Δύο προϋποθέσεις για την υιοθέτηση περαιτέρω μέτρων ελάφρυνσης για το χρέος θέτει ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο κρατώντας κλειστά τα χαρτιά του αναφορικά με τη στρατηγική εξόδου της Ελλάδας από το τρίτο Μνημόνιο αλλά και το πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας. Χρέος, έξοδος και εποπτεία θα αποφασιστούν, όπως προκύπτει από τη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στο τέλος του προγράμματος, ενώ εκτός από την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου απαραίτητη προϋπόθεση για τη λήψη περαιτέρω μέτρων διευθέτησης του ελληνικού χρέους αποτελεί η απόδειξη ότι πράγματι χρειάζονται πρόσθετες παρεμβάσεις. Σε αντιδιαστολή με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το οποίο μέχρι σήμερα θεωρεί πως χωρίς πρόσθετες διευθετήσεις το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, στην ευρωζώνη το τοπίο παραμένει θολό.

«Ολα τα πρόσθετα μέτρα για το χρέος θα πρέπει να αναλυθούν πρώτα σε τεχνικό επίπεδο. Θα υιοθετηθούν μόνο εάν οι δύο προϋποθέσεις εκπληρωθούν: το πρόγραμμα πρέπει να ολοκληρωθεί επιτυχώς και η ελάφρυνση του χρέους πρέπει να είναι απαραίτητη προκειμένου να θεωρηθεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Για αυτό χρειαζόμαστε μια ολοκληρωμένη ανάλυση από τα θεσμικά όργανα. Αυτή η στιγμή δεν έχει έρθει ακόμα», δήλωσε.

Οσον αφορά στη μορφή της εξόδου από το πρόγραμμα και ενώ στο εσωτερικό της χώρας η κυβέρνηση έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι δεν προτίθεται να ζητήσει προληπτική γραμμή πίστωσης, αντιδρώντας μάλιστα έντονα στις σχετικές παραινέσεις του διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα, ο Σεντένο θεωρεί πως «ακόμα είναι πολύ νωρίς». Οπως δηλώνει, «στο τέλος του προγράμματος θα κοιτάξουμε προσεκτικά τη στρατηγική εξόδου της Ελλάδας». Αναφορά σε καθαρή έξοδο δεν υπάρχει.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο πρόεδρος του Eurogroup σημειώνει πως «όποιο και αν είναι το πλαίσιο της εποπτείας που θα συμφωνήσουμε, η Ελλάδα θα επανακτήσει τον έλεγχο των πολιτικών της», αν και υπογραμμίζει τους περιορισμούς συμβατότητας με το ευρωπαϊκό πλαίσιο που υπάρχουν για όλες τις χώρες.

Προς το παρόν, κυβέρνηση και δανειστές επικεντρώνονται στην όσο το δυνατό ταχύτερη υλοποίηση των 88 προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης, η οποία θα αποτελέσει το διαβατήριο έναρξης των τελικών συζητήσεων για την επόμενη μέρα. Οι αποφάσεις, σύμφωνα με το ιδανικό σενάριο, αναμένεται να ληφθούν στο δίμηνο Μαΐου – Ιουνίου.