Οκτώ νεκροί και 11 τραυματίες είναι ο απολογισμός της επίθεσης που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη λίγο μετά τις 15:00 τοπική ώρα (21:00 ώρα Ελλάδας), κατά μήκος του ποταμού Χάντσον, στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, όπου βρισκόταν πλήθος ανθρώπων, αρκετοί από τους οποίους φορούσαν ήδη μεταμφιέσεις για να γιορτάσουν το Χάλογουίν, όταν ένας άνδρας οδήγησε το φορτηγάκι του πάνω σε ποδηλάτες και διαβάτες. Η πρώτη φονική τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

Από τους οκτώ ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους, οι πέντε ήταν πολίτες της Αργεντινής και μία υπήκοος Βελγίου, όπως ανακοίνωσαν τα υπουργεία Εξωτερικών στο Μπουένος Άιρες και στις Βρυξέλλες.

Για θρασύδειλη τρομοκρατική ενέργεια μίλησε ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Μπιλ ντε Μπλέιζιο, ενώ ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έκανε αμέσως αναφορά στο Ισλαμικό Κράτος, χωρίς να περιμένει στοιχεία από τις αρμόδιες αρχές και ζήτησε ενίσχυση των ελέγχων στους αλλοδαπούς που επιθυμούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ.

«Μόλις διέταξα το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας να ενισχύσει το ήδη πολύ αυστηρό πρόγραμμα ελέγχων» των ξένων που θέλουν να μπουν στις ΗΠΑ, ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ σε ανάρτησή του στο Twitter, προσθέτοντας: «Καλή η πολιτική ορθότητα, αλλά όχι για αυτό!». «Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στο ΙΚ να επιστρέψει ή να μπει στη χώρα μας αφού το νικήσαμε στη Μέση Ανατολή και αλλού. Αρκετά!», ανέφερε επίσης ο Τραμπ.

Αν επιβεβαιωθεί το σενάριο μιας τζιχαντιστικής επίθεσης, αυτή θα είναι η πρώτη φορά που ο Τραμπ θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια επίθεση αυτού του είδους και τέτοιας βαρύτητας αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του στον Λευκό Οίκο.

«Είναι μια πολύ δύσκολη μέρα για τη Νέα Υόρκη», δήλωσε ο ντε Μπλέιζιο σε δηλώσεις του προς τα ΜΜΕ στον τόπο της επίθεσης, στο νοτιοδυτικό Μανχάταν, όχι μακριά από το μνημείο για τα θύματα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου.

Ο δημοκρατικός δήμαρχος, ο οποίος διεκδικεί την επανεκλογή του την Κυριακή, προέτρεψε τους νεοϋορκέζους να επιδεικνύουν μεγάλη επαγρύπνηση και να ενημερώνουν τις αρχές για οτιδήποτε ασυνήθιστο.

«Ξέρουμε από τον Σεπτέμβριο του 2001 ότι είμαστε στόχος», αλλά «θα ζήσουμε τις ζωές μας και δεν θα αφήσουμε την τρομοκρατία να νικήσει», τόνισε από την πλευρά του ο Άντριου Κιούμο, ο δημοκρατικός κυβερνήτης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, ο οποίος και ανακοίνωσε ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας. Η αστυνομία απηύθυνε έκκληση σε οποιονδήποτε έχει φωτογραφίες ή βίντεο από τη στιγμή της επίθεσης να της δώσει το υλικό αυτό.

Το One World Trade Center, ο ουρανοξύστης που υψώνεται στο σημείο όπου βρίσκονταν οι δίδυμοι πύργοι που κατέρρευσαν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, φωτιζόταν όλη τη νύχτα με το κόκκινο, το λευκό και το μπλε, προς τιμή «της ελευθερίας και της δημοκρατίας», ενώ στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης πολλοί υπόσχονταν ότι δεν θα υποχωρήσουν έναντι της τρομοκρατίας χρησιμοποιώντας την ετικέτα #NYCstrong («η Νέα Υόρκη δυνατή»).

Η πυροσβεστική υπηρεσία έκανε λόγο για 11 τραυματίες μετά την επίθεση, σε «σοβαρή», αλλά όχι κρίσιμη κατάσταση. Ανάμεσα στους τραυματίες συγκαταλέγονται τρεις Βέλγοι, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες.

Οι πέντε Αργεντινοί οι οποίοι σκοτώθηκαν κατάγονταν από το Ροσάριο (κεντρική Αργεντινή) και είχαν πάει στη Νέα Υόρκη προκειμένου «να γιορτάσουν την 30ή επέτειο από το τέλος των σπουδών τους», ανέφερε ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών της Αργεντινής. Η βελγίδα, καταγόταν από την Ρουλέρς της Φλάνδρας και επισκεπτόταν τη Νέα Υόρκη μαζί με την αδελφή και τη μητέρα της, ανέφερε ο βέλγος υπουργός Εξωτερικών Ντιντιέ Ρέιντερς.

Η ταυτότητα του δράστη

Ο δράστης της επίθεσης στη Νέα Υόρκη, συνδεόταν με την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος και είχε ριζοσπαστικοποιηθεί στις ΗΠΑ, όπως δήλωσε την Τετάρτη ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Άντριου Κουόμο.

Όπως είπε στο CNN ο Α. Κουόμο, ο 29χρονος άνδρας, που έχει ταυτοποιηθεί ως Σαϊφούλο Σαΐποφ, «είναι ένας διεστραμμένος δειλός και είχε σχέσεις με το ΙΚ και είχε ριζοσπαστικοποιηθεί» στις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε ο κυβερνήτης στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN.

Τον χαρακτήρισε ως «το πρότυπο του μοναχικού λύκου» και τόνισε ότι: «Άρχισε να ενημερώνεται για το ΙΚ και τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό αφού έφθασε στις ΗΠΑ» προσθέτοντας πως δεν υπάρχει προς το παρόν καμιά ένδειξη ότι δεν έδρασε μόνος ή ότι η ενέργειά του αποτελεί μέρος μιας επιχείρησης που βρίσκεται σε εξέλιξη ή άλλων σχεδίων επίθεσης.

Όπως αναφέρουν τα αμερικανικά ΜΜΕ ο δράστης από το Ουζμπεκιστάν, είναι κάτοικος του Νιού Τζέρσεϊ, όπου είχε νοικιαστεί το φορτηγάκι. Διέθετε άδεια μόνιμης παραμονής στις ΗΠΑ, τη λεγόμενη «πράσινη κάρτα», μπήκε πρώτη φορά στις ΗΠΑ το 2010 και δούλευε ως οδηγός για την Uber, σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, η οποία διευκρίνισε πως ο άνδρας βρισκόταν ήδη «στο ραντάρ» της αστυνομίας.

Η αστυνομία γνωστοποίησε ότι ο άνδρας τραυματίστηκε από σφαίρες ανδρών της στην κοιλιακή χώρα και εισήχθη σε νοσοκομείο. Σύμφωνα με πολλά ΜΜΕ, χειρουργήθηκε το βράδυ της Τρίτης και η πρόγνωση είναι ότι θα επιζήσει.

Ο δράστης της επίθεσης φώναξε «Αλλάχ Άκμπαρ» και άφησε χειρόγραφες σημειώσεις στα αραβικά πλάι στο φορτηγάκι που έριξε πάνω σε ποδηλάτες και διαβάτες, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες κι έναν αστυνομικό που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί διότι η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη.

