Σημαντικές αλλαγές στο τσεκάπ για τον προστάτη φέρνουν οι πρόσφατα αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ουρολογίας (EAU). Εφεξής και μεταξύ άλλων, ο έλεγχος δεν συνιστάται να αρχίζει πλέον στην ηλικία των 50 ετών, αλλά ούτε να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο. Αντίθετα, η επιστημονική κοινότητα, αναζητώντας τη «χρυσή τομή» για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου, κατέληξε ότι οι άνδρες πρέπει να εξετάζονται για πρώτη φορά σε νεαρότερη ηλικία, ενώ στη συνέχεια η συχνότητα επανάληψης του ελέγχου πρέπει να καθορίζεται σε κάθε άνδρα ξεχωριστά.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι τελευταίες κατευθυντήριες οδηγίες συντάχθηκαν αφού πρωτίστως συνυπολογίστηκαν όλα τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα για το ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA) και τις άλλες εξετάσεις του προστάτη.

Το PSA είναι μια πρωτεΐνη τα επίπεδα της οποίας αυξάνονται στους άνδρες με καρκίνο του προστάτη. Ωστόσο επηρεάζονται και από άλλα νοσήματα και καταστάσεις. Μπορεί, για παράδειγμα, να αυξηθούν σε περίπτωση προστατίτιδας ή καλοήθους υπερτροφίας προστάτη, καθώς και ύστερα από διέγερση του προστάτη (π.χ. λόγω εκσπερμάτισης, δακτυλικής εξέτασης του προστάτη, κατακράτησης ούρων κ.λπ.). Ακόμα και ορισμένες έντονες ασκήσεις, όπως η ποδηλασία, μπορεί να τα επηρεάσουν.

Ειδικότερα και σύμφωνα με τις νέες οδηγίες, η πρώτη μέτρηση του PSA πρέπει να γίνεται σε ηλικία 40-45 ετών, ώστε να υπάρχει μια τιμή αναφοράς με την οποία θα συγκρίνονται

όλες οι επόμενες. Αυτό συνιστάται επειδή, όπως προαναφέρθηκε, τα επίπεδα του PSA δεν είναι σταθερά αλλά παρουσιάζουν διακυμάνσεις. Επομένως, μια μεμονωμένη μέτρηση του PSA έχει μειωμένη διαγνωστική αξία.

Η επόμενη μέτρηση του PSA και το κάθε πότε θα επαναλαμβάνεται θα καθορίζεται σε κάθε άνδρα ξεχωριστά με βάση ορισμένα κριτήρια – η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη, τα ευρήματα στη δακτυλική εξέταση προστάτη και ο όγκος του προστατικού αδένα. Μάλιστα η δακτυλική εξέταση του προστάτη πρέπει να γίνεται σε συνδυασμό με το PSA, ώστε να αξιολογεί ο γιατρός τον κίνδυνο ύπαρξης κάποιας ύποπτης βλάβης.

Προσδόκιμο επιβίωσης

Καθοριστικό είναι επίσης το προσδόκιμο επιβίωσης του άνδρα. Η EAU τονίζει ότι η συστηματική μέτρηση του PSA πρέπει να αποθαρρύνεται στους άνδρες με μειωμένο προσδόκιμο επιβίωσης – δηλαδή σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από άλλα αίτια συγκριτικά με τον κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους από τον καρκίνο του προστάτη.

Η EAU τονίζει επίσης ότι βιοψία του προστάτη πρέπει να διενεργείται μόνο όταν υπάρχει σοβαρός λόγος και εφόσον προηγηθεί μια εξελιγμένη εξέταση που λέγεται πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία. Η εξέταση αυτή ξεχωρίζει τους σημαντικούς καρκίνους από εκείνους που δεν θα επηρεάσουν τον ασθενή και έτσι βοηθά τον γιατρό να αποφασίσει αν είναι απαραίτητη η βιοψία προστάτη

ή όχι. Η EAU υπολογίζει ότι με τη χρήση της πολυπαραμετρικής τομογραφίας μπορεί να μειωθούν κατά 10% οι αχρείαστες διαγνώσεις και κατά 30% οι αχρείαστες βιοψίες προστάτη.

Η EAU συνιστά επίσης να αποφεύγεται η χορήγηση θεραπείας σε ασθενείς που έχουν όγκους χαμηλού κινδύνου. Στη θέση της θεραπείας πρέπει να τους προσφέρεται η επιλογή της ενεργητικής παρακολούθησης, δηλαδή των τακτικών εξετάσεων, για να εξακριβώνεται σε βάθος χρόνου αν ο όγκος εξελίσσεται ή παραμένει στάσιμος.

Στόχος των νέων οδηγιών, σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς, είναι η αποφυγή υπερδιάγνωσης και υπερθεραπείας. «Η μέτρηση του PSA στο αίμα μπορεί μακροπρόθεσμα να μειώσει σημαντικά τη θνησιμότητα από καρκίνο του προστάτη, όπως έχουν δείξει πολλές μεγάλες μελέτες συμπεριλαμβανομένης της ERSPC (European Randomised Study of Screening for Prostate Cancer)» λέει ο χειρουργός – ουρολόγος δρ Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας. «Ωστόσο η εξέταση αυτή εντοπίζει και πολλούς καρκινικούς όγκους με αργή ανάπτυξη, οι οποίοι δεν θα απειλούσαν ποτέ τη ζωή των ασθενών, ούτε θα τους προκαλούσαν συμπτώματα. Με άλλα λόγια, οδηγεί στην υπερδιάγνωση, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στην υπερθεραπεία, δηλαδή σε αχρείαστες θεραπείες. Η υπερδιάγνωση και η υπερθεραπεία αποτελούν την αιτία της αμφισβήτησης του PSA».

Εγκαιρη ανίχνευση

Σύμφωνα με την EAU, η πιθανότητα υπερδιάγνωσης στον καρκίνο του προστάτη ανέρχεται σε 40%. «Το ποσοστό αυτό είναι εξαιρετικά υψηλό, πόσω μάλλον που οι περισσότεροι προστατικοί καρκίνοι είναι βραδέως αναπτυσσόμενοι και ανιχνεύονται κυρίως σε ηλικιωμένους άνδρες, οι οποίοι συχνά δεν απειλούνται από τον καρκίνο τους» λέει ο δρ Πούλιας. «Παρότι, όμως, οι ασθενείς αυτοί δεν κινδυνεύουν, αναγκάζονται να υποβληθούν σε αχρείαστες βιοψίες, ενώ πολλοί κάνουν και αχρείαστες θεραπείες, διότι, ό,τι κι αν τους λέμε εμείς, οι περισσότεροι θέλουν να απαλλαγούν άμεσα από τον καρκίνο τους και όχι να τον παρακολουθούν σε βάθος χρόνου».

Ωστόσο όλες οι θεραπευτικές επιλογές για την αντιμετώπιση  του καρκίνου προστάτη θα επηρεάσουν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, την ποιότητα ζωής των ασθενών. «Οι θεραπείες έχουν παρενέργειες οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις υπερκαλύπτουν τα όποια οφέλη από την έγκαιρη ανίχνευση αυτών των όγκων» λέει ο δρ Πούλιας.