«Ο τίτλος προέκυψε από ένα ταξίδι στη Μόσχα» μου διηγείται η Αγγελική Παπούλια στο green room της Στέγης για την παράσταση «6 a.m. – How to disappear completely» («6 π.μ. – Πώς να εξαφανιστείς ολοσχερώς»). «Βρέθηκα σε ένα φοβερό πάρκο γεμάτο εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Χώρος συνεδρίων ήταν ουσιαστικά. Τα περίπτερα στέκονταν χιονισμένα, είχε ένα σιντριβάνι με χρυσά αγάλματα, προτομές του Λένιν. Αρχισα να βγάζω φωτογραφίες και έπειτα από πολύ καιρό συζητούσαμε με τον Χρήστο και τον Γιώργο για την παράσταση. Αναζητώντας τίτλο, ξεκινήσαμε από το «6 a.m.» ως συνέχεια της προηγούμενης παράστασής μας (σ.σ.: «Late night») αλλά μετά θυμήθηκα αυτές τις φωτογραφίες και άρχισα να τους τις δείχνω. Ο τίτλος προέκυψε από αυτή την αίσθηση –μαζί με τις κουβέντες μας για ποιητικά κείμενα. Θέλαμε όλο αυτό να έχει να κάνει με την ποίηση –ειδικά του Χέλντερλιν και του Λοτρεαμόν».

Οπως και να έχει, πρόκειται για μια ματιά πιο αισιόδοξη μετά την «Τριλογία του τέλους» που έχουν στήσει οι Blitz, με τις δυστοπικές παραστάσεις «Late night», «Don Quixote» και «Galaxy». Να δεις πώς το λένε οι ίδιοι: «Μια παράσταση που αναζητά την κρυμμένη εκείνη πνευματικότητα, χωρίς την οποία η ζωή μοιάζει με επιβίωση».

Η ομάδα Blitz δημιουργήθηκε το 2004, μεταξύ άλλων, ως μια αντίδραση στην τότε συνθήκη του ελληνικού θεάτρου. Αναπόφευκτα, ρωτώ την Αγγελική Παπούλια αν πιστεύει πως η κατάσταση έχει αλλάξει σήμερα. «Οι ηθοποιοί της δικής μου αλλά και της νεότερης γενιάς είναι πιο δραστήριοι τώρα. Υπάρχει μεγαλύτερο θάρρος και ενθουσιασμός. Παλαιότερα υπήρχε κάτι πιο κλειστό και σοβαροφανές, λες και έπρεπε να περάσουν πάρα πολλά χρόνια για να προσπαθήσουμε κάτι. Αλλά και οι θεατές έχουν καλλιεργηθεί. Βοήθησε το Φεστιβάλ Αθηνών: ξαφνικά το κοινό της Αθήνας ήρθε σε επαφή με παραστάσεις σύγχρονες, απ’ όλο τον κόσμο, παραστάσεις με ιδιόμορφη και προσωπική γλώσσα. Αυτό συντέλεσε στο να ανοίξει η πρόσληψη του κοινού. Πριν από δέκα χρόνια δεν υπήρχε αυτό».

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΞΩ. Μούσα του Γιώργου Λάνθιμου αλλά και με παρουσία σε ταινίες του Σύλλα Τζουμέρκα (και παλαιότερα του Γιάννη Οικονομίδη), η Αγγελική Παπούλια παρακολουθεί από κοντά τις διαδρομές του ελληνικού σινεμά στο εξωτερικό. «Δεν νομίζω πως είμαστε το εξωτικό φρούτο του ευρωπαϊκού σινεμά. Εχει γίνει βέβαια ένα focus, μιας και οι ταινίες ταξιδεύουν –αφορούν όμως πολλούς ανθρώπους στο εξωτερικό, αν και θα πρέπει να περάσουν μερικά χρόνια για να καταλάβουμε ποιοι απ’ όλους αυτούς τους δημιουργούς έχουν κάποια συνέχεια. Στον κινηματογράφο προσπαθώ να δουλεύω με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια, να είμαι ακόμα πιο λιτή στην έκφρασή μου. Οταν δούλευα στον «Αστακό», έπρεπε να παίξω σε μια άλλη γλώσσα: προσπάθησα να σκέφτομαι στα αγγλικά. Ηταν ένα πολύ μεγάλο εμπόδιο, αλλά δεν θα μπορούσα να κάνω αυτήν τη δουλειά δίχως αυτά –θα βαριόμουν (γέλια). Οσο για τους ξένους ηθοποιούς που συνεργάστηκα… Ξέρεις, όταν δουλεύεις με ηθοποιούς αυτού του μεγέθους, καταλαβαίνεις τις δικές σου ελλείψεις. Ηταν πολύ χρήσιμο: είδα την απόσταση που πρέπει να διανύσω και πόσο μεγάλο είναι το περιθώριο της βελτίωσής μου». Και για το τέλος; «Ζούμε σε έκρυθμες εποχές, όμως βλέπω χιλιάδες παραστάσεις κάθε χρόνο και διαρκώς νέες ελληνικές ταινίες. Αυτό με γεμίζει χαρά. Η κρίση μπορεί να έσπρωξε τον κόσμο στην τέχνη, αλλά υπάρχει ακόμα η ανάγκη της έκπληξης, της απόλαυσης ή και της επιθετικότητας. Οποια κι αν είναι η απόληξη, για μένα το αποτέλεσμα είναι θετικό».