Την πρόοδο που έχει κάνει η Ελλάδα στην εφαρμογή του προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας της, υπογράμμισε ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ, μιλώντας σήμερα στην επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σημειώνοντας ωστόσο ότι οι προκλήσεις παραμένουν.

Αναφορικά με την πρώτη αξιολόγηση, ο Γ. Ντεϊσελμπλούμ είπε ότι οι συζητήσεις είναι αρκετά εποικοδομητικές και τόνισε ότι το κύριο μέλημα των θεσμών είναι να διασφαλίσουν την «ποιότητα των μεταρρυθμίσεων» που θα εφαρμοστούν.

Συνέχισε λέγοντας ότι η πρώτη αξιολόγηση περιλαμβάνει τεράστιες μεταρρυθμίσεις, όπως είναι το ασφαλιστικό, αλλά και δημοσιονομικά ζητήματα, η λειτουργία του ταμείου ιδιωτικοποιήσεων, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, η πάταξη της φοροδιαφυγής κ.λπ. Παραδέχτηκε ότι κάποιες μεταρρυθμίσεις είναι πολιτικά και κοινωνικά δύσκολες, αλλά -όπως είπε- είναι σημαντικό η Ελλάδα να υλοποιήσει αυτά που συμφώνησε το καλοκαίρι του 2015.

Ειδικότερα, όσον αφορά το ασφαλιστικό, ο Γ. Ντεϊσελμπλούμ επισήμανε ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει υποβάλει «σοβαρές προτάσεις», σημείωσε όμως ότι παραμένουν ανοιχτά δημοσιονομικά θέματα, όπως η κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.

«Όλοι θέλουμε η αξιολόγηση να κλείσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα», δήλωσε ο πρόεδρος του Eurogroup. O ίδιος σημείωσε ότι οι ελληνικές αρχές έχουν εκφράσει την ανάγκη να ολοκληρωθεί σύντομα η αξιολόγηση, κάτι το οποίο συμμερίζεται και ο ίδιος.

Απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ, Γιώργου Κύρτσου σχετικά με αν θα υπάρξουν περικοπές των συντάξεων, ο Γ. Ντεϊσελμπλούμ ανέφερε ότι το κεντρικό ζήτημα είναι ποιο βάρος θα σηκώσουν οι συνταξιούχοι.

Προσέθεσε ότι γίνεται προσπάθεια να λυθούν βραχυπρόθεσμα ζητήματα, ενδεχομένως να υπάρξουν κάποιες περικοπές, αλλά δεν θέλησε να πει κάτι πιο συγκεκριμένο, λέγοντας ότι δεν είναι σε θέση να απαντήσει.

Όσον αφορά το θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, ο Γ. Ντεϊσελμπλούμ επανέλαβε ότι πρέπει να υπάρξει συμφωνία στο δημοσιονομικό κομμάτι, που σχετίζεται πολύ με το συνταξιοδοτικό. Όταν ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, είπε, θα είναι σε θέση οι θεσμοί να υπολογίσουν το ύψος του χρέους για τα επόμενα χρόνια.

Εξάλλου, απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη, σχετικά με τη λιτότητα που επέβαλε το πρόγραμμα στην Ελλάδα, ο Γ. Ντεϊσελμπλούμ σχολίασε ότι ο δρόμος της λιτότητας είναι απαραίτητος για να επιστρέψει μια χώρα σε υγιή οικονομικά και να νοικοκυρέψει τα του οίκου της.

Συνεχίζοντας, ο Γ. Ντεϊσεμπλούμ ανέφερε ότι «το κλειδί» είναι να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων προς την Ελλάδα και η εμπιστοσύνη των Ελλήνων πολιτών στην ελληνική οικονομία και στις τράπεζες.

Ερωτηθείς από τον ανεξάρτητο ευρωβουλευτή Νότη Μαριά, αν συμφωνεί να δοθούν τα κόκκινα δάνεια των ελληνικών τραπεζών ως εχέγγυο στην ΕΚΤ, αντί να πουληθούν σε διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, ο Γ. Ντεϊσελμπλουμ απάντησε ότι το ζητούμενο είναι να επιστρέψουν οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες, να γίνουν επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και οι τράπεζες να βοηθούν τις επιχειρήσεις. Γι΄αυτό, είπε ο Γ. Ντεϊσελμπλουμ το νέο ελληνικό πρόγραμμα έπρεπε πρώτα να λύσει το θέμα των τραπεζών και αυτό έγινε. Οι τράπεζες πρέπει να είναι φερέγγυες για να υπάρχει βιώσιμο τραπεζικό σύστημα, προσέθεσε ο Γ. Ντάισελμπλουμ. Γι΄ αυτό, τόνισε, δίνεται έμφαση στον τραπεζικό τομέα, γιατί η «εμπιστοσύνη» είναι κλειδί στην οικονομική ανάκαμψη.

Τέλος, αναφερόμενος στις ελληνικές τράπεζες, ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ τόνισε ότι χρειάστηκαν 5,4 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίησή τους- ποσό μικρότερο από το προβλεπόμενο. «Αυτά είναι καλά νέα και για την προοπτική της βιωσιμότητας του χρέους», δήλωσε ο ίδιος.