Orthodox measures. Ο τίτλος του ρεπορτάζ του χθεσινού «Economist» «παίζει» με την Ελλάδα που, σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό, ετοιμάζεται, μετά το αντισυστημικό πείραμα, να επιστρέψει στην πολιτική «ορθοδοξία». Η «βαρετή» Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη με το «συστημικότερο-δεν-γίνεται» βιογραφικό, όπως το αποκαλεί αυτοσαρκαστικά ο ίδιος, σαρώνει στις δημοσκοπήσεις.

Ο νόμος της αυταπάτης

Το σκεπτικό είναι απλό: Οι λαϊκιστές, εδώ και παντού, είναι καταδικασμένοι να διαψεύδονται παταγωδώς από το βράδυ κιόλας της εκλογικής τους νίκης. Δεν συνέβη μόνο με τις «αυταπάτες» του ΣΥΡΙΖΑ. Συμβαίνει τώρα με το Brexit. Θα συμβεί, λένε, και με τις εξωπραγματικές εξαγγελίες του Τραμπ.

Ο λαϊκισμός είναι δηλαδή κάτι σαν τη γρίπη της δημοκρατίας. Μπορεί να σε καθηλώνει στο κρεβάτι, αλλά περνάει. Απόδειξη η Ελλάδα, που, ευάλωτη θεσμικά και οικονομικά, κόλλησε πρώτη τον ιό και ήδη εμφανίζει σημάδια ανάρρωσης.

Η προσέγγιση ακούγεται βιαστική και υπεραπλουστευτική. Οι ομοιότητες όμως είναι πολύ έντονες για τις αγνοήσει κανείς. Η βρετανική κυβέρνηση μόλις τώρα αρχίζει να ομολογεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα αναγκαστεί να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. –μπορεί και 20 δισ. τον χρόνο –αν θέλει να διατηρήσει την πρόσβασή της στην κοινή αγορά. Το Γραφείο Δημοσιονομικής Ευθύνης –που λειτουργεί ως Ανεξάρτητη Αρχή –εκτιμά ότι η Βρετανία θα χρειαστεί να δανειστεί 58,7 δισ. για να αντιμετωπίσει τις άμεσες συνέπειες της εξόδου. Αρχίζει, με άλλα λόγια, να εμπεδώνεται η εικόνα ότι η έξοδος κοστίζει περισσότερο από την παραμονή. Ο παραλληλισμός με τη διάψευση της αντιμνημονιακής επαγγελίας στην Ελλάδα προκύπτει αβίαστα.

Η υπόθεση που διατυπώνεται είναι ότι αυτού του είδους οι λαϊκιστικές ατζέντες, που ονομάζονται «μεταπραγματικές», αποδίδουν εκλογικά, αλλά καταρρέουν όταν βρεθούν αντιμέτωπες με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης. Αν ισχύει το θεώρημα, η Ελλάδα είναι το πρόδρομο αντιπαράδειγμα για το τι μέλλει να ακολουθήσει και στις άλλες δυτικές δημοκρατίες όπου επικρατεί η μεταπραγματική τάση.

Το ημερολόγιο του ιλίγγου

Είναι πολύ νωρίς για να πιστέψει κανείς ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν τόσο γραμμικά. Δεν είμαστε στο τέλος αλλά στην αρχή. Το εκλογικό ημερολόγιο προκαλεί ίλιγγο. Αύριο ψηφίζουν οι Ιταλοί στο δημοψήφισμα και οι Αυστριακοί για πρόεδρο. Στις 13 Μαρτίου 2017 ψηφίζουν οι Ολλανδοί –με τους εθνικιστές του Βίλντερς να προηγούνται στις δημοσκοπήσεις. Στις 7 Μαΐου οι Γάλλοι –όπου το μόνο σχεδόν σίγουρο είναι ότι η Λεπέν θα είναι στον δεύτερο γύρο. Τον Σεπτέμβριο ψηφίζουν οι Γερμανοί. Κυρίως, όμως, δεν ξέρουμε πότε θα ψηφίσουν οι «πρόδρομοι» της Βαλκανικής. Δεν ξέρουμε αν και σε ποιο βαθμό αυτό που ο Μητσοτάκης, βασιζόμενος στις δημοσκοπήσεις, ερμηνεύει ως «κόπωση» των πολιτών «με το χάος», θα αποτυπωθεί και στην κάλπη.

