Ενα νέο εναλλακτικό σενάριο για να διέλθει τον κάβο της συμφωνίας εξετάζει η κυβέρνηση και αφορά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προκειμένου να επιβεβαιωθεί η πολιτική νομιμοποίησή της.
Η ιδέα έχει ξεκινήσει από ορισμένους βουλευτές που δυσκολεύονται να ψηφίσουν μέτρα και εισηγούνται την προοπτική της ανανέωσης της ψήφου εμπιστοσύνης, ούτως ώστε να λυθούν τα χέρια τους και αμέσως μετά να εγκρίνουν και τη συμφωνία με τους δανειστές που θα περάσει από τη Βουλή.

Ομως ήδη έχει αρχίσει να συζητείται και στο εσωτερικό του κόμματος και της κυβέρνησης ως μία διέξοδος που θα έβγαζε από τη δύσκολη θέση τον Αλέξη Τσίπρα, αφού έχοντας πάρει ψήφο εμπιστοσύνης επί της ουσίας θα διασφαλίσει την υπερψήφιση της συμφωνίας από τις κοινοβουλευτικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.

Οσοι ενθαρρύνουν μία τέτοια εκδοχή υποστηρίζουν ότι η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση τρεισήμισι μήνες μετά τις εκλογές ισχυροποιεί τον Πρωθυπουργό και την κυβέρνηση και συγχρόνως φέρνει σε δυσχερή θέση τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ακυρώνοντάς τους το άλλοθι πως ψηφίζουν για να κρατηθεί ο κυβερνητικός συνασπισμός ή για να μην πέσει η χώρα στα βράχια. «Εχοντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία η κυβέρνηση θα δει ποιοι και πόσοι θέλουν πραγματικά να ψηφίσουν τη συμφωνία από τα κόμματα» λένε κυβερνητικοί παράγοντες.

ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΙΚΡΙΣΜΑ. Στον αντίποδα, βεβαίως, υπάρχουν στελέχη που κάνουν δεύτερες σκέψεις και θυμίζουν ότι η συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ πήρε τον προηγούμενο Οκτώβριο ψήφο εμπιστοσύνης με άνεση στη Βουλή, για να οδηγηθεί δύο μήνες αργότερα σε εκλογές τις οποίες και έχασε με πανηγυρικό τρόπο. Εξέλιξη που αποδυνάμωσε τον Αντώνη Σαμαρά και τη γαλάζια παράταξη και σχεδόν εξαφάνισε πολιτικά το ΠΑΣΟΚ, οδηγώντας το σε έκτακτο συνέδριο και σε αλλαγή ηγεσίας.
Κάποιοι άλλοι θυμίζουν στο Μέγαρο Μαξίμου, προσπαθώντας να αποτρέψουν την καλλιέργεια μιας τέτοιας πρότασης, ότι τον Νοέμβριο του 2011 ο Γιώργος Παπανδρέου πήρε ψήφο εμπιστοσύνης για την κυβέρνησή του, για να φύγει (σε λίγες ημέρες) από την πρωθυπουργία και τονίζουν πως η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης δεν αποτελεί πανάκεια για την κυβέρνηση Τσίπρα και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό.

Οσοι πρεσβεύουν αυτήν την άποψη από την κυβέρνηση σχολιάζουν πως «ούτε κατά διάνοια» υπάρχουν σοβαρές προτάσεις για να ζητηθεί ψήφος παροχής εμπιστοσύνης, εξηγώντας πως είτε υπάρξει συμφωνία είτε δεν υπάρξει η ψήφος στη Βουλή πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Είναι στελέχη που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και θεωρούν ότι η συμφωνία που θα φθάσει προς επικύρωση στη Βουλή θα ψηφιστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και ενδεχομένως μεμονωμένοι βουλευτές, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, να μην τη στηρίξουν.

Η ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ. Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα επέστρεψε στις Βρυξέλλες έχοντας οδηγίες να μην αποστεί της γραμμής που έχει χαράξει η κυβέρνηση και επιβεβαιώθηκε και στο τελευταίο Κυβερνητικό Συμβούλιο. Το Μαξίμου επανέλαβε διά του Γαβριήλ Σακελλαρίδη ότι η συμφωνία θα κινείται στο πλαίσιο που έχει τεθεί από τον ελληνικό λαό και δεν θα παραβιάζει τις κόκκινες γραμμές. «Εχουμε δείξει τη βούλησή μας ώστε να υπάρξει αμοιβαία και επωφελής συμφωνία» είπε ο εκπρόσωπος, επιβεβαιώνοντας ότι ο Πρωθυπουργός θα ζητήσει από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ να συζητηθεί το ελληνικό θέμα κατά τη Σύνοδο Κορυφής για την Ανατολική Εταιρική Σχέση που θα πραγματοποιηθεί στη Ρίγα της Λετονίας.
Τα σημεία που βάζουν προσκόμματα στην επίτευξη συμφωνίας παραμένουν τα γνωστά: δημοσιονομικό κενό, Ασφαλιστικό, ΦΠΑ και εργασιακά. Ειδικά για τους φόρους που συζητήθηκαν και στο Κυβερνητικό Συμβούλιο ο εκπρόσωπος παραδέχθηκε ότι αναπτύσσεται έντονος προβληματισμός, καθώς όπως είπε «μπορεί να φέρουν μεγαλύτερη ύφεση». Παρ’ όλα αυτά στόχος είναι να μην επιβαρυνθούν τα φτωχά στρώματα και να μην προκληθεί ζημιά στην ανάπτυξη.

Ν. ΠΑΠΠΑΣ

«Συνολική λύση»

Από το βήμα του «Economist» o υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς είπε ότι «η κυβέρνηση επιθυμεί συνολική λύση και ότι δεν κάνει καλό σε κανέναν να υποκρινόμαστε ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε ήταν επιτυχές».