Τα στοιχήματα που έβαλε δημοσίως (με τον εαυτό του) ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μετά την εθνική τραγωδία στο Μάτι, τα έχασε. Ηδη αποτελούν παρελθόν ως λόγια επικοινωνιακού χαρακτήρα. «Θα έρχομαι κάθε μήνα εδώ χωρίς κάμερες να συζητάμε. Το μεγάλο στοίχημα είναι η περιοχή να έχει γίνει πρότυπο οικισμού το επόμενο καλοκαίρι» έλεγε on camera στις αρχές Σεπτεμβρίου 2018. Τελικά δεν πήγαινε κάθε μήνα στους πυρόπληκτους οικισμούς των 102 νεκρών, ούτε η αποκατάσταση ολοκληρώθηκε (μεγάλο μέρος της δεν έχει καν ξεκινήσει). Παράλληλα με τις υποσχέσεις της κυβέρνησης όμως έρχονταν και επίσημες εξαγγελίες για άμεση θωράκιση της χώρας με συγκεκριμένα μέτρα. «Προχωράμε σε όλες εκείνες τις μεγάλες τομές για να διορθώσουμε τις στρεβλώσεις του παρελθόντος» τόνιζε προ μηνών ο Πρωθυπουργός.

Οι μήνες πέρασαν (σχεδόν δέκα από τη φονική πυρκαγιά), η νέα αντιπυρική περίοδος ξεκίνησε και δεν υπάρχει ούτε μία «μεγάλη τομή». Αντιθέτως, αξιωματικοί και υπάλληλοι της Πυροσβεστικής καλούνται να ριχτούν στην επικίνδυνη μάχη, ακριβώς όπως πέρυσι: με τα ίδια ταλαιπωρημένα μέσα, τον ίδιο εξοπλισμό, τα ίδια πρωτόκολλα συνεννόησης. Απλώς όλα είναι κατά έναν χρόνο… γερασμένα.

Η εικόνα από πέντε «μέτωπα» του αντιπυρικού τομέα (λειτουργία Πολιτικής Προστασίας, ανθρώπινο δυναμικό, οχήματα – εναέρια μέσα, γραμμή «112» και νέο μηχανοκίνητο τμήμα) πιστοποιεί ότι δεν άλλαξε το παραμικρό από τον εφιαλτικό Ιούλιο του 2018. Κάτι που σίγουρα είναι διαφορετικό, αλλά προς το χειρότερο, ενισχύοντας την ανασφάλεια σε τυχόν ξέσπασμα μεγάλης φωτιάς φέτος και τους φόβους για το αν μπορεί να αντιμετωπιστεί, όπως προκύπτει από τα λόγια έμπειρων αξιωματικών στη δασοπυρόσβεση στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο»: «Με τις καιρικές συνθήκες των τελευταίων μηνών – δηλαδή αρκετές βροχοπτώσεις, άνεμοι και υγρασία – έχουμε αύξηση της βιομάζας, πολύ καλού συμμάχου στη διάδοση της φωτιάς με σημαντικές ταχύτητες εξάπλωσης».

Αποτυχημένος μηχανισμός

Ανάμεσα στα ανησυχητικά δεδομένα είναι και το γεγονός ότι το φετινό καλοκαίρι η οποιαδήποτε πύρινη εστία θα αντιμετωπιστεί με ένα σύστημα διαχείρισης έκτακτων αναγκών που «έχει πια κλείσει τον κύκλο του» (λόγια του Πρωθυπουργού!) και στον κρίσιμο χρόνο αντιμετώπισης του συμβάντος «οδηγούσε σε σύγχυση ακόμα και σε αδράνεια».

Το τελευταίο είναι συμπέρασμα επισήμως γραμμένο στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου «Εθνικό Σύστημα Πολιτικής Προστασίας» που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 2 Μαΐου, μόλις ένα 24ωρο μετά την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, ενώ είχε ανακοινωθεί τον περασμένο Αύγουστο. Στην αιτιολογική έκθεση υπάρχει η παραδοχή ότι ο υπάρχων μηχανισμός (αυτός που θα έχει η Ελλάδα μέχρι νεωτέρας) είναι… αποτυχημένος σε όλα τα επίπεδα (!), γι’ αυτό χρειάζεται «ριζική αναθεώρηση». Πάντως για πολλούς, ακόμα και ο προτεινόμενος μηχανισμός είναι δαιδαλώδης και γραφειοκρατικός, με κίνδυνο να παραμείνουν ή και να ενισχυθούν όλες οι δυσλειτουργίες που αναδείχθηκαν κατά την περσινή τραγωδία στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά: σύγχυση μεταξύ των εμπλεκομένων, ασυνεννοησία, επικάλυψη αρμοδιοτήτων. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ενιαίο μοντέλο διαχείρισης έκτακτων αναγκών, ανεξαρτήτως είδους (πλημμύρα, φωτιά κ.λπ.), πολυπλοκότητας, περιοχής και αιτίας και αποδίδονται αρμοδιότητες σε διάφορους φορείς, από την κεντρική διοίκηση ώς τους δήμους. Ετσι, υιοθετούνται κάθε λογής επιτροπές (κεντρικές, περιφερειακές, τοπικές) και διάφορα πρωτόκολλα συντονισμού που θα εξειδικεύονται με αποφάσεις είτε υπουργών είτε περιφερειαρχών ή και δημάρχων.

