«Στέλλα, φύγε, θα σε σκοτώσω». Η Μελίνα Μερκούρη είχε αρχίσει και προχωράει σταθερά προς το μέρος του Γιώργου Φούντα. «Φύγε, Στέλλα, φύγε, κρατάω μαχαίρι» της λέει. Η συνέχεια αποτελεί μία από τις πιο γνωστές σκηνές στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, που έχει παιχτεί και ξαναπαιχτεί, έχει αναλυθεί και έχει διακωμωδηθεί όσο λίγες. Τελικά τη σκότωσε – και τη φιλούσε με πάθος την ώρα που το έκανε.

Αυτή η σκηνή, σκηνοθετημένη από τον Μιχάλη Κακογιάννη, είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση γυναικοκτονίας, κι ας μην είχε ακόμη ο όρος πάρει τη σημερινή του μορφή το 1955: ένας άνδρας δεν μπορεί να ξεπεράσει το γεγονός πως μια γυναίκα δεν είναι ιδιοκτησία του και τη σκοτώνει γιατί δεν μπορεί να την αποχωριστεί, επικαλούμενος την αγάπη του γι’ αυτήν.

Στην εποχή της, η ταινία ήταν πρωτοπόρα, γιατί έδειχνε μια γυναίκα που μόλις πριν από τρία χρόνια έχει κερδίσει το δικαίωμα στην ψήφο να γυρνάει την πλάτη στον γάμο της, γνωρίζοντας πως δεν θα μείνει ζωντανή.

Κρύβει, ωστόσο, και την επικίνδυνη γοητεία ενός μεγάλου, σχεδόν ανυπόφορου έρωτα που καταλήγει σε τραγωδία, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για τίποτα.

Καμία γυναίκα δεν αξίζει να πεθάνει απλά και μόνο γιατί είπε «όχι». Τίποτα ρομαντικό δεν υπάρχει σε μια γυναικοκτονία, κι ας κερδίζουν οι δράστες ακόλουθους στο Instagram ή ερωτικές επιστολές μέσα στις φυλακές, όπως συνέβη τη δεκαετία του ’80.

Διαβάστε περισσότερα στα «Νέα Σαββατοκύριακο» που κυκλοφορούν σήμερα