Ο Βόλφγκανγκ Ισινγκερ δεν συνηθίζει να κινδυνολογεί. Αλλά ούτε διστάζει να λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Και η περιγραφή της σημερινής κατάστασης που κάνει ο πρόεδρος της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια είναι άκρως ανησυχητική. «Δεν μπορώ να θυμηθώ άλλη φάση μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ η οποία δυνητικά να ήταν πιο επικίνδυνη», διαπιστώνει. «Οχι μόνον υπάρχει κίνδυνος ενός ανταγωνισμού εξοπλισμών, αλλά βρισκόμαστε εν μέσω ενός τέτοιου ανταγωνισμού», λέει ο γερμανός διπλωμάτης παραπέμποντας στην τεράστια αύξηση των εξοπλισμών της Κίνας και στη νέα στρατηγική ασφάλειας των ΗΠΑ με τα σχέδια εκσυγχρονισμού του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου. Ταυτόχρονα στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας υπάρχει μεγάλη δυσπιστία, ενώ το διεθνές δίκαιο δεν γίνεται σεβαστό από όλες τις χώρες.

Με αυτά τα δεδομένα ξεκίνησε σήμερα και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή η 54η Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια, για την οποία βρίσκονται στη βαυαρική πρωτεύουσα 20 πρόεδροι και πρωθυπουργοί χωρών, περίπου 80 υπουργοί Αμυνας και Εξωτερικών, το 1/10 της αμερικανικής Γερουσίας, συνολικά 500 προσκεκλημένοι, πολιτικοί, στρατιωτικοί και επιχειρηματικοί παράγοντες.

Κομβική σημασία στις διαβουλεύσεις έχει η αναβάθμιση της αμυντικής ικανότητας της ΕΕ που είναι και στόχος προτεραιότητας τόσο για τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν όσο και για τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, η οποία θα εκπροσωπηθεί στη Διάσκεψη από τον αντικαγκελάριο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Γερμανία και Γαλλία συμφώνησαν το καλοκαίρι σε διμερές επίπεδο στην ανάπτυξη από κοινού ενός νέου μαχητικού αεροσκάφους και ενός διαδόχου του μαχητικού ελικοπτέρου «Tiger».

Ωστόσο, σε επίπεδο ΕΕ οι προσεγγίσεις διαφέρουν. Το Βερολίνο εστιάζει στα θεσμικά και προωθεί τη δομή της Μόνιμης Δομικής Συνεργασίας Pesco στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Αμυνας. Για τις 25 χώρες-μέλη της Pesco έχουν συμφωνηθεί 17 προγράμματα για τα οποία προβλέπονται 5 δισ. ευρώ. Το ποσό όμως θεωρείται πολύ μικρό για τις ανάγκες της ΕΕ και το σχήμα δυσλειτουργικό.

Ο Μακρόν από την πλευρά του θέλει τη συνεργασία των προθύμων σε μικρότερο κύκλο χωρών. Στηρίζεται και από τον Ισινγκερ, ο οποίος πιστεύει ότι «όσο η κάθε μικρή χώρα μπορεί να εμποδίζει με βέτο την κοινή εξωτερική πολιτική, η ΕΕ θα παίζει μόνον δευτερεύοντα ρόλο σε διεθνείς κρίσεις, όπως η κρίση της Συρίας». Κατά τον Ισινγκερ, «η ανάπτυξη ενός στρατού της ΕΕ είναι ένα σημαντικό και σωστό βήμα». Σύμφωνα με υπολογισμούς της McKinsey για λογαριασμό της Διάσκεψης του Μονάχου, η ΕΕ θα πρέπει τα επόμενα χρόνια να διαθέτει τουλάχιστον 20 δισ. ετησίως για τον εκσυγχρονισμό των οπλικών της συστημάτων ώστε να αποκτήσουν επιχειρησιακή συμβατότητα.

Η γερμανίδα υπουργός Αμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που ανοίγει σήμερα τη Διάσκεψη του Μονάχου μαζί με τη γαλλίδα ομόλογό της Φλορένς Παρλί, πρότεινε ένα νέο κέντρο επιχειρήσεων για μονάδες ταχείας επέμβασης και στρατιωτικές μεταφορές. Με έδρα την Κολωνία θα είναι η αρχή ενός «στρατιωτικού Σένγκεν της άμυνας» και θα δίνει τη δυνατότητα στους εταίρους να μεταφέρουν δυνάμεις, π.χ. στη Βαλτική σε ελάχιστο χρόνο και όχι σε εβδομάδες που χρειάζονται σήμερα.

Η Διάσκεψη του Μονάχου δίνει το πλαίσιο για τη νέα επαναπροσέγγιση στις γερμανοτουρκικές σχέσεις που επιχειρεί η Αγκυρα. Η συμμετοχή του τούρκου πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ στη Διάσκεψη έδωσε την ευκαιρία να περάσει χθες και από το Βερολίνο για την πρώτη επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία και τη συνάντησή του με την καγκελάριο Μέρκελ.