Πλησιάζουν δύο μήνες από την ώρα που ο Πρωθυπουργός έβαλε γραβάτα πανηγυρίζοντας την «καθαρή έξοδο» από τα Μνημόνια, αλλά μάλλον τίποτε από όσα συμβαίνουν στις αγορές δεν δείχνει το αφήγημα να έχει κάποια βάση.

Το χρηματιστήριο μοιάζει να έχει μπει σε κατήφορο δίχως τέλος, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων καθιστούν απαγορευτική ακόμα και τη σκέψη άμεσης εξόδου στις αγορές, διεθνείς αναλυτές παρατηρούν ότι «εξανεμίζεται» η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις ελληνικές τράπεζες, την ώρα που το διεθνές περιβάλλον διαρκώς επιδεινώνεται. «ΤΑ ΝΕΑ» επιχειρούν να απαντήσουν, έπειτα από συνομιλίες με ειδικούς, στο ερώτημα «Πού πάμε;»…

1. Γιατί πέφτει το χρηματιστήριο;

Το χρηματιστήριο πέφτει για πολλούς λόγους που συνδέονται τόσο με εσωτερικούς όσο και εξωγενείς παράγοντες, εκτιμά ο πρόεδρος της Nuntius ΑΧΕΠΕΥ Αλέξανδρος Μωραϊτάκης και εξηγεί: «Στο εσωτερικό μέτωπο, εξαιτίας της αβεβαιότητας που προκαλείται από τις επερχόμενες εκλογές, δεδομένου ότι προεκλογικά υπάρχουν πολλές υποσχέσεις και ενδεχόμενος κίνδυνος να χαλάσει το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής. Επιπρόσθετα, υπάρχει μια ανησυχία στους κόλπους των μετόχων για τις τράπεζες οι οποίες δεν έχουν πρόβλημα, αλλά εάν χρειαστεί αύξηση κεφαλαίων, αυτή θα γίνει με κρατικό χρήμα, το οποίο σημαίνει dilution, αραίωση δηλαδή των κεφαλαίων των παλαιών μετόχων, ενώ υπάρχει και προβληματισμός εξαιτίας του γεγονότος ότι ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαίων των τραπεζών προέρχεται από αναβαλλόμενο φόρο. Στο εξωτερικό μέτωπο, η ιταλική κρίση και η άνοδος των επιτοκίων στην Αμερική προκαλούν ερωτηματικά για ενδεχόμενο τέλος του ανοδικού κύκλου».

2. Τι συμβαίνει με τις τραπεζικές μετοχές;

Τα «χτυπήματα» στις μετοχές των τραπεζών ξεκίνησαν μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εξαμήνου, τα οποία, κατά την άποψη των αναλυτών, έδειξαν την αδυναμία των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων να παραγάγουν έσοδα από τραπεζικές εργασίες (κυρίως δάνεια). Στη συνέχεια η ανησυχία διευρύνθηκε όταν στο τέλος του περασμένου μήνα η υποχρέωση των τραπεζών να στείλουν πλάνα τριετίας στον εποπτικό μηχανισμό SSM έδωσε αφορμή σε αναλυτές να κάνουν λόγο για «εξαιρετικά φιλόδοξα» πλάνα. Το τρίτο «χτύπημα» ήρθε μετά το δημοσίευμα του Bloomberg, το οποίο ανέφερε ότι εξαιτίας των δυσμενών συνθηκών στις αγορές θα υπάρξει δυσκολία εξεύρεσης φρέσκων κεφαλαίων 500 εκατ. ευρώ έως το τέλος του έτους από την Τράπεζα Πειραιώς. Παρά τις καθησυχαστικές ανακοινώσεις της τράπεζας, η φωτιά είχε ήδη ανάψει. Επιπρόσθετα, στην πορεία των τραπεζικών μετοχών επιδρούν και όλοι οι ευρύτεροι παράγοντες αβεβαιότητας σχετικά με την ελληνική και τη διεθνή οικονομία.

3. Μπορεί τελικά οι τράπεζες να οδηγηθούν στην ανάγκη νέας κεφαλαιακής ενίσχυσης;

Το κλειδί, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, κρύβεται στα κόκκινα δάνεια, τα οποία κυμαίνονται στην περιοχή των 60 δισ. ευρώ. Αν οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των κόκκινων δανείων (52 δισ. ευρώ στο τέλος του 2018 και 38,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019) δεν επαληθευτούν για οποιονδήποτε λόγο, αναλυτές εκτιμούν πως ελλοχεύει ο κίνδυνος οι τράπεζες να αναγκαστούν να πουλήσουν μεγάλα πακέτα κόκκινων δανείων σε πολύ χαμηλές τιμές, κάτω από τη λογιστική τους αξία. Σε αυτή την περίπτωση, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, οι οποίοι είναι σήμερα υψηλοί – πρόσφατα όλες οι τράπεζες πέρασαν με επιτυχία τα stress tests -, ενδέχεται να υποχωρήσουν δημιουργώντας την ανάγκη πρόσθετων κεφαλαίων.

4. Υπάρχει ο κίνδυνος ριζικής κρατικοποίησης των τραπεζών;

Στο σενάριο όπου προκύψει η ανάγκη πρόσθετων κεφαλαίων, οι τράπεζες θεωρείται δύσκολο έως αδύνατο να αντλήσουν κεφάλαια από τους μετόχους, οι οποίοι έχουν χάσει ήδη πολλά λεφτά, ενώ οι συνθήκες στις αγορές παραμένουν απαγορευτικές για αναζήτηση άλλων εναλλακτικών. Η μοναδική λύση η οποία διαφαίνεται θα είναι το Δημόσιο να εισφέρει κεφάλαια (αντλώντας πόρους ενδεχομένως από το μαξιλάρι διαθεσίμων), γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με τις πολύ χαμηλές αποτιμήσεις των τραπεζών στο χρηματιστήριο θα οδηγούσε σε κατακόρυφη αύξηση της συμμετοχής του Δημοσίου στο μετοχικό τους κεφάλαιο.

5. Κινδυνεύουν σε οποιαδήποτε περίπτωση οι καταθέσεις;

Η απάντηση τόσο από εγχώριες όσο και από ευρωπαϊκές αρμόδιες πηγές είναι κατηγορηματικά αρνητική σε κάθε περίπτωση. Σενάριο κουρέματος καταθέσεων δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση για πολλούς λόγους. Ο βασικότερος είναι ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα βύθιζε την ελληνική οικονομία σε ύφεση και θα έσερνε τη χώρα σε ένα ακόμα πρόγραμμα χρηματοδότησης. Κανένας στην ευρωζώνη δεν θέλει να συζητήσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο και προφανώς καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα επέτρεπε να ξεκινήσει καν τέτοια συζήτηση.

6. Εκτός από την πτώση του χρηματιστηρίου, έχουμε και παράλληλη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων. Γιατί;

Ο τίτλος ανάλυσης του οίκου αξιολόγησης Fitch αναφορικά με τις επιπτώσεις 58 μεγάλων υφέσεων στις ανεπτυγμένες αγορές από το 1980, πριν από λίγες μέρες, είναι ενδεικτικός: «Τα δημόσια οικονομικά βρίσκονται σε κίνδυνο όταν η νέα ύφεση χτυπήσει». Χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος είναι προφανώς πολλαπλάσια εκτεθειμένες.

Η Fitch δεν προβλέπει νέα ύφεση, αν και σημειώνει πως κάποια στιγμή θα προκύψει και καταγράφει αυξημένες πιθανότητες ύστερα από εννιά χρόνια επέκτασης της παγκόσμιας οικονομίας. Τα σύννεφα ανησυχίας πυκνώνουν, την ώρα που τα αμερικανικά επιτόκια αυξάνονται, εμπορικοί πόλεμοι βρίσκονται σε εξέλιξη και οι τιμές του πετρελαίου ανεβαίνουν.

Ολα τα παραπάνω επιδρούν στις αποδόσεις των ομολόγων διεθνώς, ενώ υπάρχουν και επιμέρους εσωτερικοί παράγοντες.

Στις ΗΠΑ η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου αναρριχήθηκε στο 3,26% την περασμένη Τρίτη, υψηλό επταετίας. Η Fed ακολουθεί πολιτική αύξησης των επιτοκίων εξοργίζοντας τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος έφτασε στο σημείο να δηλώσει «δεν θα απολύσω τον Πάουελ, αλλά είμαι απογοητευμένος από αυτόν». Ο Πάουελ είναι ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας. Στις αγορές δεν αρέσουν τέτοιες «κόντρες».

