O Ερτεγκρούλ Γκιουνάι είναι από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες του σοσιαλδημοκρατικού – φιλελεύθερου κινήματος στην Τουρκία. Υπήρξε ηγετικό στέλεχος και πολλές φορές βουλευτής του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP). To 2007, στη σκιά της απόπειρας των στρατιωτικών να «καθοδηγήσουν» με τελεσιγραφικά υπομνήματα το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ταγίπ Ερντογάν, έγινε υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού των κυβερνήσεων Ερντογάν και παρέμεινε με επιτυχία στη θέση αυτή μέχρι τον Ιανουάριο του 2013. Είναι από τους αρχιτέκτονες των συμμαχιών που επέτρεψαν στον Ερντογάν και στο AKP να κάνουν εντυπωσιακές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και να προωθήσουν τις σχέσεις με την ΕΕ στο υψηλότερο σημείο που γνώρισαν ποτέ.

Σήμερα μάχεται γα το Οχι στη συνταγματική αλλαγή που θέλει ο Ταγίπ Ερντογάν.

Μίλησε στα «ΝΕΑ» για τη μοναδική αυτή διαδρομή που άγγιξε το όνειρο πολλών γενεών σοσιαλδημοκρατών για τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, για να πέσει στη συνέχεια στην κόλαση του σήμερα που απειλεί την ίδια την υπόσταση της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Κύριε υπουργέ, στις βουλευτικές εκλογές του 2007 ήσασταν δεύτερος μετά τον Ερντογάν στο ψηφοδέλτιο του AKP. Υστερα γίνατε υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού. Και τώρα μάχεστε για το Οχι. Πώς εξηγείται αυτή η διαδρομή;

Στα τέλη Απριλίου του 2007, ένα υπόμνημα στην ιστοσελίδα του Γενικού Επιτελείου προσπαθούσε να υπαγορεύσει στην κυβέρνηση την πολιτική που θα ακολουθούσε. Τότε δεν ήμουν βουλευτής και δεν ανήκα σε κανένα κόμμα. Αντέδρασα στο υπόμνημα που θύμιζε τα προηγούμενα στρατιωτικά πραξικοπήματα του 1971 και του 1980. Από τη στάση μου αυτή προέκυψε η συνεργασία με τον τότε πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν και άλλους έξι ανεξάρτητους πολιτικούς. Αποφασίσαμε να ενταχθούμε στο AKP και να δημιουργήσουμε μια σοσιαλδημοκρατική πτέρυγα στους κόλπους του.

Από το 2007 μέχρι το 2013 ανέλαβα το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Συνεργαστήκαμε χωρίς σημαντικά προβλήματα εκτός από ορισμένες διαφορές ύφους γιατί προερχόμασταν από εντελώς διαφορετικές κοσμοθεωρίες. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου η Τουρκία κατέκτησε την 6η θέση στον κόσμο ως τουριστική δύναμη.

Την ίδια περίοδο το ΑΚΡ ενίσχυσε την πλουραλιστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και την πορεία της ένταξης στην ΕΕ. Ο Ερντογάν υποστήριζε τότε ότι η λύση του κουρδικού προβλήματος πρέπει να αναζητηθεί ειρηνικά και να είναι πολιτική λύση. Διατηρούσε έναν προοδευτικό διάλογο με όλες τις πλευρές.

Μετά το 2012 άρχισαν να γίνονται σημαντικές αλλαγές προς την αρνητική κατεύθυνση.

Το 2011 (ο Ερντογάν) κέρδισε για τρίτη φορά τις εκλογές αυξάνοντας τις ψήφους του. Η επιτυχία αυτή οδήγησε σε συμπτώματα ματαιοδοξίας και οίησης. Σταδιακά κυριάρχησαν στο περιβάλλον του άνθρωποι που ήθελαν να επωφεληθούν. Ισχυρά λόμπι, κατασκευαστικά, εργολαβικά κ.λπ. Αυτό προκάλεσε και την πρώτη διαφωνία μας με τον κ. Ερντογάν. Είμαι αντίθετος με τις λογικές των κατασκευαστών, αντίθετος με την καταστροφή του παραδοσιακού περιβάλλοντος.

