Είναι 1984 και ο πρόεδρος Ρίγκαν βγάζει έναν λόγο που θα έμενε στην Ιστορία. Στέκεται μπροστά στον φακό κι απευθυνόμενος στους Σοβιετικούς λέει: «Οι κυβερνήσεις μας είχαν σοβαρές διαφορές. Αλλά οι γιοι μας και οι κόρες μας δεν έχουν συγκρουστεί σε πόλεμο». Δύο δεκαετίες αργότερα, η ίδια φράση βγήκε από τα χείλη του Μπαράκ Ομπάμα σε μια προσπάθεια να αναθερμάνει τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Οσο κι αν αυτή η αντίληψη έχει επικρατήσει, η αλήθεια είναι πως πρόκειται για έναν μύθο που έχει χτίσει προσεκτικά η Αμερική, ενισχύοντας το προφίλ της έναντι της αιώνιας αντιπάλου της.

Τα περισσότερα βιβλία Ιστορίας στη Ρωσία, έστω και σύντομα, περιλαμβάνουν μια αναφορά στην εισβολή αμερικανικών στρατευμάτων, επικουρούμενων από βρετανικά και γαλλικά, στη βόρεια πλευρά της χώρας το 1918, μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Η στιγμή αυτή, ωστόσο, έχει διαγραφεί από τα επίσημα έγγραφα των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμα κι από τα βιβλία της στρατιωτικής της Ιστορίας. Η λεπτομέρεια αυτή καθιστά το νέο βιβλίο «The Lenin Plot» του Μπαρνς Καρ μια ενδιαφέρουσα νέα έρευνα για την πιο σκοτεινή στιγμή στην ιστορία της αμερικανικής κατασκοπείας. Τον «μεταμεσονύκτιο πόλεμο», όπως τον χαρακτηρίζει ο συγγραφέας.

Η επέμβαση αυτή αποτελεί την πιο τολμηρή κατασκοπική συνωμοσία στην αμερικανική Ιστορία. Μια εξαιρετικά επικίνδυνη επιχείρηση για να κάνει η Αμερική επέλαση στη Ρωσία, να νικήσει τον Κόκκινο Στρατό και να πραγματοποιήσει πραξικόπημα εναντίον του δικτάτορα Βλαντιμίρ Ιλιτς Λένιν. Μετά τη νίκη τους, οι ηγέτες στην Ουάσιγκτον, το Παρίσι και το Λονδίνο φιλοδοξούσαν να εγκαταστήσουν δικό τους δικτάτορα στη Μόσχα. Στόχος θα ήταν να στρέψουν τη Ρωσία εναντίον της Γερμανίας, προκαλώντας νέα πολεμική σύρραξη.

Εισβολή στη Ρωσία

Το «Lenin Plot» είχε την πλήρη έγκριση του προέδρου Γούντροου Ουίλσον. Καθώς διέταξε μια στρατιωτική εισβολή στη Ρωσία, έδωσε στον αμερικανό πρεσβευτή, τον γενικό πρόξενο των ΗΠΑ στη Μόσχα και σε άλλους πράκτορες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ το ελεύθερο για να συνεχίσουν τις μυστικές τους δράσεις εναντίον του Λένιν. Το αποτέλεσμα ήταν χιλιάδες θάνατοι, τόσο στρατιωτικών όσο και αμάχων, κι από τις δύο πλευρές (600 ήταν μόνο οι αμερικανοί στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους ή εξαφανίστηκαν). Η επιχείρηση αυτή κατέληξε να είναι μια παταγώδης αποτυχία και ένα εγχείρημα που κινούταν στο πλαίσιο της παρανομίας. Ο δε πρόεδρος Ουίλσον, ο οποίος υποστήριζε πως ήταν πυλώνας ηθικής ορθότητας, και ο υπουργός Εξωτερικών του Ρόμπερτ Λάνσινγκ είπαν ψέματα για την αμερικανική συμμετοχή. Και στη συνέχεια συνωμότησαν να τη συγκαλύψουν. Γι’ αυτό και σβήστηκε από την επίσημη Ιστορία της χώρας.

Στο βιβλίο, ο Καρ διηγείται τη συγκεκριμένη ιστορία πολύ ζωντανά. Επιστρατεύει το αρχειακό υλικό που έχει βρει και χτίζει μια ενδιαφέρουσα αφήγηση, ρίχνοντας φως σε όλες τις παραμέτρους της. Πιάνει το νήμα, από τον Φεβρουάριο του 1917 οπότε ξέσπασε η Ρωσική Επανάσταση. Η χώρα πολέμησε στο πλάι των δυτικών συμμάχων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά οι σημαντικές της απώλειες την οδήγησαν σε εθνικό διχασμό. Η υπόσχεση του Λένιν να σταματήσει τον πόλεμο ήταν η σπίθα που πυροδότησε τη φωτιά της επανάστασης και ήταν από τις λίγες υποσχέσεις που κράτησε.

Οταν ο Λένιν υπέγραψε την ξεχωριστή συνθήκη ειρήνης με τη Γερμανία, οι Σύμμαχοι ένιωσαν ότι ήταν καθήκον τους να αναλάβουν δράση απέναντι στους Μπολσεβίκους, οι οποίοι μόλις είχαν πάρει την εξουσία με πραξικόπημα, είχαν κατασχέσει τα ξένα περιουσιακά στοιχεία κι απειλούσαν να απλώσουν την Επανάσταση σε όλο τον κόσμο. Το πρόβλημα ήταν ότι οι Σύμμαχοι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σ’ ένα σχέδιο. Αρχικώς, σκέφτηκαν να στείλουν κατασκόπους να πείσουν ή ακόμα και να δωροδοκήσουν τους Μπολσεβίκους να παραμείνουν σε πόλεμο. Η πολεμική σύρραξη ήταν κρίσιμη για τους Συμμάχους ώστε η Γερμανία να έχει δύο ανοιχτά μέτωπα. Ηθελαν να είσαι σίγουροι ότι ο οπλισμός και τα πυρομαχικά των Ευρωπαίων δεν θα έπεφταν σε χέρια Σοβιετικών. Φαντομάδες, κατεστραμμένοι επιχειρηματίες, τσαρλατάνοι, ιδεολόγοι και οπορτουνιστές επιστρατεύτηκαν για να διεισδύσουν στο ρωσικό έδαφος και ν’ αλλάξουν τις ισορροπίες.

Ο επικεφαλής της ομάδας των αμερικανών κατασκόπων ήταν ένας πρώην πρωταθλητής του τένις. Ο Ντεβίτ Κλίντον Πόουλ ήταν γνωστός στις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, αλλά και στο περιβάλλον του ως «Πουντλ», το σγουρόμαλλο σκυλάκι δηλαδή. Το δεξί του χέρι ήταν ο γεννημένος στη Ρωσία κι αστέρι του στίβου Ξενοφών ντε Μπλούμενθαλ Καλαματιάνο – ο πρώτος αμερικανός κατάσκοπος που ανταλλάχθηκε για σοβιετικό πράκτορα. Μαζί τους δρούσε και ο Σαρλς Αντόπ Φο – Πα Μπιντέτ, ο γάλλος κατάσκοπος στη Μόσχα, ο οποίος ως ντετέκτιβ της αστυνομίας ήταν επικεφαλής έρευνας εναντίον της Μάτα Χάρι.

Δολοφονία

Oταν όλοι τους απέτυχαν να πείσουν τους Μπολσεβίκους να μπουν σε πόλεμο με τη Γερμανία, οι Σύμμαχοι άρχισαν να σχεδιάζουν τη δολοφονία του Λένιν. Παρά τα στοιχεία που συνηγορούν προς αυτήν την κατεύθυνση, δεν υπάρχει σοβαρή ένδειξη ότι οι σφαίρες που πλήγωσαν τον σοβιετικό ηγέτη στον λαιμό και τον ώμο, έξω από ένα εργοστάσιο της ρωσικής πρωτεύουσας τον Αύγουστο του 1918, ήταν από το πιστόλι πράκτορα των Συμμάχων. Στις συνομιλίες μεταξύ τους αναφερόταν διαρκώς ένα σχέδιο για τον βγάλουν εκτός παιχνιδιού, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο το αν το προχώρησαν ποτέ.

Η ύστατη επιλογή τους ήταν η στρατιωτική ανάμειξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πλήρωσαν μεγάλα χρηματικά ποσά για να υποστηρίξουν τις δυνάμεις του Λευκού Στρατού στη σύγκρουσή τους με τον Κόκκινο, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Προκειμένου μάλλον να παρακάμψουν τον νόμο που απαγόρευε στην αμερικανική κυβέρνηση τη χορήγηση δανείων σε ανεξάρτητους στρατούς ή μισθοφόρους, ξέπλυναν χρήματα, πληρώνοντας τους Βρετανούς ή τους Γάλλους για να μεταφέρουν εκείνοι τα ποσά. Ο Ουίλσον το αρνήθηκε επίσημα, αλλά δεν έπεισε κανέναν για την ορθότητα του λόγου του.