Πληροφορίες των αμερικανικών ΜΜΕ αναφέρουν ότι το χειρόγραφο μήνυμα που άφησε ο οδηγός του φορτηγού δηλώνει πίστη στην οργάνωση Ισλαμικό Κράτος.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν αυτό το μήνυμα, που έχει συνταχθεί στα αραβικά, κοντά στο όχημα του Σ. Σαΐποφ, όπως είπαν στους New York Times δύο αξιωματουχοι, ωστόσο άλλες πηγές υπογράμμιζαν νωρίτερα ότι τίποτε δεν επιτρέπει σ’ αυτό το στάδιο να υποστηρίξει κανείς ότι υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στον δράστη και την τζιχαντιστική οργάνωση και πρόσθεσαν πως μάλλον «εμπνεύσθηκε» από την οργάνωση.

Μια σημαία του Ισλαμικού Κράτους λέγεται επίσης ότι βρέθηκε μέσα στην καμιονέτα του 29χρονου ουζμπέκου οδηγού, σύμφωνα με ανώνυμες πηγές της New York Post. Η εφημερίδα αναφέρει πως και το μήνυμα βρέθηκε μέσα στο όχημα.

Το βράδυ της Τρίτης, αστυνομικοί έσπευσαν σε μια διεύθυνση στο Πάτερσον του Νιού Τζέρσεϊ όπου θεωρείται πως διέμενε ο Σαΐποφ κι απέκλεισαν το διαμέρισμά του.

Μουσουλμάνοι που ζουν στην περιοχή σχολίαζαν ότι η επίθεση θα πλήξει την εικόνα τους και την εικόνα της θρησκείας τους.

Όταν οι αστυνομικοί που διεξάγουν την έρευνα άρχισαν να εξετάζουν πιο προσεκτικά το παρελθόν του Σαΐποφ, συνειδητοποίησαν πως βρισκόταν ήδη στο ραντάρ των ομοσπονδιακών αρχών. Τρία στελέχη των διωκτικών αρχών είπαν ότι είχε προσελκύσει την προσοχή τους στο πλαίσιο μιας άσχετης υπόθεσης.

Τα τελευταία δύο χρόνια, μια έρευνα του FBI, του υπουργείου Εσωτερικής Ασφαλείας, της αστυνομίας της Νέας Υόρκης και ομοσπονδιακών εισαγγελέων του Μπρούκλιν οδήγησε στην απαγγελία κατηγοριών σε βάρος πέντε ανδρών από το Ουζμπεκιστάν και ενός από το Καζακστάν για υλική υποστήριξη στην οργάνωση Ισλαμικό Κράτος.

Ορισμένοι από τους ανθρώπους αυτούς ομολόγησαν την ενοχή τους.

Δεν είναι πάντως σαφές αν ο Σαΐποφ συνδεόταν με τη συγκεκριμένη έρευνα.

Πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες, ανάμεσά τους ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους στις ΗΠΑ. Συλλυπητήρια προς τις ΗΠΑ αποδοκιμάζοντας την επίθεση στο Μανχάταν εξέφρασε και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου.

Την αλληλεγγύη του για την τρομοκρατική ενέργεια στη Νέα Υόρκη, εξέφρασε με ανάρτηση στο Twitter και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, αναφέροντας:«Οι σκέψεις μας είναι στα θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης στη Νέα Υόρκη και στις οικογένειές τους. Είμαστε στο πλευρό του λαού των ηνωμένων Πολιτειών και της κυβέρνησης του».

Την Τετάρτη ο πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν Τσαβκάτ Μιρτζιόγεφ δήλωσε ότι η χώρα είναι έτοιμη «να παράσχει όλες του τις δυνάμεις και όλα τα μέσα για να συνδράμει την έρευνα για αυτή την τρομοκρατική ενέργεια».

«Η τραγωδία η οποία συνέβη επιβεβαιώνει εκ νέου την ανάγκη να ενωθούν οι προσπάθειες όλης της διεθνούς κοινότητας στον πόλεμο εναντίον αυτής της πρόκλησης της εποχής μας», πρόσθεσε ο Μιρτζιόγεφ, υποβάλλοντας τα συλλυπητήριά του στον πρόεδρο των ΗΠΑ και στις οικογένειες των θυμάτων.