Τη θεατρική μεταφορά της ταινίας του Λουίς Μπουνιουέλ «Αγγελος εξολοθρευτής» («El ángel exterminador», 1962) προτείνει η Αντζελα Μπρούσκου μέσα από την ομώνυμη παράσταση του Φεστιβάλ. Η δημιουργός καταπιάνεται με αυτή την ιδιαίτερη «κωμωδία» που φανερώνει τις ανθρώπινες αδυναμίες, τα άγρια ένστικτα, τα πάθη και την αγωνία του θανάτου.

Ο κορυφαίος ισπανός σκηνοθέτης (Luis Bunuel Portoles, 1900-1983), εκφραστής του υπερρεαλισμού και ενός προσωπικού αναρχισμού, κατέθεσε το πρώτο του κινηματογραφικό δείγμα με τη μικρού μήκους ταινία «Ανδαλουσιανός σκύλος» (1929), σε σενάριο που συνυπέγραψε με τον Σαλβατόρ Νταλί, τον οποίο και είχε γνωρίσει, όπως και τον Λόρκα, όταν σπούδαζε.

Στον «Αγγελο εξολοθρευτή», που γυρίστηκε στο Μεξικό, παρακολουθούμε το δείπνο που πραγματοποιείται στην αρχοντική οικεία του ζεύγους Νόμπιλε, στην οδό Προνοίας. Εχει προηγηθεί μια παράσταση όπερας όπου όλη αυτή η αριστοκρατική παρέα έχει παρακολουθήσει. Στο σπίτι και για ανεξήγητους λόγους το προσωπικό αποχωρεί και μόνον ο μπάτλερ παραμένει στη θέση του.

Η βραδιά κυλά με έναν ιδιαίτερο τρόπο, καταλήγοντας, πάλι ανεξήγητα, σε μια ιδιαίτερη συνθήκη. Μια συνθήκη που δεν επιτρέπει σε κανέναν να φύγει από αυτό το σαλόνι, από αυτό το σπίτι. Σαν να έχει στηθεί μια παγίδα από τον «Αγγελο εξολοθρευτή» που θα οδηγήσει υποχρεωτικά τα μέλη της παρέας στα άκρα. Για να δουν τη σκληρή, απάνθρωπη σχεδόν πλευρά τους. Οι αριστοκρατικές συνήθειες και οι καλοί τρόποι χάνονται, ενώ η αγωνία για το τι πρόκειται να συμβεί τους οδηγεί στο δίπολο του πανικού και της αδράνειας. Είναι εν αναμονή του θανάτου ή μήπως είναι ήδη πεθαμένοι;

Με ενδιαφέροντα σκηνικά στοιχεία, ξεκινώντας από το τραπέζι σαν Μυστικός Δείπνος, τους καθρέφτες μέσα στον χώρο, την προβολή μεγεθυσμένων σκηνών της παράστασης σε βίντεο, η παράσταση ξεκινά με την άφιξη των συνδαιτυμόνων.

Σαν μέλη ενός παράδοξου θιάσου, ακολουθούν την οικοδέσποινα μέχρι να πάρουν τις θέσεις τους. Σιγά σιγά υποχωρούν τα στερεότυπα που τους χαρακτηρίζουν ως κοινωνική τάξη και απελευθερώνουν τα ένστικτά τους πάντα μέσα σε αυτό το κλειστοφοβικό περιβάλλον.

Η Μπρούσκου, που χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη φαντασία με σκοτεινά και ειρωνικά στοιχεία, προσέγγισε με λεπτότητα τόσο αισθητικά όσο και θεατρικά το υλικό της. Ωστόσο, δεν μπόρεσε να διαχειριστεί το κείμενο ώστε το αποτέλεσμα να είναι συμπαγές. Για να τα χωρέσει όλα μέσα στην παράσταση την μπούκωσε με μικρά και μεγάλα περιστατικά, με φράσεις σημαντικές και ασήμαντες, με χειρονομίες και κινήσεις ερωτικού ή και ηδονιστικού χαρακτήρα, αλλά τίποτε από όλα αυτά δεν ολοκληρώθηκε.

Οι ηθοποιοί στο σύνολό τους μπήκαν μέσα σε αυτό το παιχνίδι λιγότερο ή περισσότερο, με κορυφαίο τον Χάρη Φραγκούλη, που έπαιξε με πλαστικότητα, εσωτερική και εξωτερική, τραβώντας το βλέμμα του θεατή. Η Γεωργιάννα Νταλάρα αποτέλεσε μια ενδιαφέρουσα φιγούρα με όλο και πιο ξεκάθαρη θεατρικότητα. Ο Αγγελος Παπαδημητρίου και ο Κωνσταντίνος Τζούμας κινήθηκαν μέσα στο πνεύμα του έργου, όπως και η Θέμις Μπαζάκα, που χρειάστηκε να ισορροπήσει ανάμεσα στα άκρα.

Με τη σκηνογραφική προσέγγιση να λειτουργεί θετικά, η μεγάλη διάρκεια της παράστασης κούρασε ιδιαίτερα. Αν και οι προθέσεις της Αντζελας Μπρούσκου ήταν σαφείς, το τελικό αποτέλεσμα άφησε μια αιωρούμενη αίσθηση.

Μετάφραση – απόδοση: Θέμελης Γλυνάτσης

Διασκευή – σκηνοθεσία: Αντζελα Μπρούσκου

Μουσική: Nalyssa Green

Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου

Σκηνικά – εικαστική επιμέλεια: Μαρία Παπαδημητρίου

Κοστούμια: Δημήτρης Ντάσιος

Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου

Παίζουν: Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Ανδρέας Κοντόπουλος, Γιώργος Κοψιδάς.Παραστάσεις: Τρίτη & Τετάρτη (17-18/7), στην Πειραιώς 260, αίθουσα Η