Τον Σεπτέμβριο του 1918, όταν οι Σύμμαχοι τελικά άρχισαν να συγκρούονται με τον Κόκκινο Στρατό στο λιμάνι του Αρχάγγελσκ, παρέταξαν 20.000 άνδρες στο μέτωπο της μάχης. Οι 4.500 εξ αυτών ήταν αμερικανοί πολίτες. Ωστόσο, το στράτευμα ήταν πολύ μικρότερο σε σχέση με των αντιπάλων τους και κινούταν στον αρκτικό κύκλο σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Δεκάδες στρατιώτες είχαν πεθάνει από τη γρίπη εν πλω ακόμα προς το ρωσικό λιμάνι. Αλλοι σκοτώθηκαν από τους εχθρούς που όχι μόνο ήταν σωστά οπλισμένοι, αλλά γνώριζαν πολύ καλά τόσο το περιβάλλον όσο και τα μονοπάτια της περιοχής. Πληγωμένοι Αμερικανοί πάγωσαν μέχρι θανάτου περιμένοντας να τους σώσουν οι συμπολεμιστές τους στα χιονισμένα δάση.

Τους επόμενους μήνες, οι  αμερικανικά στρατιώτες ένιωσαν εξαπατημένοι από την κυβέρνησή τους, παραπλανημένοι από τους στρατιωτικούς επικεφαλής τους, απομονωμένοι από τους συμμάχους τους και βέβαια κατατροπωμένοι από τους αντιπάλους τους, παλεύοντας σ’ έναν πόλεμο ο οποίος είχε ήδη τελειώσει. Πολλοί εξ αυτών έδειξαν γενναιότητα κι επέμειναν τις αντίξοες συνθήκες των παγωμένων περιοχών γύρω από το Αρχάγγελσκ. Αλλοι ενέδωσαν στους πειρασμούς της εξέγερσης.

Ανακωχή

Δύο μήνες μετά την άφιξη των στρατευμάτων στη Ρωσία, ο Μεγάλος Πόλεμος τελείωσε με την υπογραφή της ανακωχής μεταξύ των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, σε μια αμαξοστοιχία τρένου, σταθμευμένη μέσα σ’ ένα γαλλικό δάσος. Λίγες ώρες αργότερα, τα όπλα σίγησαν στο Δυτικό Μέτωπο. Ωστόσο, η συνθηκολόγηση δεν αφορούσε τους Αμερικανούς που βρίσκονταν στο Αρχάγγελσκ, τους οποίους οι επικεφαλής τους κάλεσαν να συνεχίσουν να πολεμάνε.

Τη δυσφορία των στρατιωτών για τις απαντήσεις που δεν έπαιρναν από τους ανωτέρους τους ενίσχυσε βέβαια και η προπαγάνδα των Μπολσεβίκων. Εφημερίδες γραμμένες στα αγγλικά κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους στρατιώτες, τους καλούσαν ν’ αφήσουν τα όπλα. «Εργαζόμενοι όλων των χωρών, ενωθείτε! Γκρεμίστε το σάπιο οικοδόμημα του καπιταλιστικού σας κράτους με το συγκλονιστικό χτύπημα των όπλων σας. Απαιτήστε να γυρίσετε σπίτι σας!» έγραφαν μεταξύ άλλων τα έντυπα αυτά.

Οι αμερικανοί στρατιώτες, ωστόσο, δεν κατάφεραν να επιστρέψουν σπίτια τους νωρίτερα από τις αρχές του 1920, οπότε ολοκληρώθηκε ανεπιτυχώς η εκστρατεία στη Ρωσία. Για πολλούς αντικομμουνιστές το χειρότερο πράγμα στην αμερικανική παρέμβαση στον ρωσικό εμφύλιο δεν ήταν πως ήταν άδικη ή ακόμα και άτοπη, αλλά πως ήταν εντελώς αναποτελεσματική. Η επέμβαση σχεδιάστηκε από τον Ουίλσον και τους ανθρώπους του χωρίς σαφείς, καθορισμένους στόχους κι αναπόφευκτα βούλιαξε. Οσο κι αν προσπάθησαν αργότερα να ξεπλύνουν την ήττα σβήνοντάς την από την Ιστορία τους, οι Σοβιετικοί δεν ξέχασαν ποτέ. Και για πολλούς ιστορικούς, αυτή ήταν η αρχή του πιο μεγάλου ακήρυχτου πολέμου του 20ού αιώνα: του Ψυχρού Πολέμου.