Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παραδέχεται, εμμέσως πλην σαφώς, σε έκθεσή του, που εγκρίθηκε στις 7 Δεκεμβρίου από το ΔΣ και δόθηκε σήμερα Πέμπτη στην δημοσιότητα, ότι έγιναν λάθη στο ελληνικό πρόγραμμα, το οποίο εγκρίθηκε τον Μάιο του 2010 χωρίς να περιλαμβάνεται η αναδιάρθρωση του χρέους, ώστε να επιβεβαιώνεται η βιωσιμότητά του.

Σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους, η έκθεση αναφέρει ότι δεν πραγματοποιήθηκε λόγω του φόβου διάχυσης της κρίσης, αλλά και της έκθεσης των ευρωπαϊκών τραπεζών στο χρέος της Ελλάδας. Επρόκειτο για συστημική εξαίρεση, τονίζεται.

«Για την Ελλάδα, το Ταμείο δεν μπορούσε να εκτιμήσει ότι το χρέος ήταν, κατά μεγάλη πιθανότητα, βιώσιμο, μια εκτίμηση που συνήθως απαιτείται για πρόσβαση σε χρηματοδότηση από το Ταμείο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Ομως, το ρίσκο των επιπτώσεων στο σύστημα διεθνώς, δοθείσης της έλλειψης – την εποχή εκείνη – προστατευτικών τειχών που θα απομόνωναν [προστατευτικά] άλλα μέλη της ευρωζώνης, αποτέλεσε [ικανή] αιτιολόγηση για να μην απαιτηθεί μια επιχείρηση μείωσης του χρέους εξ αρχής ως προϋπόθεσης για συμφωνία [χρηματοδότησης ] με το Ταμείο για εξαιρετική πρόσβαση», αναφέρεται στην έκθεση.

Οταν η ΕΚΤ ανέλαβε τη δέσμευση να κάνει ό,τι απαιτείται για να διασωθεί η ζώνη του ευρώ, και αφού πέρασαν δύο χρόνια αβεβαιότητας, άρχισε να αποκτάται ξανά η εμπιστοσύνη στην Ευρωζώνη, αναφέρεται στην έκθεση. Συγκεκριμένα τονίζεται:

«Η αναδιάρθρωση έγινε πολύ αργά και αποδείχθηκε πολύ λίγη»

«Συνολικά η εμπειρία αποκαλύπτει τα προβλήματα που παρουσιάζουν τα προγράμματα που υποστηρίζει το Ταμείο όταν η βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι εξασφαλισμένη εκ των προτέρων. Οταν έγινε τελικά η αναδιάρθρωση του χρέους ήταν πολύ αργά και αυτή αποδείχθηκε πολύ λίγη. Οταν τελικά αποφασίσθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα (PSI) το «κούρεμα» ήταν μεγάλο για τους πιστωτές σε σύγκριση με άλλες περιπτώσεις, αλλά την ίδια στιγμή είχαν αυξηθεί και οι πιθανότητες να αποδειχθεί ανεπαρκές για να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους».

Απαντώντας σε ερώτηση για την ελληνική υπόθεση, ο αναπληρωτής Διευθυντής, Στρατηγικής και Πολιτικής του ΔΝΤ Βίβεκ Αρόρα δήλωσε ότι σε κάποιες χώρες όπως η Ελλάδα η ταχεία δημοσιονομική προσαρμογή ήταν αναπόφευκτη.

Μιλώντας για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ανέφερε ότι ήταν επιβεβλημένη το 2010. Αποτελεί ερώτημα, είπε, εάν ήταν εφικτή, αλλά και επιθυμητή εκείνη την περίοδο. Δεν υπήρχε «δίχτυ προστασίας» της ευρωζώνης και ήταν μεγάλη η ανησυχία ότι η αναδιάρθρωση θα οδηγούσε σε σοβαρή μετάδοση της κρίσης στην Ευρωζώνη, υποστήριξε ο κ. Αρόρα.

Για τα Προγράμματα του 2010, το ΔΝΤ παραδέχεται ότι η εσωτερική υποτίμηση μέσω των μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας και προϊόντων ήταν ο βασικός στόχος.

Για τον σκοπό αυτόν αποφάσισαν μέτρα όπως η μείωση των ονομαστικών μισθών και επιδομάτων στο Δημόσιο, η μείωση των κατώτατων αποδοχών, η μεταρρύθμιση του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας και η προώθηση του ανταγωνισμού.