Πικρό κρασί για οινοπαραγωγούς και καταναλωτές φέρνει το νέο ισοδύναμο της κυβέρνησης για την αντικατάσταση του ΦΠΑ στην εκπαίδευση, βάζοντας τους επαγγελματίες του κλάδου με το όπλο παρά πόδα, καθώς εκτιμούν ότι ο φόρος αυτός θα είναι καταστροφικός για την ελληνική οινοπαραγωγή.
Ο στόχος της κυβέρνησης να καλύψει μια τρύπα 100 εκατ. ευρώ βρίσκει σθεναρά αντίθετο τον οινοπαραγωγικό κόσμο της χώρας, που υποστηρίζει ότι η επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης 40 λεπτών ανά λίτρο αποτελεί πλήγμα στον κλάδο. Οπως λένε, η απόφαση της κυβέρνησης δίνει χαριστική βολή αυτή τη φορά στο ελληνικό κρασί και στις χιλιάδες αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις.

«Η φορολόγηση με 0,40 ευρώ ανά λίτρο οίνου υπερβαίνει κάθε λογική διπλασιάζοντας τις τιμές πώλησης του κρασιού και θέτει εκτός ανταγωνισμού τα ελληνικά κρασιά, που στην εγχώρια αγορά πωλούνται από 0,40 ευρώ το λίτρο» τονίζει ο Γιάννης Βογιατζής, πρόεδρος της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης Αμπελοοινικών Προϊόντων.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ. Μέχρι σήμερα οι τιμές των κρασιών δεν επιβαρύνονταν με Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, σε αντίθεση με τα λοιπά αλκοολούχα. Την πρακτική αυτή ακολουθούν και άλλες οινοπαραγωγοί χώρες της Ευρώπης σε μια προσπάθεια να προστατέψουν τον συγκεκριμένο κλάδο γεωργικής παραγωγής.
Μάλιστα η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης, όπως λένε, δεν συνάδει προς την ελληνική αλλά ούτε προς την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αφού το θέμα της επιβολής ΕΦΚ στο κρασί έχει συζητηθεί επανειλημμένως και επί μακρόν σε αρμόδια κοινοτικά όργανα αλλά και στο εσωτερικό της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς Οίνου και σε κανένα κράτος-μέλος της ΕΕ που είναι χώρα παραγωγής οίνου δεν έχει επιβληθεί (ούτε στη Γερμανία).

Οι οινοπαραγωγοί υποστηρίζουν ότι η επιβολή του φόρου θα προκαλέσει μεγαλύτερα προβλήματα στις οινοποιίες που δραστηριοποιούνται στο επώνυμο εμφιαλωμένο κρασί. Οπως λέει ο Νίκος Βλάχος, πρόεδρος του Συνδέσμου Οινοποιών Νεμέας, «το εμφιαλωμένο κρασί δέχεται τεράστιο ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά από το χύμα που σε μεγάλο ποσοστό διακινείται χωρίς τιμολόγια». Υποστηρίζει επίσης ότι θα αυξηθεί η παράνομη διακίνηση χύμα κρασιού καθώς αυξάνεται το κίνητρο για φοροδιαφυγή.

ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ. Οι άνθρωποι του κλάδου λένε ότι η εφαρμογή του φόρου θα έχει ως συνέπεια 200.000 έλληνες αμπελουργοί, 20.000 εργαζόμενοι στον οινοποιητικό κλάδο και περίπου 700 οινοποιητικές επιχειρήσεις να πληγούν ανεπανόρθωτα. «Το εμφιαλωμένο κρασί αποτελεί προϊόν πλήρους καθετοποίησης με αποτέλεσμα να πλήττονται όλα τα εμπλεκόμενα επαγγέλματα του οινικού κλάδου, μέσα στα οποία προσμετρώνται 200.000 αμπελουργοί, πάνω από 700 οινοποιητικές μονάδες με πάνω από 20.000 εργαζομένους και πολλοί άλλοι τομείς οι οποίοι συνδράμουν από το αμπέλι στο τελικό προϊόν» τονίζουν οι εκπρόσωποι του Δικτύου Οινοποιών Νομού Ηρακλείου και Χανίων – Ρεθύμνης.

ΠΤΩΣΗ ΠΩΛΗΣΕΩΝ. Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, η οικονομική κρίση δεν άφησε ανεπηρέαστο τον κλάδο της οινοποιίας καθώς έφερε μείωση της ζήτησης και υποκατάσταση των εμφιαλωμένων κρασιών από το χύμα κρασί, η ζήτηση του οποίου έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια φτάνοντας στο 60% της συνολικής κατανάλωσης

Η εγχώρια οινοπαραγωγή είναι προσανατολισμένη κυρίως στο λευκό κρασί, κατηγορία που συνήθως καλύπτει μερίδιο 65%-70% του συνόλου. Τα κρασιά με ένδειξη ΠΟΠ και ΠΓΕ καλύπτουν ποσοστό 27%-29% της παραγωγής.
Η πλειονότητα των οινοποιητικών επιχειρήσεων είναι μικρές οικογενειακές, εκσυγχρονισμένες στο μέγιστο με επενδύσεις οι οποίες είχαν την προοπτική της ανάπτυξης πριν από την περίοδο της κρίσης και όλος ο σχεδιασμός τους έχει πληγεί σε μεγάλο βαθμό. Μάλιστα η τοπική αγορά εξακολουθεί να είναι η κύρια βάση απορρόφησης της παραγωγής του κλάδου, παρά την αύξηση των εξαγωγών την τελευταία δεκαετία.
Με βάση αυτά, οι εκπρόσωποι των οινοπαραγωγών θέτουν το ερώτημα προς την κυβέρνηση με ποια λογική ένα μη εισαγόμενο προϊόν προερχόμενο από έλληνες αγρότες και επιχειρηματίες πρέπει να δεχθεί το βάρος του ισοδύναμου μέτρου, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωσή του. Προσθέτουν μάλιστα ότι η αποδυνάμωση του κλάδου θα προέλθει από την αναπόφευκτα περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης, δίνοντας παράλληλα χώρο στην αγορά για την ανάπτυξη άλλων εισαγόμενων ανταγωνιστικών προϊόντων.

Πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη του 2015 αναμένεται να έχουν παραχθεί στην Ελλάδα 2,65 εκατ. εκατόλιτρα κρασί, δηλαδή 5% λιγότερο σε σχέση με πέρυσι (2014) και 11% λιγότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας.