Τους τελευταίους τουλάχιστον 12 μήνες βρίσκονται καθημερινά στο πλευρό χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών. Κάποιοι από αυτούς είχαν εξαρχής βάλει στόχο να σώσουν όσους περισσότερους μπορούσαν από τα νερά του Αιγαίου, όταν οι υπερφορτωμένες με κόσμο βάρκες, λίγο πριν φτάσουν στις ελληνικές ακτές, άρχισαν να μπάζουν νερά. Άλλοι πάλι, τους υποδέχονται στους χώρους φιλοξενίας, προσπαθώντας να κάνουν την καθημερινότητα των προσφύγων –μεταναστών όσο πιο ομαλή και εύκολη γινόταν. Οι Έλληνες εθελοντές, οι άνθρωποι πίσω από το προσφυγικό, απέδειξαν και με το παραπάνω τι σημαίνει να βοηθάς όσους έχουν ανάγκη. Και μάλιστα, το έργο κάποιων αναγνωρίστηκε διεθνώς.

Το 2001 αποφάσισε να αφήσει την Αθήνα και να μετακομίσει στη Λέσβο. Η 48χρονη Έφη Λατσούδη, με σπουδές στις κοινωνικές επιστήμες και στην ψυχολογία, από το 2006, όταν και οι αριθμοί των προσφύγων και μεταναστών που έφταναν στο νησί από τα τουρκικά παράλια αυξάνονταν, συμμετείχε σε μια μικρή ακτιβιστική ομάδα, τα μέλη της οποία επισκέπτονταν τακτικά τις δομές φιλοξενίας που υπήρχαν τότε στη Λέσβο και βοηθούσαν τους πρόσφυγες στις καθημερινές ανάγκες τους.

Το 2012, όμως, ήταν η χρονιά που οι εγκαταστάσεις του νησιού δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν επαρκώς, με τους χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες να κοιμούνται πλέον σε πάρκα, δρόμους αλλά και στο κύριο λιμάνι της Μυτιλήνης. Η δημιουργία ενός χώρου για τους πιο ευάλωτους ήταν πλέον επιτακτική ανάγκη. Και το γνώριζε πολύ καλά η Έφη Λατσούδη, καθώς είχε εργαστεί με ΑΜΕΑ και άλλα ευάλωτα άτομα. Γι’ αυτό και ήταν μία από τους εθελοντές –πολίτες της Λέσβου, οι οποίοι μετέτρεψαν την πρώην παιδική κατασκήνωση σε καταφύγιο για πρόσφυγες.

Είναι ενδεικτικό ότι ο χώρος ανοιχτής φιλοξενίας του πρώην ΠΙΚΠΑ υποστήριξε από την έναρξη της λειτουργίας του περίπου 30.000 πρόσφυγες, εκ των οποίων περισσότεροι από 20.000 υποστηρίχθηκαν κατά την περσινή χρονιά. «Οι προσφυγικές ροές αυξάνονταν σταδιακά το 2013 και το 2014 και φτάσαμε το 2015 με την πρωτοφανή για τα δεδομένα ροή, μια κατάσταση έξω από αυτά που περιμέναμε, πολύ μεγαλύτερη γι’ αυτά που κάναμε μέχρι εκείνη τη στιγμή», λέει η κ Λατσούδη.

Πέρυσι, όπως προσθέτει, το έργο επικεντρώθηκε στις ευάλωτες ομάδες, παιδιά, άτομα με σοβαρά προβλήματα υγείας, άνθρωποι, οι οποίοι βρέθηκαν στα ναυάγια. «Καταφέραμε να τους δώσουμε έναν ανθρώπινο και ανοιχτό χώρο, στον οποίο μπορούσαν να βρίσκονται με αξιοπρέπεια». Εκατοντάδες ιστορίες εκτυλίχθηκαν μπροστά τους όλους αυτούς τους μήνες. «Κάθε μία ήταν και ξεχωριστή. Πέρυσι τον Οκτώβρη είχαμε μία μητέρα στο χώρο, η οποία είχε χάσει και τα τρία παιδιά της σε ναυάγιο. Ζήσαμε όλοι την απόγνωση και τον πόνο της. Πολλές φορές ταυτιζόμαστε με τους ανθρώπους αυτούς. Αυτόματα μπαίνεις στη θέση τους και κάποια στιγμή καταλαβαίνεις ότι είναι πολύ εύκολο να βρεθείς στην κατάσταση που βρίσκονται».

Πλέον, με τις προσφυγικές ροές προς το νησί να είναι σαφώς μικρότερες συγκριτικά με την περσινή χρονιά, οι εθελοντές του χώρου ανοιχτής φιλοξενίας εξακολουθούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άτομα που χρήζουν ιατρικής φροντίδας. Παράλληλα, όμως, σε χώρο υποστήριξης που δημιούργησαν μέσα στην πόλη, παρέχουν σε πρόσφυγες αλλά και ντόπιους μαθήματα γλωσσών και γενικότερα δράσεις, με στόχο την ένταξή τους και την επαφή με την τοπική κοινωνία.

Το έργο της Έφης Λατσούδη για τους πρόσφυγες αναγνωρίστηκε. Η επιβράβευση για τις προσπάθειές της ήρθε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Η ίδια κέρδισε από κοινού με τον Κωνσταντίνο Μητράγκα, εκ μέρους της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης (ΕΟΔ), το Βραβείο Προσφύγων Νάνσεν. Η τελετή βράβευσης έγινε πριν από μερικές ημέρες στη Γενεύη.

«Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που τράπηκαν σε φυγή λόγω συγκρούσεων και διώξεων προέβησαν πέρυσι στην απέλπιδα προσπάθεια να φτάσουν στην Ευρώπη αναζητώντας ασφάλεια. Πολλοί διακινδύνευσαν τη ζωή τους ταξιδεύοντας μέσα σε ακατάλληλες βάρκες και φουσκωτές λέμβους. Ένα ταξίδι που συχνά αποδείχτηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο», δήλωσε ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Φίλιππο Γκράντι. Πρόσθεσε δε, πως τόσο η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης όσο και η Έφη Λατσούδη δε θέλησαν να παραμείνουν απλοί παρατηρητές της τραγωδίας που εκτυλισσόταν στις ακτές τους και αξίζουν πραγματικά το Βραβείο Προσφύγων Νάνσεν. «Οι προσπάθειές τους είναι χαρακτηριστικές της μαζικής ανταπόκρισης του κόσμου στην προσφυγική και μεταναστευτική κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη, όπου χιλιάδες άνθρωποι επέδειξαν αλληλεγγύη σε όσους αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, καθώς και της ανθρωπιάς και γενναιοδωρίας των κοινοτήτων σε όλο τον κόσμο που άνοιξαν την καρδιά τους και τα σπίτια τους στους πρόσφυγες».

«Πέρυσι το καλοκαίρι, βιώσαμε τον απόλυτο τρόμο»

Το 2014 και ιδίως το 2015 ήταν οι πιο δύσκολες χρονιές για τους εθελοντές, οι οποίοι ανέλαβαν δράση στο προσφυγικό ζήτημα. Ιδιαίτερα, δε, για τα μέλη της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης (Ε.Ο.Δ.).

Με 42 παραρτήματα σε όλη τη χώρα και περισσότερους από 2.000 εθελοντές, η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης που από το 1978 διασώζει ανθρώπους όπου υπάρχει κίνδυνος (θάλασσα, βουνό, ποτάμι). Όταν πέρυσι, πάνω από 850.000 άτομα έφτασαν στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης, η ανάγκη να συνδράμει η Ε.Ο.Δ. ήταν μεγάλη. Όπως εξηγεί ο χειριστής διασωστικού σκάφους και γενικός γραμματέας της κεντρικής διοίκησης της Ε.Ο.Δ., Κωνσταντίνος Μητράγκας, «όταν ξεκίνησε η προσφυγική κρίση δεν μπορούσαμε να μην εμπλακούμε. Οι εθελοντές στα τρία παραρτήματά μας, σε Κω, Λέσβο και Σάμο, δε θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στα νέα αυτά δεδομένα. Γι’ αυτό και ακολουθήσαμε πρόγραμμα, βάσει του οποίου μεταφέραμε εθελοντές, εξοπλισμό και σκάφη για να βοηθήσουμε».

Επιχειρηματίας ο ίδιος, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, βρέθηκε για μέρες στα νησιά, όπως και δεκάδες συνάδελφοί του εθελοντές. Η διάκρισή του –εκπροσωπώντας της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης – με το Βραβείο Προσφύγων Νάνσεν της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ είναι, όπως εξηγεί, μεγάλη δικαίωση και επιβράβευση της ομάδας που έρχεται από επίσημα χείλη, όχι μόνο αυτά τα δύο χρόνια της προσφυγικής κρίσης αλλά για το σύνολο του έργου της.

Το 2015, όταν το φαινόμενο βρισκόταν σε έξαρση, πραγματοποιούσαν τουλάχιστον 4 –5 επιχειρήσεις καθημερινά, διασώζοντας από τα νερά του Αιγαίου κατά μέσο όρο 20 –30 πρόσφυγες και μετανάστες. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα πραγματοποίησαν 1.035 επιχειρήσεις διάσωσης, σώζοντας 2.500 ζωές, ενώ βοήθησαν περισσότερους από 7.000 ανθρώπους να φτάσουν στην ασφάλεια.

«Ήταν μία πρωτόγνωρη κατάσταση όχι μόνο για μας αλλά για τα παγκόσμια δεδομένα διάσωσης. Βρισκόμασταν σε εγρήγορση 24 ώρες το 24ωρο. Η θάλασσα είναι ένα αφιλόξενο περιβάλλον για τον άνθρωπο. Κι όταν έχεις να κάνεις με θάνατο, όσο καλά εκπαιδευμένος και να είσαι –που τα μέλη μας έχουν λάβει άρτια εκπαίδευση –θεωρείς αποτυχημένη μία διάσωση όταν δεν μπορείς να σώσεις ανθρώπους, παρόλο που τις περισσότερες φορές δεν υπήρχε τίποτε παραπάνω να κάνεις. Είναι σκληρό να έχεις μπροστά σου τέσσερις βάρκες που βουλιάζουν ταυτόχρονα, κι εσύ να πρέπει να κάνεις τον Θεό», λέει ο κ Μητράγκας.

Πατέρας δύο παιδιών ο ίδιος δε θα ξεχάσει τη στιγμή που χρειάστηκε να κρατήσει ένα νεκρό βρέφος στην αγκαλιά του. «Το συναίσθημα είναι τραγικό. Αυτόματα το μυαλό σου πάει στο δικό σου παιδί. Όπως τραγικό είναι να βλέπεις παιδιά να κλαίνε πάνω από το πτώμα των γονιών τους, παιδιά που ξεκίνησαν από την Τουρκία με την οικογένειά τους και βρέθηκαν ασυνόδευτα πια στην Ελλάδα».