Αναρωτιέται κανείς τι είναι χειρότερο: το γεγονός ότι απαγορεύτηκε η πρόσβαση των δημοσιογράφων στην Ειδομένη ή ότι επετράπη μόνο στην ΕΡΤ και στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων; Το πλήγμα ήταν μόνο για την ελευθεροτυπία ή και για τον δημόσιο χαρακτήρα δύο μέσων ενημέρωσης που είχαν παλέψει κατά καιρούς για να βγάλουν από πάνω τους τη ρετσινιά του κρατικού και να κόψουν τους δεσμούς τους με την εξουσία; Και τι είναι πιο ταπεινωτικό για μια δημοκρατία και την ενημέρωση; Να μην υπάρχει καθόλου εικόνα ή να δίνει την εικόνα ο κάμεραμαν της αστυνομίας;

Στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου η γαλλική αστυνομία ξεκίνησε μια επιχείρηση εκκένωσης της περιοχής στο Καλαί, η οποία βρίσκεται υπό κατάληψη από μετανάστες και είναι γνωστή ως Ζούγκλα. Φυσικά, τα μέσα ενημέρωσης ήταν εκεί. Στο φωτογραφικό αρχείο των ειδησεογραφικών πρακτορείων μπορεί να δει κανείς φωτογραφίες με παραπήγματα να καίγονται, άλλα να τα γκρεμίζουν εργάτες, αστυνομικούς να απομακρύνουν μετανάστες, άλλους να περπατούν σκυφτοί με τα λίγα υπάρχοντά τους, κάποιον να πηδάει έναν συρμάτινο φράχτη. Οι φωτογραφίες δεν είναι ευχάριστες, είναι εικόνες απελπισίας. Αλλά καμία ανάγκη και καμία σκοπιμότητα δεν υπαγόρευσε στη γαλλική κυβέρνηση να απαγορεύσει τη δημοσιογραφική κάλυψη της αστυνομικής επιχείρησης. Οι αστυνομικοί έκαναν τη δουλειά τους και οι δημοσιογράφοι τη δική τους.

Είναι προφανές ποια ανάγκη και ποια σκοπιμότητα υπαγόρευσε στην ελληνική κυβέρνηση να εμποδίσει την κάλυψη της επιχείρησης στην Ειδομένη. Η ανάγκη προέκυψε από το εμπόριο ευαισθησίας, το οποίο χαρακτηρίζει τη μεταναστευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε την εξουσία. Και η σκοπιμότητα, από τη μόνιμη επιδίωξή του να ελέγξει την ενημέρωση –πότε με εκτρωματικές νομοθετικές παρεμβάσεις, άλλοτε με απειλές, υπονοούμενα ή υποδείξεις και τώρα με την αστυνομία. Και πραγματικά, δεν ξέρει κανείς τι είναι χειρότερο.