδαρότρυπα, στα κρυφά, σαν να παρακολουθείς μια art house σαπουνόπερα, ή στ’ αλήθεια ένα reality show. Και με τις ηθοποιούς που έχει στη διάθεσή του, ο έξυπνος σκηνοθέτης ξέρει πολύ καλά πώς να απογειώσει την ταινία, κάτι που καταφέρνει και με το παραπάνω χωρίς ποτέ να προδίδει το πνεύμα της ανεξάρτητης παραγωγής που τη χαρακτηρίζει.

Ναν εναντίον Σάκλερ

Με ένα ολόκληρο χρόνο καθυστέρηση, παρά τη βράβευσή του με τον Χρυσό Λέοντα στο περσινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας και αργότερα την υποψηφιότητά του στα Οσκαρ, το ντοκιμαντέρ της Λόρα Πόιτρας «Ολη η ομορφιά και η αιματοχυσία» (All the beauty and the bloodshed, ΗΠΑ, 2022) βγαίνει τώρα, περιορισμένα στις αίθουσες. Η ταινία εστιάζει πάνω στην ακτιβιστική δράση της νεοϋορκέζας καλλιτέχνιδας και φωτογράφου Ναν Γκόλντιν, η οποία όρθωσε ανάστημα ακόμα και σε διεφθαρμένες φαρμακοβιομηχανίες όπως της δυναστείας Σάκλερ και κατάφερε να κερδίσει. Μέσω της οργάνωσής της, «Ρ.Α.Ι.Ν.» η Γκόλντιν ενορχήστρωσε διαμαρτυρίες για να επιστήσει την προσοχή στην «τοξική φιλανθρωπία» της εν λόγω οικογένειας, της οποίας η εταιρεία, Purdue Pharma, πυροδότησε την επιδημία οπιοειδών με το δημοφιλές φάρμακό της, OxyContin, εξαιτίας του οποίου έχουν πεθάνει χιλιάδες άνθρωποι.

Πατέρας και γιος Νο.1

Ο «Πατέρας του στρατιώτη» (Tirailleurs, Γαλλία, 2022) δεν είναι άλλος από τον γάλλο (σενεγαλέζικης καταγωγής) κωμικό ηθοποιό Ομάρ Σι, που συμμετείχε στο φαινόμενο του γαλλικού κινηματογράφου «Οι άθικτοι» (2011) και που εδώ και χρόνια δοκιμάζεται αποτελεσματικά αλλά χωρίς απογείωση σε δραματικούς ρόλους. Αυτό συμβαίνει σε τούτη την ενδελεχή ματιά πάνω στη σχέση ενός πατέρα με τον γιο του (Αλασάνγκ Ντιόνγκ) τον οποίο προσπαθεί να προστατέψει κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου όπου και οι δύο λαμβάνουν μέρος. Ο σκηνοθέτης Ματιέ Βαντεπιέ ενδιαφέρεται για τη ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής στα χαρακώματα, τη σκιαγράφηση πειστικών χαρακτήρων και βεβαίως το «πότισμα» της όλης ιστορίας με προφανή εκκωφαντικά αντιπολεμικά μηνύματα.

Πατέρας και γιος Νο.2

Υστερα από αρκετά χρόνια απουσίας από τη σκηνοθεσία, ο Περικλής Χούρσογλου επιστρέφει στην κινηματογραφική μυθοπλασία μεγάλου μήκους με την «Εξέλιξη» (Ελλάδα, 2023) όπου εξετάζει τη σχέση ανάμεσα σε έναν κουρασμένο καθηγητή κινηματογράφου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (τον υποδύεται ο Αλέξανδρος Λογοθέτης αλλά ο ήρωας είναι προφανώς ο ίδιος ο Χούρσογλου), με τον πατέρα του (μια υπέροχη επιστροφή στον κινηματογράφο του Βασίλη Κολοβού). Αυτή η σχέση είναι η στιβαρή ραχοκοκαλιά της ταινίας και ο σκηνοθέτης με δυο ηθοποιούς που δείχνουν να αγαπούν τους ρόλους τους, τη χειρίζεται σταθερά (είναι ολοφάνερο ότι τον αφορά σε προσωπικό επίπεδο). Βέβαια, όπως σε άλλες ταινίες του π.χ. τον «Διαχειριστή», ο Χούρσογλου πέφτει και πάλι στην παγίδα της αυτοαναφοράς και της «καταγγελίας», ιδιαίτερα στις σκηνές που βλέπουμε τον καθηγητή να προσπαθεί να βρει σημείο επαφής με τους μαθητές χωρίς πάντα να τα καταφέρνει ή να εργάζεται σε έναν χώρο που όχι πανεπιστήμιο δεν θυμίζει αλλά ούτε τουρκική φυλακή στα βάθη της Ανατολίας. Αν αφαιρέσουμε όλες αυτές τις σκηνές και παραμείνουμε στην ουσία του ζητήματος, η «Εξέλιξη» έχει αρκετά να προσφέρει και το κάνει ευπρόσωπα.

