Η Περιφέρεια Κρήτης πραγματοποίησε με επιτυχία την ημερίδα του Περιφερειακού Παρατηρητηρίου Κοινωνικής Ένταξης (Παρατηρητήριο), το οποίο συνεργάζεται με το Εργαστήριο Κοινωνικής Ανάλυσης και Εφαρμοσμένης Κοινωνικής Έρευνας (ΕΚΑΕΚΕ) του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου («Σπίτι του Πολιτισμού» στο Ρέθυμνο), με θέμα, «Ευρήματα Ερευνών και Καταγραφή Τοπικών Αναγκών στην Κρήτη», με την ενεργό συμμετοχή της Δ/νσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Π.Ε. Ρεθύμνου, των κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων της Π.Ε Ρεθύμνου και των Κέντρων Κοινότητας όλων των δήμων στην Κρήτη.

Τις εργασίες της ημερίδας άνοιξαν η αντιπεριφερειάρχης Π.Ε. Ρεθύμνου, Μαρία Λιονή και ο αντιπεριφερειάρχης Κοινωνικής Πολιτικής, Λάμπρος Καμπουράκης, ενώ εκ μέρους της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνου και Αυλοποτάμου, χαιρετισμό απηύθυνε ο π. Γεώργιος Γαλεράκης.

Σημειώθηκε η σημασία της τεκμηρίωσης και γεωγραφίας των αναγκών μέσω του Παρατηρητηρίου, για τη λήψη κατάλληλων μέτρων κοινωνικής ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat (1ος ερευνητικός άξονας), η κατάσταση φτώχειας στην Κρήτη εξακολουθεί να είναι δυσμενής, επηρεαζόμενη από τη συνολικότερη επιδείνωση του επιπέδου διαβίωσης στην Ελλάδα μετά το 2008,  το οποίο υπολείπεται σημαντικά του αντίστοιχου στην ΕΕ των 27.

Η Κρήτη αν και βρίσκεται σε καλύτερα επίπεδα φτώχειας από τον μέσο όρο της χώρας, τα υψηλά ποσοστά της σε υλική και κοινωνική αποστέρηση δυσχεραίνουν τη θέση της.

Το 2020 διακρίνεται περαιτέρω μικρή επιδείνωση σε σύγκριση με το 2019, λόγω πανδημίας (covid-19). Η καταναλωτική ικανότητα των νοικοκυριών στην Κρήτη επίσης μειώθηκε σημαντικά μεταξύ των ετών 2014 και 2020, περιοριζόμενη όλο και περισσότερο στην κάλυψη βασικών αναγκών (ειδών διατροφής έναντι αναγκών για την υγεία και την ενέργεια κατοικίας).

Μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας αντιμετωπίζουν τα μονομελή νοικοκυριά, τα μονογονεϊκά και τα νοικοκυριά με τρία ή περισσότερα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά. Τα επιδόματα παρουσιάζουν επίσης πολύ χαμηλή επίδραση στη μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας στην Κρήτη και την Ελλάδα.

Στοιχεία από τους θύλακες αποστέρησης (3ος ερευνητικός άξονας) και τη χαρτογράφηση (4ος ερευνητικός άξονας), έδειξαν ότι διακρίνεται επιδείνωση των ακραίων συνθηκών φτώχειας στο νησί («ακραία φτώχεια» για την περίοδο 2020-2021), ως απόρροια και της συνολικότερης δυσμενούς κατάστασης φτώχειας στην Ελλάδα και την Κρήτη. Η Π.Ε. Ρεθύμνου παρουσιάζει αντίστοιχα στοιχεία επιδείνωσης σε όλους τους Δήμους, ωστόσο, συγκριτικά με άλλες Π.Ε. στην Κρήτη, έχει λιγότερους θύλακες αποστέρησης, αποκλειστικά αγροτικούς, σε περιοχές νότια της γεωγραφικής της επικράτειας. Οι αγροτικοί θύλακες συνδέονται με πολύ υψηλά ποσοστά χαμηλών εισοδημάτων, γήρανσης, έλλειψης προσβασιμότητας σε υπηρεσίες και ανειδίκευτης εργασίας.

Επίσης επηρεάζονται περισσότερο αρνητικά από την απουσία κοινωνικών υπηρεσιών και δομών στήριξης του πληθυσμού, η οποία καταγράφεται στους αντίστοιχους Δήμους. Τα άτομα και τα νοικοκυριά που βιώνουν ακραίες συνθήκες αποστέρησης και φτώχειας, συνολικά για την Κρήτη, δεν φαίνεται να καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες τους μέσα από το πρόγραμμα του Ελαχίστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ), όπως ενδυνάμωση, παροχή κινήτρων, ενίσχυση κοινωνικής, πολιτισμικής και οικονομικής ένταξης (2ος ερευνητικός άξονας).

Από τη συμμετοχή των κοινωνικών υπηρεσιών, καταγράφηκαν ανάγκες περιοχών στην Περιφέρεια Κρήτης που σχετίζονται με τη σχολική διαρροή σε περιοχές με μεγάλους ορεινούς όγκους, την έλλειψη προσβασιμότητας σε δομές ψυχικής υγείας, τον τεχνολογικό αναλφαβητισμό και τη μοναξιά των ηλικιωμένων σε απομακρυσμένες και ορεινές περιοχές, τη συρρίκνωση εισοδημάτων από φυσικές καταστροφές, την ανεργία των γυναικών και ατόμων ηλικίας 50-55, των ΑΜΕΑ, την ελλιπή και επισφαλή στέγαση, την παραβατικότητα εφήβων, τους φτωχούς και ανασφάλιστους εργαζόμενους, την ψυχοκοινωνική υποστήριξη σε πληθυσμούς που έχουν υποστεί φυσικές καταστροφές, τις εξαρτήσεις, την προστασία ασυνόδευτων προσφυγόπουλων, την ενίσχυση κτηριακών υποδομών καθώς και θέσεων σε προσωπικό και δικαιούχους στους παιδικούς και βρεφικούς σταθμούς (κυρίως σε μεγάλους Δήμους), την ενδοοικογενειακή βία.