Αυτό που ήδη ξέρουμε είναι ότι ακόμη κι αν ηττηθεί εκλογικά, το μείγμα του εθνολαϊκισμού δεν θα έχει χάσει την ακτινοβολία του. Ηδη η δυναμική του έχει καταφέρει να διαποτίσει όλο το πολιτικό φάσμα. Και η ρητορική του, όπως διαχέεται από τα νέα media, έχει προλάβει να μεταλλάξει μεγάλα εκλογικά ακροατήρια.

Η ιστορική αλλαγή εκδηλώνεται και αρνητικά και θετικά. Αρνητικά τη βλέπει κανείς στην έκλειψη της Κεντροαριστεράς, με το ΠΑΣΟΚ να αποτελεί ακόμη ένα πρόδρομο φαινόμενο της πανευρωπαϊκής τάσης. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που συμφιλιώθηκαν με την αγορά και την παγκοσμιοποίηση, βλέπουν παντού τους ψηφοφόρους τους, των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων, να μαγνητίζονται από όσους αρθρώνουν αντικαπιταλιστική και αντιμεταναστευτική διαμαρτυρία.

Οχι αριστερά – δεξιά, μόνο πάνω – κάτω

Η σύστοιχη, θετική εκδήλωση της ιστορικής αλλαγής είναι η ανάγκη των δεξιών κομμάτων να υιοθετήσουν μέρος της ατζέντας κατά της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης, προτάσσοντας στη ρητορική τους ζητήματα ταυτότητας. Η Δεξιά αντέχει, αλλά αντέχει με τον καθολικό, ισλαμοφοβικό, ήπια «αντισυστημικό» Φιγιόν, όχι με τον Ζιπέ. Η ΝΔ προηγείται, αλλά ο φιλελεύθερος αρχηγός της φροντίζει να εκδηλώνει την ευλάβειά του στο Αγιον Ορος και –συνοδεία του «καθαρόαιμου» αντιπροέδρου του –την πίστη του στις Ενοπλες Δυνάμεις.

Ακόμη και ο Ματέο Ρέντσι αναγκάστηκε να αναπροσαρμόσει το προφίλ του στην παγκόσμια μόδα. Επιμελώς αφαίρεσε τις σημαίες της ΕΕ από το φόντο της συνέντευξης Τύπου που έδωσε μετά τον πρόσφατο σεισμό. Και στην καμπάνια για το δημοψήφισμα επιστράτευσε πολλή χολή ενάντια στους «ψυχρούς γραφειοκράτες των Βρυξελλών».

Η μόδα, αν είναι μόδα, φαίνεται να έχει διάρκεια μεγαλύτερη των εκλογικών κύκλων. Το διατύπωσε λακωνικά ένας από τους φορείς της, ο Χέρμπερτ Κικλ, γενικός γραμματέας και ιθύνων νους του FPÖ, της αυστριακής Ακροδεξιάς, σε πρόσφατο συνέδριο που παρακολούθησε η ΖΕΙΤ. Σύμφωνα με τον Κικλ, «δεν υπάρχει πια αριστερά και δεξιά. Υπάρχει μόνο πάνω και κάτω». Πάνω είναι οι ελίτ –το σύστημα. Και κάτω ο λαός –ή το συνώνυμό του, το έθνος.

Ναι, το εκκρεμές της ελληνικής πολιτικής ζωής φαίνεται να επιστρέφει στην κανονικότητα. Ωστόσο, στη δεύτερη θέση των δημοτικοτήτων, μετά τον πρόεδρο της ΝΔ, είναι η Ζωή Κωνσταντοπούλου. Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν ολοένα και μεγαλύτερη διαφορά της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα όμως προβλέπουν μια Βουλή όπου η μόνη γνήσια φιλευρωπαϊκή δύναμη, εκτός από τον πρώτο, θα είναι ένα λιγότερο ή περισσότερο ισχνό ΠΑΣΟΚ.

Είναι πολύ αργά για να πιστέψει κανείς στην επιτυχία του λαϊκισμού. Και πολύ νωρίς για να πανηγυρίσει το τέλος του.