Η στάση της ΕΕ απέναντι στην Τουρκία επηρέασε ιδιαίτερα την πολιτική του Ερντογάν. Ακόμα και οι προσδοκίες από τη λεγόμενη Αραβική Ανοιξη επηρέασαν.

Οι διαφορές απόψεων μεταξύ μας άρχισαν να μεγαλώνουν. Οι κυριότερες ήταν πλέον η Συρία, το Πάρκο Γκεζί. Το 2013 έφυγα από την κυβέρνηση και στο τέλος του ίδιου έτους με τα γεγονότα της περίφημης 17ης/25ης Δεκεμβρίου και τις κατηγορίες για διαφθορά, έφυγα και από το κόμμα.

Μετά την αποχώρησή μου ήθελα να προβάλω τις αντιρρήσεις μου και να τις μοιραστώ με το κοινό. Αλλά μόνο στα social media ακούγονταν πλέον η φωνή μου. Πολλοί διευθυντές τηλεοπτικών σταθμών, μετά το τέλος του 2013, μου είπαν ανοικτά ότι με έχουν αποκλείσει από τον προγράμματά τους έπειτα από οδηγίες που έρχονταν «από πάνω».

Το AKP έχει εγκαταλείψει τον δρόμο που πήρε το 2002 και τον οποίο ακολούθησε μετά τις εκλογές του 2007 και του 2011. Σήμερα βρίσκεται στον ακριβώς αντίθετο δρόμο. Γιατί αυτό;

Οι συνεχείς νίκες στις τοπικές και τις γενικές εκλογές δημιούργησαν υπερβολική αυτοπεποίθηση. Αντίθετα, οι λεγόμενοι σοσιαλδημοκράτες, που στην πραγματικότητα ήταν μια μιλιταριστική – ελιτίστικη αντιπολίτευση, έχαναν συνεχώς τις εκλογές υποτιμώντας συνεχώς το AKP. Αυτή η αίσθηση της ήττας και αδυναμίας μετέτρεψε το πρόβλημα αποκλεισμού σε πρόβλημα ταυτότητας. Η άδικη στάση της ΕΕ, που συμβολιζόταν από τις δηλώσεις Σαρκοζί και Μέρκελ, και οι προσδοκίες που δημιούργησε η Αραβική Ανοιξη ενίσχυσαν αυτή την κατάσταση. Τέλος, ο αυταρχισμός της Ρωσίας έγινε αξιοζήλευτο παράδειγμα για την Τουρκική Δημοκρατία.

Οι κινήσεις που έκαναν ορισμένες θρησκευτικές κοινότητες απέναντι στη διαφθορά οδήγησαν τον Ερντογάν να σκέπτεται πώς θα κατοχυρώσει τον εαυτό του και τη θέση του. Η αντιπολίτευση μετά το 2013 δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει τίποτα. Δεν περιμένω τίποτα καλύτερο ούτε σ’ αυτή την εκστρατεία. Τουλάχιστον ας οδηγήσουν τους οπαδούς τους στις κάλπες γιατί το 2014 ούτε αυτό δεν κατάφεραν!

Πιστεύω ωστόσο στην κοινωνία των πολιτών. Ελπίζω ότι θα είναι αποτελεσματικότεροι από την αντιπολίτευση.

Εν τω μεταξύ, η αμφισβήτηση αυξάνεται μέσα στο ΑΚΡ. Αυτό δεν ξέρω αν αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις. Πιστεύω ότι μόνο οι αντιφρονούντες του ΑΚΡ μπορούν να καθορίσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Οι έρευνες της κοινής γνώμης δεν ήταν ποτέ αποτελεσματικές. Στην Τουρκία προσπαθούσαν πάντα να κατευθύνουν την κοινή γνώμη. Αλλά αυτή τη φορά η κατάσταση είναι ακόμα πιο ζοφερή.

Η Τουρκία το 1961 και το 1982, και σήμερα για τρίτη φορά σε 50 χρόνια, προσπαθεί να αποφασίσει για ένα Σύνταγμα που καθορίζει το καθεστώς της. Οι δύο πρώτες απόπειρες έγιναν σε τραυματικό περιβάλλον ενώ η δημοκρατία είχε ανασταλεί. Σήμερα έχουμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Υποθέτω ότι μπορούμε κάποτε να αποφασίσουμε για το Σύνταγμα σε ένα δημοκρατικό περιβάλλον!