Νέοι «Αγώνες πείνας»

Ενας νέος κύκλος «Αγώνων πείνας» ανοίγει με την ταινία του Φράνσις Λόρενς «The hunger games: Η μπαλάντα των αηδονιών και των φιλιών» (The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes, ΗΠΑ, 2023) η οποία, φυσικά, κινείται στο ίδιο μοτίβο με τις ταινίες που έχουν προηγηθεί (ο Λόρενς είχε γυρίσει τρεις από τις τέσσερις προηγούμενες ταινίες). Δραματουργικά είναι prequel των προηγούμενων ταινιών, δηλαδή τοποθετείται πριν από την εποχή τους.

Στην πραγματικότητα, μέσα από την ιστορία προέλευσης του Κοριολανού Σνόου (Τομ Μπλάιθ), ο οποίος αναλαμβάνει τον ρόλο του μέντορα της Λούσι (Ρέιτσελ Ζέγκλερ) στο παιχνίδι επιβίωσης Αγώνες Πείνας (όπου φτωχοί άνθρωποι προσπαθούν να παραμείνουν ζωντανοί ενώ οι περιπέτειές τους καταγράφονται τηλεοπτικά), μαθαίνουμε πως γεννήθηκε το franchise «The Hunger Games», βάση του οποίου είναι το εκδοτικό φαινόμενο της τριλογίας της Σουζάν Κόλινς με τα παραπάνω από 100 εκατομμύρια αντίτυπα των βιβλίων.

Καλογυρισμένη περιπέτεια σε γενικές γραμμές απευθυνόμενη φυσικά κατά βάση στους θαυμαστές του franchise χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι υπόλοιποι δεν μπορούν, άνετα, να την παρακολουθήσουν. Το πιο τρομακτικό στοιχείο της ταινίας πάντως, είναι η α λα σκιάχτρο κόμμωση της Βαϊόλα Ντέιβις που παίζει την ηγετική μορφή σε όλο αυτό το περίεργα δυστοπικό και πολύ ενοχλητικό περιβάλλον.

Γυναίκες της Τυνησίας

Τέλος, η ταινία «Τέσσερις κόρες» (Les filles d’Olfa, διεθνής συμπαραγωγή 2023) της Τυνήσιας Κάουτερ Μπεν Ανια, είναι ένα καλών προθέσεων αλλά κάπως δύσκολο στην επικοινωνία φιλμ στο οποίο παρακολουθούμε δύο γυναίκες ηθοποιούς να αντικαθιστούν τις μεγαλύτερες δύο από τις συνολικά τέσσερις κόρες μιας τυνήσιας χήρας, της Ολφα, οι οποίες θεωρούνται εξαφανισμένες γιατί άφησαν το σπίτι τους για να εισχωρήσουν στο ISIS.

Με βαρόμετρο την τραγική φιγούρα της πραγματικής μάνας, η σκηνοθέτρια φτιάχνει ένα κοκτέιλ άμεσης «ντοκιμαντερίστικης αλήθειας» και αναπαραγωγής του παρελθόντος σε ένα πλαίσιο κατά κάποιο τρόπο μυθοπλασίας. Ανασύρει μνήμες από το παρελθόν της οικογένειας και μέσω των δύο «ξένων» γυναικών, των ηθοποιών που όπως και η ίδια η σκηνοθέτρια προσπαθούν να «εισχωρήσουν» στην αλήθεια της οικογένειας, κάνει έναν ξεκάθαρο αλλά και κάπως στρατευμένο σχολιασμό για τη γενικότερη θέση της καταπιεσμένης γυναίκας σε μια χώρα που μαστίζεται από την πατριαρχία. Το εγχείρημα έχει σχετικό ενδιαφέρον αλλά ενίοτε μπορεί να γίνει και κουραστικό, ιδίως όταν συγχέονται οι μορφές των ηθοποιών με εκείνες των ρόλων τους (παίζουν: Ράχμα Τσικχαουί, Χιντ Σαμπρί κ.ά.).

Επανέκδοση

«Ουρανός» (Ελλάδα, 1962) του Τάκη Κανελλόπουλου. Λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που τίμησε με τον καλύτερο τρόπο τον Τάκη Κανελλόπουλο (1933 – 1990) και το έργο του, το αριστούργημα του τελευταίου διανέμεται σε μια αίθουσα της Αθήνας.

Ο «Ουρανός» για τον οποίο ο στοχαστής και μελετητής της ταινίας Μαρκ Μαζάουερ μίλησε στη Θεσσαλονίκη επισημαίνοντας ότι «η αξία του βρίσκεται στην ανθρωποκεντρική ματιά του, στην αποτύπωση των συναισθημάτων των απλών στρατιωτών και όχι στα πρόσωπα του πολιτικού παρασκηνίου», είναι μακράν η πιο καίρια και ουσιαστική «αναπαράσταση» του αλβανικού έπους, στο οποίο ο σκηνοθέτης επιστρέφει μέσα από τις τραγικές ιστορίες ανθρώπων που το έζησαν (το σενάριο βασίζεται σε αυθεντικές αφηγήσεις ανθρώπων). Τα λόγια εδώ περισσεύουν, δείτε αυτή την ταινία στην αίθουσα (έχει μεταδοθεί αρκετές φορές από την κρατική τηλεόραση). Πρωταγωνιστούν οι Τάκης Εμμανουήλ, Φαίδων Γεωργίτσης, Ελένη Ζαφειρίου, Νίκη Τριανταφυλλίδη, Λάζος Τερζάς, Κώστας Καραγιώργης και Νίκος Τσαχιρίδης.