Στην Ιταλία, οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν χτυπήσει κόκκινο. Το μέγεθος της επιβάρυνσης αναδεικνύεται από την πορεία των yields στους εξάμηνους τίτλους. Την 1η Ιανουαρίου 2018, η απόδοση ήταν αρνητική, στο -0,458%, χθες στο 0,221%. Βασική αιτία της αναταραχής στην Ιταλία είναι η κόντρα κυβέρνησης – Βρυξελλών αναφορικά με τον προϋπολογισμό.

Η κυβέρνηση Λέγκας – Πέντε Αστέρων αδιαφορεί για τις προειδοποιήσεις να μην αυξήσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 2,4% του ΑΕΠ όταν το χρέος είναι 2,3 τρισ. ευρώ.

7. Τι συμβαίνει με τα ομόλογα στην Ελλάδα;

Η χώρα μας, σύμφωνα με αναλυτές, παραμένει ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης. Ενδεικτικό είναι ότι ο οίκος αξιολόγησης DBRS τοποθέτησε μόνο την Ελλάδα στο σύνολο των χωρών της ευρωζώνης στην κατηγορία μεσαίου κινδύνου εξόδου της χώρας από το ευρώ, αν και δεν προβλέπει έξοδο χώρας από το ενιαίο νόμισμα. Οι διεθνείς αναταράξεις επηρεάζουν πολλαπλάσια το κόστος δανεισμού του Δημοσίου. Η ρητορική της κυβέρνησης αναφορικά με τις παροχές και η αγωνία της επενδυτικής κοινότητας για αναστροφή μεταρρυθμίσεων όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης, ο βραχνάς των κόκκινων δανείων και η διατήρηση της αβεβαιότητας αναφορικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους συντηρούν τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων στα ύψη (4,5% το δεκαετές, 3,5% το πενταετές), καθιστώντας απαγορευτική την έξοδο στις αγορές.

8. Υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού Δημοσίου;

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για την επόμενη διετία, σύμφωνα με τον ESM, είναι πλήρως καλυμμένες με το μαξιλάρι διαθεσίμων των 24,1 δισ. ευρώ, το οποίο δημιουργήθηκε κυρίως από κεφάλαια του τρίτου προγράμματος χρηματοδότησης. Το μαξιλάρι, στην πραγματικότητα, υπερβαίνει κατά περίπου 9 δισ. ευρώ τους επίσημους υπολογισμούς, φτάνοντας στα 33 δισ. ευρώ, καθώς παράλληλα το υπουργείο Οικονομικών έχει «σκουπίσει» μέσω repos τα ταμειακά διαθέσιμα φορέων γενικής κυβέρνησης, καλύπτοντας για πολλαπλάσιο χρόνο τις χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου. Ολα αυτά εφόσον τηρείται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο έως και το 2022.

9. Επομένως δεν χρειάζεται να βγούμε στις αγορές;

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος το έχει θέσει ως εξής: έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε… Αναλυτές επισημαίνουν πως η πολυτέλεια της αναμονής δεν μπορεί να έχει μεγάλη διάρκεια. Παρότι το Δημόσιο δεν χρειάζεται άμεση πρόσβαση στις αγορές για να καλύψει τις ανάγκες του, δεν ισχύει το ίδιο με τις επιχειρήσεις στην πραγματική οικονομία.

Ηδη το κόστος του αποκλεισμού από τις αγορές στοιχίζει στις ελληνικές τράπεζες και παράταση αυτής της κατάστασης ναρκοθετεί τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

10. Μπορεί η έξοδος από το Μνημόνιο να γίνει εφιάλτης;

Θα μπορούσε εάν το πολιτικό προσωπικό της χώρας αποδειχθεί κατώτερο των περιστάσεων, επιτρέποντας την επιστροφή σε πρακτικές οι οποίες οδήγησαν στην κρίση. Επιπλέον παράγοντες ανησυχίας συνδέονται με το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για το μέλλον της ΕΕ και με τις διαστάσεις που θα λάβει τελικά η ιταλική κρίση. Αν μετουσιωθεί σε μια νέα κρίση χρέους στην ευρωζώνη μακράς διαρκείας ή αν προκύψει βαθιά ύφεση, ορισμένοι αναλυτές δεν αποκλείουν η Ελλάδα να καταλήξει στην ανάγκη να ζητήσει ακόμα και προληπτική γραμμή πίστωσης για έξτρα θωράκιση. Θα πρέπει όμως πολλά να πάνε στραβά. Η Ιστορία έχει δείξει βέβαια πως τίποτα δεν αποκλείεται.