Η ανάγκη προσαρμογής της ΕΕ στους κινδύνους που καλείται να αντιμετωπίσει σε κάθε μεγάλη κρίση, επιφέρει, σημαντικές αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία της, παρά τα αργά αντανακλαστικά της.

Η ελληνική κρίση έφερε την Τραπεζική Ένωση και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), ενώ η κρίση της πανδημίας έφερε την προσωρινή ανάπαυλα των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) και την έκδοση κοινού χρέους στην οποία είχαν αντισταθεί οι περισσότερο συντηρητικές χώρες του Βορρά στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης.

Σήμερα υπάρχει προβληματισμός για το αν θα επανέλθουμε στην προ-κορωνοϊού εποχή των κανόνων του ΣΣΑ, καθώς η κρίση του πολέμου στην Ουκρανία καθυστερεί την τελική απόφαση.

Εκτιμώ ότι θα πρέπει να αναμένουμε τα όρια του 3% για το ποσοστό του δημοσιονομικού ελλείμματος προς  το ΑΕΠ και του 60% για το ποσοστό του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ να παραμείνουν ως στόχοι-όρια  (back stops). Από εκεί και πέρα, όμως, περιμένουμε αλλαγές.

Θεωρώ ότι ο ρυθμός μείωσης του χρέους θα καθορίζεται ανά χώρα, ανάλογα με τις ιδιομορφίες της οικονομίας της,  με καλύτερη στόχευση και παραχώρηση εξαιρέσεων υπό δυσμενείς συνθήκες αλλά και αυξημένη πίεση υπεραπόδοσης σε καλές περιόδους, ειδικά για χώρες με υψηλό χρέος.  Ο σημερινός σταθερός κανόνας μείωσης του δημοσίου χρέους κατά 1/20 της απόστασης από τον στόχο θα παύσει να ισχύει.

Θα ήθελα, επίσης,  να δω  μελλοντικά έναν δημοσιονομικό κανόνα για ρυθμό αύξησης των δαπανών μικρότερο του ρυθμού αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ.  Η συζήτηση επικεντρώνεται στο τι θα συμπεριλαμβάνεται στον λογιστικό ορισμό των δαπανών (πιθανή εξαίρεση αμυντικών δαπανών, δαπανών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κλπ).

Τέλος, αναμένεται να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία σε χώρες που διαθέτουν  «μαξιλάρι» δημοσιονομικού χώρου, ώστε να μπορούν να εφαρμόζουν ενεργή αντικυκλική αξιοποίηση του εθνικού δημοσιονομικού χώρου βραχυπρόθεσμα, ώστε να αντιμετωπίζουν ενδεχόμενες ειδικές και έκτακτες διαταραχές με έμμεσα οφέλη και για τη λοιπή ευρωζώνη.

Για το 2022, στην Ελλάδα αναμένουμε μια ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κατά σχεδόν 15%, που θα μειώσει τον λόγο δημόσιου Χρέους προς ΑΕΠ στο 170%,. Το 2023 θα είναι μια δύσκολη χρονιά γεμάτη αβεβαιότητα, αλλά δεν επηρεάζει το χρέος αφού τα επιτόκιά του είναι κλειδωμένα για μακρό χρονικό διάστημα, 18 χρόνια κατά μέσο όρο.

Παρά την έλλειψη άμεσης πίεσης, η βιωσιμότητα του χρέους θα είναι το ζητούμενο στο απώτερο μέλλον, όταν αρχίσουμε να βγαίνουμε στις αγορές. Και ο δρόμος της βιωσιμότητας περνάει αναγκαστικά μέσα από τις πολιτικές ανάπτυξης της οικονομίας και την αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική.

*Πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας