Ωραίο ματς για έναν διαιτητή να τερματίσει τη διεθνή καριέρα του. Και αυτό, χωρίς διάθεση ειρωνείας. Ο τελικός του Κυπέλλου Ελλάδας θα είναι για τον Νταβίδ Φερνάντεθ Μπορμπαλάν αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες «something to remember». Το δήλωσε άλλωστε και ο ίδιος.

Και αυτή την εμπειρία, ο ισπανός διαιτητής τη χρωστάει στις παθογένειες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Χωρίς αυτές δεν θα είχε την ευκαιρία να δει πράγματα που πιθανώς να μην έχει ξαναδεί στην πλούσια παρουσία του στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Δεν είναι μόνο η γνωστή ελληνική οπαδική καφρίλα, την οποία προφανώς θα διαπίστωσε και ο ίδιος στις χαμηλές θέσεις των δύο πετάλων. Είναι η οσμή από τα δακρυγόνα, η πρωτόγνωρη για τον ίδιο παρουσία αστυνομικών δυνάμεων, η θέα ενός μισοάδειου γηπέδου με νεκρή ζώνη 80-100 μέτρων. Είναι η συμπεριφορά των παικτών που δεν έβγαλαν κιχ σε οποιαδήποτε απόφασή του. Οι ίδιοι παίκτες (και παράγοντες) που σε περίπτωση που διηύθυνε τον τελικό έλληνας διαιτητής θα τον είχαν «σταυρώσει» από το πρώτο σφύριγμα και θα χρέωναν κάθε σφύριγμα υπέρ της μιας ομάδας στο «κατεστημένο» της άλλης.

Οχι, δεν είναι ο Μπορμπαλάν και πολλοί άλλοι ξένοι διαιτητές καλύτεροι από τους έλληνες. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι ο Μπορμπαλάν μετά το ματς πήρε το αεροπλάνο και επέστρεψε στην πατρίδα του. Ο Μπορμπαλάν και ο κάθε Μπορμπαλάν δεν φοβάται. Δεν ξέρει ελληνικά για να ακούει και να καταλαβαίνει τι μπορεί να του λέει ο κάθε περίεργος που κόβει βόλτες έξω από τα αποδυτήρια των διαιτητών. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα γράψουν οι εφημερίδες. Δεν του καίγεται καρφάκι για τους πίνακες ορισμών και δεν ελέγχεται από καμία ΚΕΔ. Ολα αυτά δηλαδή για τα οποία τρέμουν κάθε Σαββατοκύριακο οι έλληνες διαιτητές. Για αυτό η κατάσταση με την ελληνική διαιτησία δεν σώζεται με τίποτα. Για αυτό, κατά τη γνώμη μου, ο ορισμός ξένων διαιτητών και στα ματς πρωταθλήματος είναι μονόδρομος. Διαιτητές που θα ορίζονται από μία Aρχή απευθείας ελεγχόμενη από την UEFA, που θα έρχονται από τη χώρα τους την Παρασκευή και Κυριακή βράδυ θα είναι στα σπίτια τους. Χωρίς καμαρίλες, χωρίς συνωμοσίες, χωρίς συμμαχίες, χωρίς «ποιανού είναι αυτός;».

Κανενός!

Αυτή η αρρώστια μόνο έτσι γιατρεύεται.