Ο συνήγορος της Μπεάτε Τσέπε Ματίας Γκράσελ ήταν ο πρώτος που πήρε θέση στις 8.25, μιάμιση ώρα πριν ξεκινήσει η τελευταία ημέρα της δίκης του NSU στο εφετείο του Μονάχου. Οι μετρημένες θέσεις για δημοσιογράφους και παρατηρητές ήταν ήδη καλυμμένες. Ο έλεγχος των διαπιστευμένων δημοσιογράφων κράτησε σχεδόν δύο ώρες. Στις θέσεις των παρατηρητών, πολλοί από τους οποίους είχαν στηθεί στην ουρά από τα ξημερώματα, περίπου δέκα συγγενείς και φίλοι των κατηγορουμένων ξεχώριζαν ντυμένοι στα μαύρα.

Στα μαύρα ντυμένοι και οι πέντε νεοναζί κατηγορούμενοι, η Μπεάτε Τσέπε με ένα μαντίλι άσπρο με κόκκινα σχέδια στον λαιμό έβγαλε το λάπτοπ από την μπεζ τσάντα της, χαμογέλασε στους δύο συνηγόρους της και κάθισε στην καρέκλα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά φόρεσε το ανέκφραστο, παγωμένο βλέμμα που είχε από την αρχή της δίκης. Αυτό διατήρησε και όταν ο πρόεδρος του 6ου τμήματος Μάνφρεντ Γκετσλ ανακοίνωσε την ποινή της: ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία οκτώ Τούρκων, ενός Ελληνα και μιας γερμανίδας αστυνομικού, για απόπειρα φόνου σε 32 περιπτώσεις (βομβιστική επίθεση στην Keuptstrasse της Κολωνίας), σειρά ληστειών και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση. Για την Τσέπε το δικαστήριο διαπίστωσε τον ειδεχθή χαρακτήρα των εγκλημάτων, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να ελπίζει σε αποφυλάκιση με αναστολή, αυτό μπορεί να εξεταστεί μόνο μετά την παρέλευση 20ετούς φυλάκισης.

Ηπιες ήταν οι ποινές για τους άλλους τέσσερις κατηγορουμένους. Ο Ραλφ Βολέμπεν, που προμήθευσε το πιστόλι Τσέσκα των εκτελεστών, σε δέκα χρόνια κάθειρξη για συνέργεια στις δολοφονίες του NSU. Ο Χόλγκερ Γκέρλαχ σε τρία χρόνια φυλάκιση, ο Αντρέ Εμινγκερ σε δύο χρόνια και έξι μήνες για υποστήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης και ο Κάρστεν Σούλτσε, για συνέργεια σε εννιά δολοφονίες, σε τρία χρόνια φυλάκιση επειδή ήταν ανήλικος κατά την τέλεση των πράξεων.

Η ανάγνωση της απόφασης ήταν το ημερολόγιο της δολοφονικής δράσης του δικτύου του NSU. Το τρίο Ούβε Μούντλος, Ούβε Μπένχαρντ και Μπεάτε Τσέπε που βγήκαν στην παρανομία το 1998 σχεδίασε τις δολοφονίες με ιδεολογικά, εθνικοσοσιαλιστικά κίνητρα αποσκοπώντας στην τρομοκράτηση του πληθυσμού και την αποκάλυψη της αδυναμίας του κράτους να τους συλλάβει, είπε ο πρόεδρος του δικαστηρίου. Η απόφαση ακολούθησε τη γραμμή της Ομοσπονδιακής Εισαγγελίας, ότι ήταν ένα μεμονωμένο τρίο, και δεν κάνει καμία αναφορά στον ρόλο των κρατικών πρακτόρων.

Αυτό είναι που πολλοί επικρίνουν στη δίκη του NSU. H αντιπρόεδρος της Μπούντεσταγκ Πέτρα Πάου (Die Linke), που προήδρευσε σε δύο εξεταστικές επιτροπές της Ομοσπονδιακής Βουλής, τόνισε ότι «το πρώτο πρόβλημα ξεκίνησε με το κατηγορητήριο της Ομοσπονδιακής Εισαγγελίας, που πολύ νωρίς αποφάσισε ότι το τρίο ήταν ένα τρίο, και υπήρχαν πολύ λίγοι υποστηρικτές που καταδικάστηκαν σήμερα. Είμαι απολύτως πεπεισμένη ότι το δίκτυο που στήριξε το NSU όλα τα χρόνια συνεχίζει να υπάρχει και κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν θα ξανασυμβεί».

Η υπεράσπιση της Τσέπε ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει έφεση στην απόφαση του δικαστηρίου. «Το δικαστήριο δέχτηκε πλήρως την πρόταση του ομοσπονδιακού εισαγγελέα», εξήγησε ο συνήγορος της Τσέπε, Βόλφγκανγκ Χέερ, «σε αυτές τις περιπτώσεις ακολουθεί και η αντίστοιχη ποινή. Θεωρούμε την απόφαση του δικαστηρίου λάθος και θα ασκήσουμε έφεση» πρόσθεσε. Οι άλλοι κατηγορούμενοι με τις ήπιες ποινές δεν έχουν λόγο να ασκήσουν έφεση.

«Είναι μια απόφαση με την οποία μπορούμε να ζήσουμε» είπε στα «ΝΕΑ» ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Μέμετ Νταϊμαργκιουλέρ. «Εκείνο με το οποίο δεν μπορούμε να ζήσουμε είναι ότι η ευθύνη του κράτους σε αυτήν τη δίκη δεν έπαιξε κανέναν ρόλο» σημείωσε ο Νταϊμαργκιουλέρ. «Το κράτος μέσω των πρακτόρων έδωσε εκατομμύρια στο νεοναζιστικό φάσμα για χρόνια, το κράτος τούς προστάτευσε από την ποινική δίωξη, απέτρεψε μια ρατσιστική έρευνα για θύματα όπως ο Θόδωρος Βουλγαρίδης και άλλοι, δεν τους επέτρεψε να είναι θύματα, χωρίς αποδείξεις τούς έκανε εγκληματίες, στιγμάτισε τους συγγενείς» τόνισε ο δικηγόρος.

Οι οικογένειες των θυμάτων έχουν τον δικό τους γολγοθά. Η ανακοίνωση του αποτελέσματος ξυπνά τις μνήμες των πρώτων ημερών της δολοφονίας.

«Το θυμάμαι σαν σήμερα, ο πόνος είναι ο ίδιος και θα παραμείνει, δεν πρόκειται να σβήσει» είπε στα «ΝΕΑ» η Χριστίνα, σύζυγος του Γαβριήλ Βουλγαρίδη, αδερφού του Θόδωρου Βουλγαρίδη, που παρακολούθησε την έκδοση της απόφασης στο Μόναχο. «Περιμέναμε ότι η Τσέπε θα δικαστεί ισόβια», πρόσθεσε, «αλλά να είναι ισόβια –το κεφάλαιο αυτό κλείνει νομικά, ωστόσο στην ψυχή μας δεν θα κλείσει ποτέ».

Το βαυαρικό κράτος και ο Δήμος Μονάχου στήριξαν την οικογένεια Βουλγαρίδη μετά το 2011 όταν αποκαλύφθηκε ποιοι ήταν οι πραγματικοί δράστες. Ομως «μέχρι τότε ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδος, όπου και να πηγαίναμε μας κοιτούσαν καχύποπτα, γιατί είχε ακουστεί ότι μπορεί να μπλέκονται οικογένειες στην υπόθεση αυτή και πάντα υπήρχε το ερώτημα μήπως κρύβουν κάτι». Η οικογένεια όχι μόνο έχασε τον αγαπημένο γιο και αδερφό, αλλά «για πολύ μεγάλο διάστημα, έξι χρόνων, ήταν στιγματισμένοι ως ύποπτοι και δεν μπορούσαν καν να θρηνήσουν τον άνθρωπό τους» λέει στα «ΝΕΑ» η Κριστίνε Ούμπφενμπαχ του κέντρου συμβουλευτικής και στήριξης θυμάτων ρατσισμού και ακροδεξιάς βίας BEFORE που παρακολουθεί και στηρίζει την οικογένεια Βουλγαρίδη.

Τώρα έχουν τουλάχιστον την καταδίκη των δολοφόνων. Και την πικρή γεύση ότι πολλοί συνεργοί τους κυκλοφορούν ελεύθεροι.