Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της έναρξης του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία είχε γίνει αισθητό σε όλους ότι η κυβέρνηση δεν είχε τη διάθεση να συνεργαστεί με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη της εκπαιδευτικής κοινότητας, τους κοινωνικούς φορείς για να μετατρέψει την εκπαίδευση σε βασικό εργαλείο μιας βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής. Αντιθέτως, πουλώντας «νομιμοφροσύνη» και «ηθικό πλεονέκτημα» και ακολουθώντας την τακτική «διαίρει και βασίλευε», εδώ και δύο χρόνια, προσπαθεί να κρύψει τη στρατηγική της για την εγκαθίδρυση ενός κομματικού καθεστώτος στον χώρο της παιδείας και την πρόθεσή της να τον κάνει ευάλωτο σε κάθε είδους ιδιωτικά συμφέροντα.

Ο στόχος των ημερών, ο θεσμός των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Το γεγονός ότι οι πειραματισμοί της κυβέρνησης δεν γνωρίζουν φραγμό εγείρει πολλά ερωτήματα. Ιδιαίτερα, όταν για πρώτη φορά, την ώρα που οι υποψήφιοι βρίσκονται στην τελική ευθεία για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις, το υπουργείο Παιδείας αιφνιδιαστικά και πρόχειρα μειώνει κατά 20% τις θέσεις των εισακτέων. Αν αναλογιστεί, δε, κανείς ότι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις αποτελούσαν τα τελευταία χρόνια έναν αξιόπιστο, αντικειμενικό και σεβαστό θεσμό από την ελληνική κοινωνία, πρόκειται για ένα χτύπημα κάτω από τη ζώνη στην ελληνική οικογένεια. Στην οικογένεια που έχει υποστεί τα πάνδεινα μέσα στην κρίση, έχει αποστερηθεί την ευημερία και της έχει απομείνει η ελπίδα να προσφέρει ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά της. Προσπαθώντας όλοι να εξηγήσουν τα ανεξήγητα, εύλογα φτάνουν στο ερώτημα, είναι στρατευμένη στην ιδιωτική οικονομία αυτή η ανερμάτιστη εκπαιδευτική πολιτική;

Η εκπαιδευτική κυβερνητική πολιτική φαίνεται να έχει άξονα την υποβάθμιση της παιδείας. Ξεκίνησαν με την κατάργηση του Ν. 4009/2011 για την Ανώτατη Εκπαίδευση, που ψηφίστηκε με την ιστορική πλειοψηφία των 255 βουλευτών στη Βουλή, αποδομώντας κάθε προσπάθεια αναβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου. Υστερα, απεκδύθηκαν από τον αριστερό μανδύα και με ωμότητα άρχισαν να φέρνουν, χωρίς διαβούλευση, ένα πλήθος αλλαγών σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, που πόρρω απέχει από τη δέσμευσή τους απέναντι στον ελληνικό λαό για δημόσια, δωρεάν και ποιοτική εκπαίδευση για όλους. Καταδίκασαν τα νηπιαγωγεία σε αθρόες συγχωνεύσεις ιδιαίτερα στην επαρχία, υποχρεώνοντας τα παιδιά να διανύουν μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις για να φοιτήσουν στο νηπιαγωγείο. Αγνόησαν τα δημόσια σχολεία με τις χιλιάδες θέσεις κενών εκπαιδευτικών, ξεχνώντας τις υποσχέσεις για 20.000 εκπαιδευτικούς και εμπαίζοντας τους αναπληρωτές που επί σειρά ετών και κάτω από αντίξοες συνθήκες και με χαμηλές αμοιβές προσφέρουν έργο, φέρνοντας μόνο μια προβληματική ρύθμιση για τον διορισμό τους. Με μια τροπολογία σε ένα άσχετο νομοσχέδιο άλλαξαν ριζικά τη λειτουργία και τον ρόλο των τμημάτων ένταξης που παρέχουν τη μοναδική δυνατότητα παροχής ειδικής εκπαίδευσης, απαξιώνοντας ταυτόχρονα πλήρως τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από το βασικό πτυχίο των εκπαιδευτικών των κλάδων ΠΕ61 και ΠΕ71 και ψαλιδίζοντας τις ελάχιστες ελπίδες για μόνιμο διορισμό. Μείωσαν τις ώρες διδασκαλίας των φιλολογικών μαθημάτων σε μια κούρσα κακής διαχείρισης των εκπαιδευτικών πόρων, αλλά και τα προβλεπόμενα κονδύλια για την αναβάθμιση του ψηφιακού εξοπλισμού των σχολείων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε 450.000 ευρώ. Μήπως τελικά η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο για το ιδιωτικό νηπιαγωγείο, το ιδιωτικό σχολείο, το ιδιωτικό φροντιστήριο και το ιδιωτικό πανεπιστήμιο; Τροφή για σκέψη…

Ο Δημήτρης Κωνσταντόπουλος είναι βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης