Οσο σεμνό κι αν οφείλει να είναι ένα οπισθόφυλλο, όταν μάλιστα το υπογράφει ο ίδιος ο συγγραφέας –όπως συμβαίνει με το βιβλίο «Η αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες» του Ηλία Λ. Παπαμόσχου -, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως δεν αποδίδει στο ελάχιστο τη σημασία και το βάρος των είκοσι τριών ιστοριών που συγκροτούν την ομότιτλη έκδοση. Πρόκειται –το κείμενο του οπισθόφυλλου –για μια συγκινητική «απολογία» όσον αφορά τους λόγους που ωθούν τον πεζογράφο αυτόν από την Καστοριά να γράφει, παρά αναδεικνύουν τη συμπυκνωμένη δυναμίτιδα που συνιστούν τόσο «Η αλεπού της σκάλας» όσο και τα τέσσερα πεζογραφικά του βιβλία που προηγήθηκαν («Καλό ταξίδι, κούκλα μου…», «Του χρόνου κυνήγια», «Λειψή αριθμητική», «Ο μυς της καρδιάς»).

Δεν είναι τόσο η σύντομη έκταση των είκοσι τριών ιστοριών που σε κάνει να πιστεύεις ότι έχουν γραφεί –καλύτερα έχουν σμιλευτεί –λέξη λέξη, φράση φράση. Είναι κυρίως ότι φτάνεις στο μεδούλι των ιστοριών, ενώ ο δημιουργός τους δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να χαράζει με πολύ αδρό, είναι αλήθεια, τρόπο το φυσικό, κοινωνικό ή ανθρώπινο πλαίσιό τους. Με τόση μάλιστα επιμονή στο πλαίσιο ώστε, όπως ακριβώς συμβαίνει με μια πολυκαιρισμένη φωτογραφία, ξελαμπικάρουν μέσα σου οι σχέσεις των ανθρώπων που απεικονίζονται σ’ αυτήν, χωρίς ν’ αμφιβάλλεις για μία έστω στιγμή ως προς την αλήθεια που εκφράζουν.

Ενδεικτική από την άποψη αυτή θα μπορούσε να λογαριαστεί η ιστορία του «Γερο-Λέμα». Σάμπως οι παράταιρες ανάμεσά τους εικόνες –το παμπάλαιο κοντό μπουφάν, τα λαμπιόνια, το βράδυ της Ανάστασης, τα κοράκια στη στέγη του σπιτιού –να δημιουργήθηκαν σε ανύποπτο χρόνο για να «κουμπώσουν» τελικά σ’ ένα πρόσωπο, που ήρθε στον κόσμο για να δώσει μορφή σε κάτι το αρχέγονο, που η ανθρώπινη συνείδηση ήθελε να το αποδιώχνει, αλλά αυτό επέμενε να τη στοιχειώνει.

Αν και υπαινικτική σε όλες τις ιστορίες η γεωγραφική συνθήκη (το βουνό Τσακαλάρος, το χωριό Σλίμνιτσα, η λίμνη, μια γέφυρα), όλες τους ξεκορμίζουν από τον γενέθλιο τόπο και γίνονται ιστορίες μ’ ένα κατακάθι πίκρας, όπως ακριβώς θα το συνόψιζε λογοτεχνικά ένας ιρλανδός ή ένας νοτιοαμερικανός συγγραφέας. Μια προέκταση της «ελληνικότητας» οι ιστορίες του Παπαμόσχου, αφού όσο δεν αμφισβητείς τη Χαλκιδική ως Ελλάδα άλλο τόσο ως μιας παγκοσμιοποιημένης υφής παρατήρηση θα λογάριαζες το «αράδα οι πονεμένοι» –και τα δύο σε μια ιστορία μιας όλο κι όλο σελίδας σε έκταση, στη συγκλονιστική «Εγχείρηση».

Επίγονος μιας πεζογραφικής σειράς που κλείνει ήδη στους κόλπους της δημιουργούς όπως ο Γιώργος Ιωάννου και ο Τόλης Καζαντζής, ο Παπαμόσχος μοιάζει να προεκτείνει την ανθρωπογεωγραφία τους καθώς το ηθογραφικό στοιχείο γίνεται σ’ αυτόν συνώνυμο μιας αβυθομέτρητης υπαρξιακά συνθήκης. Με τους ήρωές του να συνδιαλέγονται με τη φύση μ’ έναν τρόπο που η μαρτυρία της τελευταίας να μας χρειάζεται για να γνωρίσουμε τους ανθρώπους στον ίδιο βαθμό που μας είναι απαραίτητη η ανθρώπινη συμπεριφορά για να κατανοήσουμε τη φύση. Χωρίς να εξαιρείται της σχέσης αυτής η τέχνη, τόσο αποκαλυπτική όσο και καθετί έμψυχο ή άψυχο.

Με τους μετανάστες Βαλεντίνα και Φούτη, τα σκυλιά, τις αλεπούδες, τις πέρδικες, ένα λαούτο κι ένα βιολί, τον ζωγράφο Μπρέχελ, όσο υπαρκτοί και ζωντανοί κι αν είναι όλοι αυτοί, ο Παπαμόσχος προτίμησε, αντί να τους επινοήσει εξαρχής προκειμένου να φτιάξει τις ιστορίες του, κάτι σχεδόν άγνωστο στη σύγχρονη πεζογραφία: καθετί το οικείο για τη γνώση και την ευαισθησία μας ν’ αποκαλύπτει έναν ανεξερεύνητο τρόμο, ενώ το ανοίκειο να ακούγεται ως ένας, αν και υποχθόνιος, καθημερινός ρυθμός.

Ηλίας Λ. Παπαμόσχος

Η αλεπού

της σκάλας

και άλλες ιστορίες

Εκδ: Κίχλη, 2015, Σελ: 64

Τιμή: 10 ευρώ