Χωρίς «όπλα»

Μέχρι να προκύψουν αλλαγές πάντως οι πυροσβέστες πρέπει να συνεχίσουν το έργο τους με τους αναλογικούς ασυρμάτους (που νεκρώνουν στα δύσβατα σημεία), γδαρμένες αρβύλες και ποικίλες ελλείψεις στον εξοπλισμό τους (όπως λένε, συνήθως αγοράζουν από την τσέπη τους μάσκες των 150 ευρώ), τα οχήματα 30ετίας και τα ακινητοποιημένα λόγω βλαβών αεροσκάφη.

Την ίδια στιγμή, ο ευρωπαϊκός αριθμός εκτάκτων κλήσεων «112», που πέρυσι δεν λειτουργούσε, βρίσκεται τώρα σε πιλοτική λειτουργία. Για τον τριψήφιο διεθνή αριθμό, η Κομισιόν ήδη έχει εγκαλέσει την ελληνική κυβέρνηση για ολιγωρία. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο μέσος χρόνος που απαιτείται προκειμένου να ληφθούν οι πληροφορίες για τον γεωεντοπισμό του καλούντος είναι 4 λεπτά και 35 δευτερόλεπτα, όταν οι περισσότερες χώρες δηλώνουν χρόνο μέχρι 10 δευτερόλεπτα το πολύ.

Οι εκκρεμότητες

Οσον αφορά το 24ωρο Μηχανοκίνητο Ειδικό Τμήμα Πυροσβεστικών Επιχειρήσεων (με έδρα την 1η ΕΜΑΚ στην Ελευσίνα), που ανακοινώθηκε ως σημαντική καινοτομία και ιδρύεται με απόφαση της υπουργού Προστασίας του Πολίτη Ολγας Γεροβασίλη, συνδικαλιστές του Πυροσβεστικού Σώματος είναι επιφυλακτικοί μέχρι να δουν την εφαρμογή του. Συγκεκριμένα, διερωτώνται πού θα βρεθούν οι τουλάχιστον 270 πυροσβέστες για την κάλυψη των βαρδιών και ποια οχήματα θα είναι σε διαρκή επιφυλακή. «Είναι σαφές ότι πολλά θέματα βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Εγιναν διαγωνισμοί για οχήματα – καμιά 50αριά – μέσω των περιφερειών, αλλά δεν ξέρουμε πότε θα έχουμε αποτέλεσμα. Δεν έχουν υπογραφεί επίσης οι συμβάσεις για την εκμίσθωση ελικοπτέρων» λέει ο Δημήτρης Σταθόπουλος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος. Στέλνοντας μήνυμα προς την κοινωνία, ο ίδιος σημειώνει: «Διαβεβαιώνουμε ότι ως έλληνες πυροσβέστες θα κάνουμε αυτό για το οποίο έχουμε ορκιστεί με οποιεσδήποτε συνθήκες. Ανεξάρτητα από τα μέσα που μας διαθέτουν και από τις συνθήκες δουλειάς, εμείς έχουμε ορκιστεί να υπηρετούμε το κοινωνικό σύνολο. Γι’ αυτό μην πυροβολείτε τον πυροσβέστη που προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του. Αλλοι έχουν τις ευθύνες. Μη δείχνετε με το δάχτυλο τον πυροσβέστη, δείξτε τον εμπρηστή».

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ενωσης Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Φίλιππος Παντελεάκος (ετοιμάζεται για την αποστράτευσή του) σχολιάζει τον προτεινόμενο μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, υποστηρίζοντας ότι είναι δύσκολο να λειτουργήσει στην Ελλάδα: «Αρχικά, πολλά απ’ όσα αναφέρονται στο σχέδιο νόμου τα έχουμε ήδη, απλώς αλλάζει η ορολογία. Και τελικά, στο σύνολό της, αυτή η Εθνική Αρχή Πολιτικής Προστασίας μοιάζει βγαλμένη από άλλη χώρα. Το μοντέλο λειτουργίας της σημερινής Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα δεν είναι ανάλογα προσαρμοσμένο, γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι δύσκολο να λειτουργήσει τώρα. Ισως στο μέλλον, αν κρατήσουμε τα θετικά σημεία του…».

Αναφερόμενος στην τραγωδία της Ανατολικής Αττικής, σημειώνει: «Οταν έχουν «φύγει» τόσοι συνάνθρωποί μας, το σίγουρο είναι ότι δεν πήγαν όλα καλά. Τι άλλαξε έκτοτε στο κεφάλαιο δασοπυρόσβεση; Τίποτα προς το καλύτερο. Δυστυχώς, η Πολιτεία δεν πήρε το μάθημά της και ακόμα τρέχουν ζητήματα που η χώρα θα έπρεπε να έχει φροντίσει από την επόμενη μέρα». Σύμφωνα με τον ίδιο, γερό πλήγμα στην επιχειρησιακή ικανότητα της Πυροσβεστικής έχει προκαλέσει μεταξύ άλλων και η απομάκρυνση (από το 2017) συνολικά 600 μάχιμων πυροσβεστών για τη στελέχωση των κλιμακίων σε αεροδρόμια και εθνικές οδούς: «Σκεφτείτε ότι άνοιξαν 13 υπηρεσίες στα περιφερειακά αεροδρόμια και 10 πυροσβεστικά κλιμάκια στους εθνικούς δρόμους. Μόνο από την Αττική έφυγαν 200 άτομα».